Πολιτικός αναβρασμός επικρατεί στην Αίγυπτο ενόψει του δημοψηφίσματος που πραγματοποιείται στις 19 Μαρτίου, στο οποίο 40 περίπου εκατομμύρια πολίτες έχουν δικαίωμα να ψηφίσουν για τις προτεινόμενες τροποποιήσεις του συντάγματος του 1971, η ισχύς του οποίου έχει ανασταλεί από το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο, που ουσιαστικά κυβερνά τη χώρα.
Η πρώτη ένσταση που προβάλλεται από πολλούς πολιτικούς επιστήμονες, αναλυτές και πολιτικούς αφορά στη βιασύνη και στην προχειρότητα που χαρακτηρίζουν την όλη διαδικασία. Θεωρούν ότι ο χρόνος, μόλις 5 βδομάδες μετά την παραίτηση Μουμπάρακ, δεν είναι αρκετός για να ενημερωθούν οι πολίτες για το περιεχόμενο των τροποποιήσεων, με δεδομένο ότι το 22% είναι αναλφάβητοι, και ότι ελλοχεύει ο κίνδυνος παραπλάνησης και νοθείας του αποτελέσματος. Το Ανώτατο Στρατιωτικό Συμβούλιο δεν έχει δώσει καμιά εξήγηση για την εσπευσμένη διαδικασία που ακολουθείται.
Η δεύτερη και σημαντικότερη ένσταση αφορά στο περιεχόμενο των τροποποιήσεων, γύρω από το οποίο έχουν σχηματιστεί δύο στρατόπεδα. Υπέρ των προτεινόμενων μεταρρυθμίσεων έχουν ταχθεί η Μουσουλμανική Αδελφότητα και το κόμμα του Μουμπάρακ, το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα. Η Μουσουλμανική Αδελφότητα, η οποία ανακοίνωσε πρόσφατα και την ίδρυση του κόμματος «Ελευθερία και Δικαιοσύνη», υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να παραμείνει η εξουσία για πολύ στα χέρια του στρατού, ότι πρέπει να ξαναρχίσει γρήγορα η πολιτική ζωή και σ’ αυτό θα συμβάλλουν οι προτεινόμενες συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, ενώ ένα νέο σύνταγμα θα απαιτήσει πολύ περισσότερο χρόνο. Πίσω από τα επιχειρήματα αυτά κρύβεται βέβαια το γεγονός ότι η Μουσουλμανική Αδελφότητα είναι η πιο οργανωμένη δύναμη και ευνοείται πολιτικά στην περίπτωση που προχωρήσουν γρήγορα οι εκλογικές διαδικασίες.
Κατά των προτεινόμενων συνταγματικών μεταρρυθμίσεων τάσσεται ολόκληρο σχεδόν το υπόλοιπο πολιτικό φάσμα, τα κόμματα Wafd και Tagammu, οργανώσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, πολιτικές, κοινωνικές και νεολαιίστικες συλλογικότητες που συμμετείχαν στην εξέγερση καθώς και οι δύο μέχρι στιγμής υποψήφιοι για την προεδρία, ο Μοχάμεντ ΕλΜπαραντέι, ο οποίος χαρακτήρισε τη διατήρηση του συντάγματος του 1971 προσβολή για τη λαϊκή εξέγερση, και ο Αμρ Μούσα, επικεφαλής του Αραβικού Συνδέσμου. Αυτό είναι το στρατόπεδο του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, το οποίο θεωρεί ότι το σύνταγμα του 1971 είναι παράνομο, ότι απαιτείται η κατάρτιση ενός νέου δημοκρατικού συντάγματος και ότι οι προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν θίγουν τις απόλυτες εξουσίες του προέδρου. Πρόκειται για 8 τροποποιήσεις, στις οποίες τα πιο σημαντικά σημεία είναι τρία: περιορίζεται το δικαίωμα του προέδρου σε δύο μόνο συνεχόμενες τετράχρονες θητείες, γίνεται ευκολότερη η δημιουργία πολιτικών κομμάτων και απαιτείται δημοψήφισμα για να παραταθεί πέραν των έξι μηνών η κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επιβάλλεται από τον πρόεδρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με δημοσκόπηση που έγινε με κυβερνητική εντολή και δημοσιοποιήθηκε από κυβερνητική ιστοσελίδα, 24.121 Αιγύπτιοι (το 57% των ερωτηθέντων) τάχθηκαν κατά των τροποποιήσεων, 15.173 (το 37%) τάχθηκε υπέρ και το 5% ήταν αναποφάσιστο.
Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, το οποίο αναμφίβολα θα επηρεάσει σημαντικά την πορεία των πολιτικών εξελίξεων, πρέπει να επισημάνουμε την προσπάθεια της στρατιωτικής ηγεσίας να περιορίσει όσο το δυνατόν περισσότερο το εύρος των αστικοδημοκρατικών μεταρρυθμίσεων, ώστε ουσιαστικά να παραμείνει ο έλεγχος της εξουσίας κατά το δυνατόν στα χέρια της.