Απ’ αφορμή τις εξελίξεις στην κατ’ έφεση δίκη της 17Ν, πολύς λόγος γίνεται εσχάτως για το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ), στο οποίο θα αναζητηθεί κάποια στιγμή (όταν εξαντληθούν όλα τα εγχώρια ένδικα μέσα) η «θεραπεία» των κακοδικιών σε βάρος των κατηγορούμενων.
Είναι αναφαίρετο, βέβαια, το δικαίωμα κάθε κατηγορούμενου να εξαντλήσει όλα τα ένδικα μέσα που διαθέτει στην αστική δημοκρατία. Εθνικά και υπερεθνικά. Ως προς αυτό ουδείς ψόγος. Αλλο είναι εκείνο που μας προβληματίζει. Η προϊούσα «νομικοποίηση» -και κατά συνέπεια αποπολιτικοποίηση- αυτής της υπόθεσης. Ακόμη και στη δικαστική της πτυχή, αυτή η υπόθεση είναι εξόχως πολιτική. Οι αποφάσεις όλων των δικαστικών οργάνων δεν παίρνονται με γνώμονα την τυπική νομιμότητα, το ισχύον δίκαιο, αλλά με βάση ένα σύνολο παραγόντων, μεταξύ των οποίων κυρίαρχη θέση κατέχουν οι πολιτικοί παράγοντες, οι πολιτικές πιέσεις, οι συσχετισμοί και οι προτεραιότητες της ιστορικής συγκυρίας.
Από την άποψη αυτή, είναι τουλάχιστον αφελές να αντιπαρατίθεται το ΕΔΔΑ στο εγχώριο δικαστηριακό σύστημα. Το ΕΔΔΑ έχει δημιουργήσει μια παράδοση «θεραπείας» δικονομικών παραβιάσεων, όμως αυτή η παράδοση σε καμιά περίπτωση δεν ήρθε σε σύγκρουση με τον πυρήνα της «αντιτρομοκρατικής» πολιτικής που κυριαρχεί στην Ευρώπη. Χαρακτηριστική απ’ αυτή την άποψη είναι η απόφαση επί της προσφυγής του Ιλιτς Ραμίρες Σάντσες (Κάρλος) για τις συνθήκες κράτησής του. Η κράτησή του σ’ ένα κελί μικρότερο από 7 τ.μ., ο προαυλισμός του σ’ ένα τρίγωνο 100 τ.μ. την ώρα που οι άλλοι κρατούμενοι είναι στα κελιά τους, «για να μην τους προσηλυτίσει», η απαγόρευση της αλληλογραφίας και του επισκεπτήριου (πλην των δικηγόρων του), κατά το ΕΔΔΑ «δεν συνιστούν πλήρη αλλά σχετική κοινωνική απομόνωση». Η πλειοψηφία του ΕΔΔΑ υιοθέτησε τις «ανησυχίες» της γαλλικής κυβέρνησης, ότι αν επέτρεπαν στον Κάρλος κοινωνικότερη ζωή στη φυλακή, θα τη χρησιμοποιούσε για να συνδεθεί με την «τρομοκρατική» του ομάδα ή για να προσηλυτίσει άλλους κρατούμενους και να προετοιμάσει ενδεχομένως την απόδρασή του.
Ο Β. Χειρδάρης, δικηγόρος που ασχολείται με υποθέσεις του ΕΔΔΑ, σχολίαζε τη συγκεκριμένη απόφαση («Ελευθεροτυπία», 10.7.06) ως «προσέγγιση της αμερικάνικης θεώρησης των πραγμάτων περί την τρομοκρατία». Ποιος μπορεί να αντιλέξει σ’ αυτό το σχόλιο;
Για μας είναι καθαρό ότι στην περίπτωση των κατηγορούμενων για συμμετοχή στη 17Ν και τον ΕΛΑ δεν έχουμε ένα φαινόμενο του ποινικού δικαίου αλλά ένα φαινόμενο της Ιστορίας. Μια πτυχή της ταξικής πάλης. Τα ένδικα μέσα είναι δικαίωμα των κατηγορούμενων, όμως είναι κοντόφθαλμη και αδιέξοδη εκείνη η τακτική που βάζει τα όποια ένδικα μέσα πάνω από την ταξική πάλη. Οσο η ταξική πάλη δεν περιλαμβάνει αυτό το ζήτημα, όσο η κοινωνία δεν προβληματίζεται, δεν αγωνιά, δε συμμετέχει, δεν διεκδικεί, τόσο ανίσχυρα θα καθίστανται τα ένδικα μέσα, της προσφυγής στο ΕΔΔΑ συμπεριλαμβανόμενης. Τα όποια δικαστικά όργανα δεν είναι υπεράνω τάξεων και ταξικής πάλης. Δεν υπηρετούν κάποιες ηθικές αρχές και κάποιους κανόνες δικαίου έξω από τους ταξικούς και πολιτικούς συσχετισμούς.
Εκείνο, λοιπόν, που πρωτίστως πρέπει να γίνει είναι αυτή η υπόθεση να στερεωθεί γερά στο πολιτικό της βάθρο και να γειωθεί κοινωνικά. Αυτή η κοινωνική γείωση είναι η μόνη ελπίδα.
Π.Γ.