Αφορμή για το σημερινό σημείωμα ήταν μερικά πανομοιότυπα ρεπορτάζ που εμφανίστηκαν στις εκπαιδευτικές σελίδες των εφημερίδων στις αρχές της εβδομάδας, σχετικά με τις ζυμώσεις στο φοιτητικό κίνημα και την προοπτική να ξεκινήσει ένας δεύτερος γύρος καταλήψεων. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ αυτά, βασική προτεραιότητα δεν είναι η ανάπτυξη ενός νέου γύρου καταλήψεων, αλλά η συντήρηση δυνάμεων, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη οργάνωση του κινήματος. Ετσι, θα προωθούνται περιοδικές μονοήμερες και διήμερες καταλήψεις.
Επειδή ξέρουμε ότι αυτές τις απόψεις δεν τις έβγαλαν από το τσεπάκι τους οι συντάκτες των εφημερίδων, αλλά είναι αποτέλεσμα συνομιλιών με τους γνωστούς αυτόκλητους «εκπροσώπους» των φοιτητών (αυτές τις απόψεις «αλίευσε» και το δικό μας ρεπορτάζ) και επειδή ανάλογου περιεχομένου απόψεις εμφανίστηκαν και στο απεργιακό μέτωπο των δασκάλων από την τέταρτη κιόλας εβδομάδα της απεργίας, νομίζουμε ότι χρειάζεται να πούμε μερικά πράγματα έξω απ’ τα δόντια γι’ αυτές τις αυτόκλητες πρωτοπορίες που δε μπορούν ν’ αντέξουν τη δύναμη των κινημάτων και αφού αρχικά παίξουν έναν προωθητικό ρόλο, στη συνέχεια μετατρέπονται σε βαρίδια τους, δείχνοντας μια «μικρομέγαλη» συμπεριφορά κι έναν αισχρό γραφειοκρατικό οίστρο. Δείχνοντας πως το μόνο που τις ενδιαφέρει είναι η αναπαραγωγή τους ως σέκτες του κινήματος και όχι το κίνημα, στο όνομα του οποίου ομνύουν.
Στα ρεπορτάζ που αναφερθήκαμε στην αρχή προκαλεί εντύπωση η απουσία οποιασδήποτε αναφοράς στην ανάγκη να εκφραστεί από τους φοιτητές η αλληλεγγύη στους απεργούς δασκάλους. Μια ανάγκη που θα υπήρχε ακόμα και αν οι φοιτητές δεν είχαν δικά τους αιτήματα, ακόμα και αν δεν βρίσκονταν αντιμέτωποι με την ίδια πολιτική. Το φοιτητικό κίνημα ιστορικά έχει επιδείξει ιδιαίτερη ευαισθησία σε ζητήματα αλληλεγγύης. Μπορεί, βέβαια, να μας αντιτείνει κάποιος ότι οι εποχές έχουν αλλάξει και τα πράγματα δεν είναι όπως παλιότερα. Ακόμα κι έτσι να ‘ναι, το ζήτημα είναι τι ζύμωση γίνεται σ’ αυτή την κατεύθυνση. Οι πρωτοπορίες, υπαρκτές ή αυτόκλητες, έχουν τέτοιο αίτημα ή όχι; Η απάντηση που ακούγεται όταν μπαίνει το ερώτημα για την απουσία ζύμωσης στην κατεύθυνση να εκφραστεί η αλληλεγγύη, είναι πως οι συνθήκες δεν έχουν ωριμάσει. Και πώς θα ωριμάσουν; Χωρίς ζύμωση, χωρίς δουλειά, χωρίς άσκηση πίεσης πάνω στο ίδιο το κίνημα που καθυστερεί και εμφανίζεται αναντίστοιχο από τις απαιτήσεις των καιρών; Ποιος είναι τελικά ο ρόλος της πρωτοπορίας; Να υποκλίνεται στις πιο καθυστερημένες αντιλήψεις του κινήματος ή να προσπαθεί να «τραβήξει» το κίνημα ώστε αυτό να ξεπεράσει τις καθυστερήσεις και αναστολές του; Το παλιό ερώτημα: «στην ουρά του κινήματος, σερνόμενοι πίσω από την αυθόρμητη κίνησή του, ή στην πρωτοπορία του, κάνοντας προωθητική ζύμωση», εμφανίζεται και πάλι. (Στην πραγματικότητα, αυτό το ερώτημα ποτέ δεν έγινε περιττό).
Εν προκειμένω, όμως, δεν έχουμε απλώς μια πολιτική «ουράς» έναντι του κινήματος (αν υποθέσουμε ότι το κίνημα ακόμα δεν «τραβάει»). Εχουμε προσπάθεια να μείνει το κίνημα καθηλωμένο. Να καλλιεργηθεί μια συνείδηση αδυναμίας, η οποία θα έχει ως αποτέλεσμα να φουσκώσουν τα πανιά των πιο αντιδραστικών δυνάμεων. Πρόκειται για μια τακτική που τη γνώρισαν καλά και οι απεργοί δάσκαλοι, όταν από την τέταρτη κιόλας εβδομάδα της απεργίας διάρκειας ορισμένοι «πρωτοπόροι» άρχισαν να διαδίδουν αντιλήψεις για ανάγκη να αλλάξει η μορφή του αγώνα, γιατί η κυβέρνηση είναι αδιάλλακτη και δε βγαίνει τίποτα. Και τι πρότειναν αντί για τη συνέχιση της απεργίας διάρκειας; Μια 24ωρη ή μια 48ωρη την εβδομάδα!!!! Δηλαδή, πρότειναν τη διάλυση, τον απόλυτο εκφυλισμό, σε μια στιγμή που η απεργία διάρκειας δεν είχε εξαντλήσει τη δυναμική της. Με ποια λογική ένας κλάδος εργαζόμενων θα σταματούσε μια απεργία διάρκειας για να περάσει σε μια προδήλως αναποτελεσματική μορφή αγώνα; Για να συντηρηθούν οι ιδέες του κινήματος και να παραμείνει το ζήτημα στην επικαιρότητα, απαντούσαν οι «πρωτοπόροι». Ξέρετε εσείς κανένα προηγούμενο κλάδου εργαζόμενων, που να επιλέγει την οικονομική αιμοραγία ενός χαμένου μεροκάματου κάθε βδομάδα, προκειμένου να συντηρήσει τις επαναστατικές ονειρώξεις κάποιας «πρωτοπορίας»; Ξέρετε διεκδικητικά κινήματα, που έχουν προβάλλει ως βασικά κάποια οικονομικά αιτήματα, να συνεχίζουν μόνο για κάποιες αόριστες ιδέες; Είναι φανερό ότι οι «24ωρες ανά εβδομάδα», αν αποφασίζονταν, θα έμεναν μόνο στα χαρτιά. Θα ήταν σκέτο ξεφτιλίκι. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία προσπάθησε να σπρώξει τους δασκάλους να εργαστούν την Πέμπτη 27 Οκτώβρη συμμετέχοντας στις σχολικές γιορτές για την επέτειο του ‘40. Ηταν τέτοιες οι αντιδράσεις των απεργών, που η ΔΟΕ αναγκάστηκε να πάρει πίσω την πρόστυχη πρότασή της και να αποφασίσει 5ήμερη απεργία και για την τρέχουσα βδομάδα. Η βάση για μια ακόμα φορά επέβαλε τη θέλησή της στη γραφειοκρατική ηγεσία που ψάχνει ευκαιρίες να «την κάνει».
Τηρουμένων των αναλογιών, ίδια είναι η τακτική που προτείνεται στο φοιτητικό κίνημα, στο όνομα της «συντήρησης των δυνάμεων» και της «καλύτερης οργάνωσης του κινήματος». Εχουμε δε την υποψία, ότι οι ίδιοι εγκέφαλοι που «ψιθύριζαν» τα περί «μιας 24ωρης ανά βδομάδα» στους δασκάλους προωθούν τα περί «μονοήμερων ή διήμερων καταλήψεων» στους φοιτητές, γιατί έχουν φοβηθεί από το δυναμισμό της απεργίας και δε θέλουν αυτός ο δυναμισμός να πάρει ευρύτερες διαστάσεις. Εχουν αποδείξει και άλλες φορές ότι είναι μαστόροι στα μεγάλα λόγια, αλλά στην πράξη τρομάζουν όταν τα πράγματα ξεφεύγουν από τα συνηθισμένα.
Η πιο έντιμη στάση σ’ αυτή την περίπτωση θα ήταν το παραμέρισμα. Αυτό θα έκαναν οι έντιμοι αυθορμητιστές. Γιατί οι πραγματικοί αυθορμητιστές ζουν μέσα στο κίνημα, αναπνέουν μαζί του κι όταν δουν ότι το κίνημα τους ξεπερνά, παραμερίζουν. Εδώ, όμως, δεν έχουμε αυθορμητιστές που απλώς σέρνονται πίσω από το κίνημα. Εδώ έχουμε ψευδοαυθορμητιστές, για τους οποίους η κινηματική λογική είναι σκέτος βερμπαλισμός. Στην πράξη διέπονται από μια γραφειοκρατική λογική, ίδια κι απαράλλαχτη μ’ αυτή που χρησιμοποιεί στα μαζικά κινήματα ο Περισσός.
Οπως πληροφορούμαστε από συντρόφους που δραστηριοποιούνται στο φοιτητικό κίνημα, τελευταίο ακούγεται όλο και πιο συχνά πως πρέπει να γίνονται «μετριοπαθείς» προτάσεις «για να μη πάρει τις συνελεύσεις η ΔΑΠ». Δηλαδή, παραιτούνται από κάθε προσπάθεια αλλαγής των συσχετισμών, από κάθε δυναμική ζύμωση, από κάθε πάλη των απόψεων, μη τυχόν και οι προτάσεις τους ηττηθούν σε κάποιες συνελεύσεις. Ετσι, όμως, η ήττα είναι εξασφαλισμένη. Οταν κινείσαι με την κουτοπόνηρη λογική του χαϊδέματος των αυτιών των φοιτητών, όταν δεν ανοίγεις μέτωπα, όταν δεν επιδιώκεις ρήξεις, όταν δεν λες αλήθειες, δεν πρόκειται ποτέ να παίξεις προωθητικό ρόλο. Αφήνεις τα πράγματα να ακολουθήσουν τη δική τους αυθόρμητη πορεία κι αν κάποτε ωριμάσουν… έχει καλώς.
Ανοίγοντας μέτωπα μπορεί να χάσεις τη συνέλευση, αν τα πράγματα δεν έχουν ωριμάσει επαρκώς. Ομως, έχεις βάλει με καθαρό τρόπο τις ιδέες και τις απόψεις σου, έχεις δημιουργήσει ρήγματα σε συνειδήσεις, έχεις σπείρει και θα έρθει η στιγμή που θα θερίσεις. Αν απλώς σέρνεσαι πίσω από την κάθε φορά ωριμότητα του κινήματος, δεν είσαι παρά ένας αισχρός οπορτουνιστής. Ποιος είναι τελικά ο στόχος, το «πάρσιμο» της συνέλευσης ή το τράβηγμα του κινήματος στην κατεύθυνση που οι περιστάσεις απαιτούν; Και τι να την κάνεις μια συνέλευση που «πήρες», όταν η βάση στην οποία την «πήρες» είναι σαθρή, είναι πίσω από τις απαιτήσεις των καιρών; Και μην ακούσουμε τίποτα αηδίες για αριστερισμούς και τα συναφή, γιατί δε λέμε να βάζεις στις φοιτητικές συνελεύσεις ζητήματα για ανατροπή του κοινωνικού καθεστώτος, αλλά ζητήματα πάλης που το ίδιο το φοιτητικό κίνημα έχει θέσει πριν λίγο καιρό. Ας θυμηθούμε εδώ και κάτι ακόμα. Οταν οι αυτόκλητοι «εκπρόσωποι» έσπευδαν να κλείσουν το κύμα των φοιτητικών καταλήψεων το περασμένο καλοκαίρι, έλεγαν κομπορρημονώντας ότι το φθινόπωρο το κίνημα θα επανέλθει με τον ίδιο δυναμισμό, λες και ήταν στρατηγοί που αρκούσε να απευθυνθούν στο στρατό τους και να τον ξαναβγάλουν στη μάχη. Τώρα, κάνουν πως δε θυμούνται εκείνους τους βερμπαλισμούς και οχυρώνονται πίσω από την «ανωριμότητα» του κινήματος. Μονά-ζυγά δικά τους. Ο,τι και να γίνει, αυτοί θα έχουν πάντοτε δίκιο.
Τελικά, εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι το μαγαζάκι τους. Η επιρροή τους και ο παραγοντισμός κάποιων στελεχών, που προετοιμάζονται για το μέλλον. Κι αυτό το αποδεικνύει με τον πιο αδιάψευστο τρόπο η γραφειοκρατική λογική των «πλαισίων», που εδώ και χρόνια έχει γίνει καθεστώς στις διαδικασίες του φοιτητικού κινήματος, βιάζοντας την αρχή της άμεσης δημοκρατίας και κάνοντας σκόνη τις καλύτερες παραδόσεις του φοιτητικού κινήματος. Φοιτητής ή φοιτήτρια που δεν έχει «συσπειρωθεί» προηγουμένως πίσω από κάποιο «πλαίσιο» (το οποίο αποφασίζεται σε παραταξιακές και όχι συνελευσιακές διαδικασίες) στην πράξη δε μπορεί να εκφραστεί. Υποβιβάζεται στο ρόλο του ψηφοφόρου, ο οποίος πρέπει στο τέλος να αποφασίσει ποιο «πλαίσιο» θα ψηφίσει. Η συνέλευση είναι μια διαδικασία στη διάρκεια της οποίας κάθε παράταξη προσπαθεί να πείσει πόσο σωστό είναι το δικό της «πλαίσιο», το οποίο κατατίθεται με τη μορφή «πακέτου», σαν ένας μπετονένιος όγκος που καμιά συζήτηση, καμιά διαδικασία σύνθεσης δε μπορεί να αλλάξει. Τι νόημα έχει η συμμετοχή του φοιτητή σε μια τέτοια συνέλευση; Μόνο να εγκρίνει κάποιο από τα «πλαίσια», στη διαμόρφωση του οποίου δεν έχει πάρει μέρος (αν θέλει να πάρει μέρος, πρέπει να μπει στην παράταξη). Ετσι, οι εσωτερικές διαδικασίες των παρατάξεων αναδεικνύονται σε όργανα πιο ισχυρά από την ίδια τη συνέλευση.
Το ρεπορτάζ της «Κ» την προηγούμενη βδομάδα αναφερόταν σε περιπτώσεις φοιτητικών συνελεύσεων στις οποίες από τη μια η ΠΣΚ και από την άλλη η ΕΑΑΚ «κατέβαζαν» χωριστά «πλαίσια» που και τα δύο κατέληγαν σε απόφαση για κατάληψη. Το αποτέλεσμα ήταν να «πάρει» τις συνελεύσεις η ΔΑΠ, μολονότι τα δύο άλλα «πλαίσια» συγκέντρωναν αθροιστικά περισσότερες ψήφους! Κανένα από τα δύο μπλοκ δεν δεχόταν να προσχωρήσει σε ένα κοινό «πλαίσιο». Η κάθε πλευρά διεκδικούσε για τον εαυτό της την ηγεμονία. Ετσι, στο όνομα του παραταξιακού συμφέροντος, στο όνομα της γραφειοκρατικής ηγεμονίας, φαλκιδεύτηκε η θέληση των συνελεύσεων για κατάληψη και η αγωνιστική τάση δέχτηκε ένα σημαντικό πλήγμα, σε μια κρίσιμη στιγμή. Την ώρα που γράφεται αυτό το σημείωμα (Τρίτη απόγευμα), πληροφορούμαστε ότι στις ίδιες σχολές τα δυο μπλοκ αναγκάστηκαν να αλλάξουν τακτική και να κατεβάσουν «ενωτικό πλαίσιο», με αποτέλεσμα να παρθεί απόφαση για κατάληψη. Η διορθωτική αυτή κίνησή τους αποτελεί έμμεση ομολογία ενοχής και βέβαια δεν προσφέρει κανένα εχέγγυο ότι στο μέλλον δεν θα κάνουν τους ίδιους γραφειοκρατικούς χειρισμούς.
Πέτρος Γιώτης