Η ανεργία καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις ως το μεγαλύτερο πρόβλημα για τους εργαζόμενους. Είναι μια πραγματικότητα και μια απειλή ταυτόχρονα. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, που παρατηρείται μια τάση «μετανάστευσης» καπιταλιστικών επιχειρήσεων, της ελαφριάς βιομηχανίας κυρίως, προς τις βαλκανικές χώρες, όπου οι συνθήκες είναι πιο ευνοϊκές για το κυνηγητό του μέγιστου κέρδους. Οταν η ανεργία θεωρείται το μεγαλύτερο πρόβλημα από τους «πελάτες» ψηφοφόρους, εύλογα το πολιτικό σύστημα θα ασχοληθεί μαζί της. Θα δημιουργήσει εκείνα τα «εργαλεία» με τα οποία θα μετατρέψει το μειονέκτημα (η δυσαρέσκεια των εργαζόμενων είναι πάντοτε μειονέκτημα για το πολιτικό σύστημα) σε πλεονέκτημα ή τουλάχιστον θα ελαχιστοποιήσει το πολιτικό κόστος.
Οι κυβερνήσεις, για παράδειγμα, «παίζουν» με υποσχέσεις για την ανάπτυξη που θα ‘ρθει και θα οδηγήσει στη μείωση της ανεργίας, «πειράζουν» τις επίσημες στατιστικές, οι οποίες έχουν καταστεί πλέον παντελώς αναξιόπιστες, διαφημίζουν ως φάρμακο τις «ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης», που δεν είναι παρά πριμοδότηση των καπιταλιστών με τα λεφτά που προορίζονται για τους άνεργους, χωρίς αυτό να επιφέρει την παραμικρή μείωση της ανεργίας. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία από τη μια συναινεί στα προγράμματα «ενεργητικής απασχόλησης» και από την άλλη ζητά να δημοσιοποιηθούν οι λίστες με τις επιχειρήσεις που πήραν επιχορηγήσεις και μετά «την έκαναν γι’ άλλες πολιτείες», χωρίς καν να διατυπώνει αίτημα να θεωρηθούν αυτές οι επιχορηγήσεις απαιτητές από το δημόσιο, ως αχρεωστήτων καταβληθείσες, και χωρίς, βέβαια, να ζητά την επιδότηση όλων των ανέργων χωρίς προϋποθέσεις.
Γενικά, οι αναπτυξιολογικές θεωρίες κάνουν θραύση τούτη την περίοδο, καθώς προσφέρονται για αποπροσανατολισμό των εργαζόμενων και άμβλυνση της οργής που προκαλεί το φούντωμα της ανεργίας και η προκλητική συμπεριφορά των καπιταλιστών. Δίπλα στην κλασική αναπτυξιολογία των αστικών κομμάτων εξουσίας και της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, αναπτύσσεται και η «ιδιόμορφη» αναπτυξιολογία του Περισσού, που προσπαθεί να βγάλει τη δική του πολιτική υπεραξία. Την χαρακτηρίζουμε «ιδιόμορφη», γιατί διαφέρει στη μορφή από την κυρίαρχη αναπτυξιολογία. Στην ουσία, όμως, πατάει στις ίδιες βάσεις. Είναι μια αναπτυξιολογία αποπροσανατολιστική, που όχι μόνο δεν αναπτύσσει αντικαπιταλιστική-κομμουνιστική συνείδηση στους εργαζόμενους, αλλά λειτουργεί ανασχετικά και για την άμεση πάλη για την προστασία των ανέργων, αφού παραπέμπει τα πάντα στις ελληνικές καλένδες, που εν προκειμένω παίρνουν την κωδική ονομασία «αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών» (επί το λαϊκότερον: «ψηφίστε ΚΚΕ για ν’ αλλάξουν τα πράγματα»).
Σταχυολογήσαμε ενδεικτικά από το επίσημο κομματικό όργανο τρεις τοποθετήσεις που έγιναν μέσα στο Σεπτέμβρη και αναφέρονται σ’ αυτό το θέμα.
Στη συζήτηση για το νομοσχέδιο που θεσμοθετεί τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα μιλά ο εισηγητής του Περισσού Ν. Γκατζής. «Το ΚΚΕ, είπε ο εισηγητής, έχει άλλη αντίληψη και στα πλαίσια της λαϊκής οικονομίας προτείνει την ίδρυση ενιαίου κρατικού φορέα κατασκευών, ο οποίος θα εποπτεύει όλες τις φάσεις κατασκευής των έργων στα πλαίσια ενός κεντρικού σχεδιασμού» (Ριζοσπάστης, 7.9.05).
Στη Θεσσαλονίκη δίνει συνέντευξη Τύπου, ενόψει ΔΕΘ, η δημοτική παράταξη του Περισσού και μιλά ο επικεφαλής της, Αγ. Σαχίνης: «Παρουσιάζοντας την πρόταση της παράταξης για την ανάπτυξη, πέρα από την ανάγκη υλοποίησης των μεγάλων έργων, επικέντρωσε: – Στην ανάπτυξη κλαδικών πολιτικών ώστε να στηριχτούν οι παραδοσιακοί κλάδοι (ύφασμα, ξύλο, δέρμα, μέταλλο) που αφανίζονται και οξύνουν ακόμη περισσότερο το τεράστιο πρόβλημα της ανεργίας. – Στη στήριξη με συγκεκριμένες πολιτικές της μικρομεσαίας επιχείρησης και των παραδοσιακών επαγγελμάτων που αφανίζονται» (Ριζοσπάστης, 9.9.05).
Στη Νάουσα ο Λαναράς ανακοινώνει το κλείσιμο δυο κλωστοϋφαντουργικών εργοστασίων και η Νομαρχιακή Οργάνωση Ημαθίας του Περισσού βγάζει ανακοίνωση στην οποία τονίζει: «Υπάρχει άλλος δρόμος. Βρίσκεται στον κεντρικό σχεδιασμό της παραγωγής σε κλαδικό και περιφερειακό επίπεδο που θα αξιοποιεί τα πλεονεκτήματα της χώρας, τις παραγωγικές δυνατότητες. Σε μια τέτοια βάση μπορεί να αναπτυχθεί ο κύκλος βαμβάκι-νήμα και κλωστοϋφαντουργία-ένδυση. Τότε θα μπορούν να έχουν όλοι δουλειά και να μείνουν οι αγρότες στα χωράφια τους. Αυτή η πολιτική απαιτεί ριζικές αλλαγές στο επίπεδο της πολιτικής εξουσίας, δηλαδή τη Λαϊκή εξουσία και οικονομία» (Ριζοσπάστης, 21.9.05).
Εντύπωση προκαλεί η απουσία κάθε συγκεκριμένου αιτήματος για τους ανέργους σε όλη τη φιλολογία του Περισσού και των οργάνων και οργανώσεών του. Υπάρχει μόνο μια γενικόλογη καταγγελτική και αγωνιστική φλυαρία, η οποία δεν μετουσιώνεται σε αιτήματα. Για παράδειγμα, το αίτημα να επιδοτούνται όλοι οι άνεργοι, για όσο καιρό είναι άνεργοι, με επίδομα ανεργίας ίσο τουλάχιστον με το βασικό μισθό, δεν αναφέρεται πουθενά. Κι ας είναι ένα αίτημα που δείχνει μια ταξική-αντικαπιταλιστική κατεύθυνση άμεσης πάλης και μπορεί να συσπειρώσει την εργατική τάξη. Θα περίμενε κανείς από ένα κόμμα που έχει «άκρες» στο συνδικαλιστικό κίνημα να προωθήσει τέτοια αιτήματα και πάνω στο έδαφός τους να ελέγξει τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Πρόκειται για μια απουσία όχι τυχαία. Η προβολή τέτοιων ταξικών αιτημάτων από τη μια θα βάλει το κόμμα υπό κατηγορία για «μαξιμαλισμό» και από την άλλη έχει απαιτήσεις επί του πρακτέου. Πρέπει και να οδηγήσεις τους εργάτες στην πάλη για τη διεκδίκηση αυτών των αιτημάτων, να συγκρουστείς, να ματώσεις, να χτυπηθείς με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους.
Αντίθετα, η αναπτυξιολογία του τύπου που παρατέθηκε παραπάνω σε διευκολύνει να κάνεις ένα άλμα πάνω από τη ζέουσα πραγματικότητα και να παραπέμψεις τις λύσεις (και τους αγώνες που αναζητούν λύσεις) στο μέλλον, το οποίο καταχτιέται, φυσικά, με την εκλογική ενίσχυση των συνδυασμών του Περισσού στις κάθε είδους εκλογές (συνδικαλιστικές, αυτοδιοικητικές και πρωτίστως βουλευτικές). Ο Περισσός ξεφεύγει από τον… οικονομισμό και προσπαθεί να δώσει πολιτικό περιεχόμενο και προοπτική στους αγώνες της εργατικής τάξης. Ας δούμε, λοιπόν, τι είδους είναι αυτό το πολιτικό περιεχόμενο. Μπας και είναι σοσιαλιστική-κομμουνιστική προπαγάνδα ζύμωση και δεν το ‘χουμε καταλάβει εμείς;
Κεντρικό «μότο» σ’ αυτή την προπαγάνδα κατέχει η «λαϊκή οικονομία». Μια έννοια με… μεταφυσικές ιδιότητες. Τί είναι αυτή η λαϊκή οικονομία; Μήπως είναι ο σοσιαλισμός, δηλαδή η κατώτερη βαθμίδα του κομμουνισμού, που προϋποθέτει ως πρώτο βήμα την απαλλοτρίωση των καπιταλιστών και το πέρασμα των μέσων παραγωγής σε κρατική ιδιοκτησία; Οχι βέβαια. Αν επρόκειτο γι’ αυτό, θα μας το έλεγαν. Θα μιλούσαν για σοσιαλισμό, για απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, για συντριβή του αστικού κράτους. Αυτοί, όμως, μιλούν για «λαϊκή εξουσία και οικονομία», δηλαδή για κέρδισμα της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας και ξεκίνημα κάποιων οικονομικών μεταρρυθμίσεων, με μοχλό τον κρατικό τομέα της οικονομίας. Κάτι σαν την πολιτική του Τσάβες, δηλαδή, στο πιο ευρωπαϊκό. Αλλωστε, το λένε καθαρά, ότι επιδίωξή τους δεν είναι η απαλλοτρίωση των καπιταλιστών, αλλά η στήριξη των παραδοσιακών κλάδων, μέσω κλαδικών πολιτικών. Ακόμα και τον ενιαίο κρατικό φορέα κατασκευών, που προβάλλουν ως αντίποδα στις ΣΔΙΤ (βλέπε παραπάνω την εισήγηση Γκατζή) τον θέλουν φορέα εποπτείας. Ποιους θα εποπτεύει; Μα τους εργολάβους, βέβαια, που θα κατασκευάζουν τα έργα και που στο πλαίσιο της «λαϊκής οικονομίας» δεν θα είναι ασύδοτοι. Θα είναι εργολάβοι, όμως, γι’ αυτό δεν γεννάται θέμα. Και οι καπιταλιστές των άλλων κλάδων θα είναι καπιταλιστές, που θα διευκολύνονται από τις κλαδικές πολιτικές που θα οργανώνει το κράτος. Απλά, οι εργάτες θα έχουν καλύτερα μεροκάματα, καλύτερες συνθήκες εργασίας, τέτοια πράγματα. Αλλά θα είναι πάντα προλετάριοι, ούτε γι’ αυτό γεννάται θέμα. Και βέβαια, οι σχέσεις παραγωγής θα είναι καπιταλιστικές, δηλαδή εκμεταλλευτικές. Απλά, το κράτος θα παρεμβαίνει για να ρυθμίζει το βαθμό της εκμετάλλευσης. Να μη φτάνουμε και στα άκρα, όπως συμβαίνει σήμερα στον καπιταλιστικό κόσμο.
Η περιβόητη «λαϊκή οικονομία» δεν είναι παρά ο καπιταλισμός με κάποιες όμορφες ρεφορμιστικές πινελιές. Το να μιλάς για «κεντρικό σχεδιασμό» στον καπιταλισμό (βλέπε παραπάνω την ανακοίνωση της Νομαρχιακής Επιτροπής Ημαθίας του Περισσού) είναι χειρότερο από ιεροσυλία. Είναι πολιτική απάτη. Γιατί ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός προκαλεί την αναρχία στην παραγωγή και τις κρίσεις. Kι όταν μιλάμε για τον καπιταλισμό μιλάμε για ένα παγκόσμιο σύστημα, με σχέσεις (πάντα ανταγωνιστικές) ανάμεσα στις διάφορες καπιταλιστικές οικονομίες, οι οποίες με τη σειρά τους επηρεάζουν τους κύκλους της κρίσης. Αυτά τα γνωρίζει όποιος έχει έρθει σε στοιχειώδη έστω επαφή με τη μαρξιστική πολιτική οικονομία. Οι απατεώνες, όμως, του Περισσού λαϊκίζουν ασύστολα, τάζοντας στους εργαζόμενους φύκια για μεταξωτές κορδέλες, προκειμένου να τους αποσπάσουν την ψήφο.
Δεν είχαμε καμιά διάθεση να κάνουμε θεωρητική πολεμική στις αστικορεφορμιστικές απόψεις του Περισσού. Το θέμα μας είναι η ανεργία και οι θεωρίες που πλασάρονται. Από την ανεργία ξεκινήσαμε και σ’ αυτή θα καταλήξουμε. Αυτές οι αντιδραστικές ιδέες, που έρχονται ως υποκατάστατα της ανύπαρκτης επαναστατικής ζύμωσης θα ενδιέφεραν ενδεχομένως μόνο κάποιους θεωρητικούς του κινήματος, αν δεν χρησιμοποιούνταν ως μοχλός υπονόμευσης και διάλυσης των ταξικών αγώνων. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα στελέχη του Περισσού έχουν έτοιμη την απάντηση, όταν εργαζόμενοι τους κάνουν κριτική για τη συμβιβαστική τους στάση: «Τί περιμένετε, να υπάρξουν νίκες χωρίς ν’ αλλάξουν οι γενικότεροι πολιτικοί συσχετισμοί;». Πριν μερικά χρόνια, μπήκαν μπροστά και εμπόδισαν τη σύγκρουση των φτωχών αγροτών της Θεσσαλίας με την «επιχείρηση βουλκανιζατέρ» της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και όταν οι αγρότες γύρισαν με σκυμμένο το κεφάλι και μουρμουρίζοντας στα χωριά τους, τους είπαν ότι… νίκησαν και η νίκη θα φανεί στις επόμενες εκλογές!
Οι κομμουνιστές δεν έχουν κανένα λόγο να κρύβουν τον τελικό τους σκοπό πίσω από «λαϊκές οικονομίες» και άλλα τέτοια λαϊκίστικα και αντιδραστικά ιδεολογήματα. Τελικός τους σκοπός είναι η επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού, η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής, η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για ν’ ανοίξει ο δρόμος προς την κατάργηση των τάξεων. Η ζύμωση για τα ιδανικά της κοινωνικής απελευθέρωσης όχι μόνο δεν αντιτίθεται, αλλά αντίθετα, για να είναι αποτελεσματική, προϋποθέτει την ανάπτυξη των ταξικών αγώνων για τα άμεσα συμφέροντα της εργατικής τάξης και όλων των εργαζόμενων. Γι’ αυτό και αιτήματα, όπως αυτό για την επιδότηση όλων των ανέργων χωρίς προύποθέσεις, είναι αιτήματα που ανοίγουν το δρόμο στην ανάπτυξη της ταξικής πάλης, η οποία δημιουργεί το πιο εύφορο έδαφος για τη διάδοση των επαναστατικών ιδεών.
Πέτρος Γιώτης