Θα ήταν έκπληξη αν η Αριάν Μνουσκίν με το θίασο-κολεκτίβα του «Θεάτρου του Ηλιου» δεν συμμετείχε σε μια από τις εκδηλώσεις του Συντάγματος, με ένα δικό τους δρώμενο, που το έχουν παρουσιάσει και στο Παρίσι, στη διάρκεια των περσινών μεγάλων κινητοποιήσεων ενάντια στην «κοινωνική μεταρρύθμιση» του Σαρκοζί. Δεν το έκαναν για διαφημιστικούς λόγους. Πορεύτηκαν από την Ομόνοια στο Σύνταγμα μία μέρα πριν το τέλος των παραστάσεών τους στην Ελλάδα, οι οποίες άλλωστε ήταν από νωρίς sold out. Το έκαναν γιατί η πολιτική παρέμβαση αποτελεί το βασικό συστατικό αυτής της «παράξενης» κολεκτίβας. Δεκαετίες τώρα, η Μνουσκίν και το «Θέατρο του Ηλιου» παρεμβαίνουν πολιτικά, με τις παραστάσεις τους και έξω απ’ αυτές, επομένως η παρέμβασή τους στο Σύνταγμα, την οποία προφανώς είχαν προετοιμάσει ερχόμενοι στην Ελλάδα (γι’ αυτό και είχαν μαζί τους όλα τα «σύνεργα») ήταν μια φυσιολογική πράξη γι’ αυτούς. Καλλιτεχνικά και πολιτικά ή, αν θέλετε, αισθητικά (με την επιστημονική σημασία του όρου).
Ηταν, δε, αυτή η παρέμβαση πιστή στο πολιτικό-ιδεολογικό πνεύμα, το οποίο η Μνουσκίν έχει εμφυσήσει στην κολεκτίβα και το οποίο διαπνέει όλες τις δουλειές της. Ενα πνεύμα κοντά στον μικροαστικό σοσιαλισμό του Ζορές, με τις πασιφιστικές του αυταπάτες και τον οικονομικό και πολιτικό ρεφορμισμό του. Η Μνουσκίν βρέθηκε στις κινητοποιήσεις των γαλλικών συνδικάτων, βρέθηκε στο Σύνταγμα των non violent αυταπατών, δύσκολα όμως θα βρισκόταν στις φωτιές που πυρπολούσαν τα παρισινά banlieues πριν μερικά χρόνια ή στα οδοφράγματα του ελληνικού Δεκέμβρη του 2008.
Η τεράστια λευκοντυμένη μαριονέτα, που απεικονίζει τη Δικαιοσύνη με πρόσωπο-νεκροκεφαλή, ματωμένη από τα χτυπήματα των κοράκων, συμβολίζει με τον καλύτερο τρόπο αυτό το ιδεολογικό-πολιτικό πνεύμα. Είναι ένας θρήνος για την ανυπαρξία κοινωνικής δικαιοσύνης. Ενα απαισιόδοξο, καταρχάς, μήνυμα και ταυτόχρονα ένα ουτοπιστικό κάλεσμα για αναζήτηση της δικαιοσύνης, χωρίς τα «πώς;» που πρέπει να συνοδεύουν κάθε κοινωνικό πρόταγμα. Στο ίδιο πνεύμα ήταν και τα πανό που κρατούσαν τα μέλη της κολεκτίβας, που φώναζαν με τις στεντόρειες φωνές τους «θέλουμε δικαιοσύνη», συνοδευόμενα από τους ήχους πάμπολλων κρουστών: Οταν η τάξη είναι αδικία η αταξία είναι ήδη η απαρχή της δικαιοσύνης, Ρομέν Ρολάν – Η ελπίδα δεν θα μπει στο ανάκτορο του φόβου, Αισχύλος – Οι κηφήνες δεν ρουφάνε το αίμα των αετών. Λεηλατούν τις κυψέλες των μελισσών, Σέξπιρ – Η εξουσία ας προσπαθεί να είναι δίκαιη. Εμείς θα προσπαθήσουμε να είμαστε ευτυχισμένοι, Μπέντζαμιν Κόνσταντ – Θλιβερό δημόσιο θέαμα. Ο καθένας σκέφτεται μόνο τον εαυτό του, τα αξιώματα, τις θέσεις, το χρήμα. Οι άνθρωποι παίρνουν τα πάντα, θέλουν τα πάντα, λεηλατούν τα πάντα. Δεν ζουν πια παρά μόνο από φιλοδοξία και πλεονεξία, Βικτόρ Ουγκό.
Το δρώμενο του Συντάγματος ήταν «ασορτί» με την τελευταία παράσταση του «Θεάτρου του Ηλιου», τους «Ναυαγούς της τρελής ελπίδας», την οποία είχαμε την τύχη να παρακολουθήσουμε και στην Αθήνα. Γιατί, παρά τις όποιες ιδεολογικές και πολιτικές ενστάσεις, είναι τύχη να παρακολουθείς παραστάσεις αυτής της κολεκτίβας, σκηνοθετημένες από τη μαγική μπαγκέτα της Μνουσκίν. Μιλάμε για γνήσιο λαϊκό θέατρο, υψηλότατων καλλιτεχνικών προδιαγραφών, στη «γραμμή» που θεωρητικά αποκρυστάλλωσε ο Μπέρτολτ Μπρεχτ. Ο χώρος δεν επιτρέπει να επεκταθούμε στην αισθητική αυτή πρόταση, όποιος/α ενδιαφέρεται, όμως, μπορεί ν’ ανατρέξει στο «Μικρό όργανο για το θέατρο» του μεγαλοφυούς Γερμανού, αναζητώντας το σε κάποιο παλαιοπωλείο ή ενδεχομένως και στο Διαδίκτυο.
Τριάντα δύο ηθοποιοί κι- νούνται αδιάκοπα με δαιμονιώδη ρυθμό πάνω σε μια τεράστια σκηνή, με εκπληκτική ακρίβεια, χωρίς ούτε για μια στιγμή να προσπαθούν να μας «εξαπατήσουν». Χωρίς να επιδιώκουν την αριστοτελική «ταύτιση». Ολα γίνονται φανερά: από την αλλαγή των σκηνικών μέχρι την κίνηση των προβολέων. Οι ηθοποιοί είναι ταυτόχρονα και τεχνικοί σκηνής, ενώ ο στενός συνεργάτης της Μνουσκίν, ο πρωτοπόρος μουσικός και κατασκευαστής οργάνων Ζαν-Ζακ Λεμέτρ (παρά την ηλικία τους, και αυτός και η Μνουσκίν ήταν παρόντες και στο δρώμενο του Συντάγματος), μια βιβλική φιγούρα με τα μακριά κατάλευκα γένεια του, παίζει «ζωντανά» μεγάλο μέρος της μουσικής, χρησιμοποιώντας πρωτότυπα όργανα και αντικείμενα που μπορούν να παράξουν ήχο. Σε κοινή θέα είναι και τα καμαρίνια, πριν και μετά την παράσταση, ενώ οι ηθοποιοί κάνουν και τους ταξιθέτες φορώντας τα ρούχα της παράστασης. Η ίδια η Μνουσκίν, απλή, ανεπιτήδευτη, ατημέλητη, σαν μια γιαγιά που της ήρθαν ξαφνικά καλεσμένοι, είναι στη διάθεση όποιου/ας θελήσει να συζητήσει μαζί της, όπως και οι ηθοποιοί.
Το θέαμα είναι καταιγιστικό. Ενα οργιαστικό λαϊκό πανηγύρι, τετράωρης διάρκειας, που με απίστευτο χιούμορ μιλάει για πράγματα πολύ σοβαρά. Ο μύθος, δανεισμένος από το μυθιστόρημα του Ιούλιου Βερν «Οι ναυαγοί του Ιωνάθαν», ελάχιστη σημασία έχει. Ο μύθος είναι απλά η αφορμή για να δομηθούν πάνω του άπειρα πολιτικά σχόλια, που αφορούν την περίοδο πριν την έκρηξη του πρώτου παγκόσμιου πολέμου, που είναι ταυτόχρονα και περίοδος έκρηξης της τεχνολογίας.
Η Μνουσκίν αποτίει φόρο τιμής στον πασιφιστή Ζορές, που αντιτάχθηκε στον πρώτο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και δολοφονήθηκε από έναν εθνικιστή μέσα σ’ ένα καφενείο της Μονμάρτης, τις μέρες που ξέσπαγε αυτός ο καταστροφικός πόλεμος. Ομως, η Μνουσκίν, παρά τις προσωπικές της αντιλήψεις, συμπεριφέρεται με εντιμότητα έναντι της Ιστορίας. Δεν εξυμνεί, δεν εξιδανικεύει τον Ζορές. Αναδεικνύει αβίαστα και χωρίς μισόλογα την ουτοπικότητα του ζορεσικού πασιφισμού και την προδοσία των δευτεροδιεθνιστών που τάχθηκαν στο πλευρό της ιμπεριαλιστικής τους πατρίδας, σπρώχνοντας το ευρωπαϊκό προλεταριάτο στην αλληλοσφαγή για το ξαναμοίρασμα του κόσμου που επιχειρούσαν τα ιμπεριαλιστικά κράτη. Αφήνει «χώρο» και για τη μπολσεβίκικη, επαναστατική κατεύθυνση, την οποία προφανώς δεν υιοθετεί. Δεν τη συκοφαντεί, όμως, και επιτρέπει στο θεατή να στοχαστεί πάνω σ’ όλες τις απόψεις.
Η Μνουσκίν κινείται στη γραμμή του Μπρεχτ, χωρίς να διακρίνεται από τον κοινωνικό ριζοσπαστισμό και τον καθάριο αντικαπιταλισμό του. Καλλιτεχνικά είναι μια από τις ελάχιστες οάσεις στο σύγχρονο ευρωπαϊκό θέατρο, όμως –ακριβώς λόγω του στενού πολιτικού της ορίζοντα– η θεατρική της πρόταση είναι αφομοιώσιμη από το σύστημα. Δεν είναι μόνο η αναμφισβήτητη καλλιτεχνική του αξία που δίνει στο «Θέατρο του Ηλιου» εξέχουσα θέση σε όλα τα διεθνή φεστιβάλ. Είναι και ο ρεφορμισμός ως στοιχείο της αισθητικής του πρότασης, που επιτρέπει σ’ αυτή την κολεκτίβα να «υπάρχει». Ειδικά στον τομέα της τέχνης οι αστοί έχουν δείξει ότι διαθέτουν την εξυπνάδα να πριμοδοτούν και το ελαφρώς ενοχλητικό εναλλακτικό, αφήνοντάς του λίγο χώρο δίπλα στo mainstream σκουπιδαριό. Είναι το άλλοθί τους.
ΔΗΜ. ΝΑΤ.