Η είδηση ανέβηκε ψηλά στην ιεραρχική κλιμάκωση των αστικών ΜΜΕ: «Ρουμάνος εργαζόμενος στο Κιλκίς προσπάθησε να κάψει ζωντανό τον εργοδότη του γιατί του χρωστούσε 600 ευρώ. Οπως έγινε γνωστό, ο 51χρονος που δέχτηκε την επίθεση διατηρεί εταιρία αποκομιδής σκουπιδιών και απασχολούσε σε απορριμματοφόρο τον 39χρονο Ρουμάνο.
Ο εργάτης ισχυρίστηκε ότι το θύμα του χρωστούσε 600 ευρώ και την τελευταία φορά που συναντήθηκαν στο σπίτι του λογομάχησαν έντονα. Ο Ρουμάνος τον περιέλουσε με βενζίνη και προσπάθησε να τον κάψει ζωντανό, με αποτέλεσμα ο 51χρονος να υποστεί ελαφρά εγκαύματα στο στήθος, τον λαιμό και το δεξί του χέρι. Το θύμα διακομίστηκε στο νοσοκομείο, ενώ ο δράστης αναζητείται».
Η εθνικότητα του θύματος έπαιξε στην αναμετάδοση του θύματος (για να διαχωριστεί, προφανώς, από τους Ελληνες, που δεν υπάρχει περίπτωση να κάνουν τέτοια πράγματα), όχι όμως όπως θα έπαιζε αν ο δράστης ήταν Αλβανός, Αφγανός, Πακιστανός, Αραβας. Βλέπετε, η Ρουμανία είναι χώρα-μέλος της ΕΕ και ο δράστης βρισκόταν απολύτως νόμιμα στην Ελλάδα. Εκείνο που δεν μάθαμε είναι πόσο μεροκάματο έπαιρνε ο δράστης-εργάτης, πόσες ώρες εργαζόταν στη σκουπιδιάρα του θύματος-εργολάβου, αν του έβαζε ένσημα, αν τα ένσημα ήταν βαρέα και ανθυγιεινά, όπως επιβάλλει ο νόμος και άλλες τέτοιες λεπτομέρειες που συνθέτουν το case, όπως λένε οι αγγλοσάξονες νομικοί, την υπόθεση, όπως θα έλεγαν οι δικοί μας νομικοί.
Ενας φιλελεύθερος καθηγητής της Νομικής θα μπορούσε να παρουσιάσει την υπόθεση αυτή στους φοιτητές του και να τους μιλήσει για την έννοια της αναλογικότητας εγκλήματος-ποινής, ακόμα και στο πλαίσιο της αυτοδικίας: δεν είναι δυνατόν να πυρπολείς έναν άνθρωπο, επειδή σου χρωστάει 600 ευρώ. Το δικαστήριο στο οποίο ενδεχομένως θα αχθεί ο δράστης (ευχόμαστε να καταφέρει να το αποφύγει) θα σκεφτεί επίσης πάνω στο θέμα της αναλογικότητας εγκλήματος-ποινής: απόπειρα ανθρωποκτονίας ή βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη; Ποια ποινή στην κλίμακα 10-20 ετών κάθειρξης;
Ουδείς θ’ ασχοληθεί με την κοινωνική διάσταση του θέματος. Ουδείς θα προσπαθήσει να θέσει τα ουσιώδη ερωτήματα που υπάρχουν πίσω από την αστυνομικοδικαστική επιφάνεια αυτής της υπόθεσης. Πόσο μίσος πρέπει να είχε συσσωρεύσει ο εργάτης για να κάψει τ’ αφεντικό του; Και γιατί τόσο συσσωρευμένο μίσος; Τι αντιπροσωπεύουν 600 ευρώ για έναν εργάτη –και μάλιστα μετανάστη– και τι για έναν καπιταλιστή; Οταν μιλάμε για αναλογικότητα ανάμεσα στο αδίκημα και την τιμωρία, θα πρέπει να μιλάμε και για την αναλογικότητα που υπάρχει ανάμεσα στον αδικούντα και τον αδικούμενο. 600 ευρώ για τον βορειοελλαδίτη εργολάβο δεν είναι παρά μια βραδιά σε σκυλάδικο της περιοχής, ενώ για τον ρουμάνο εργάτη είναι ένα μηνιάτικο, με το οποίο πρέπει να ζήσει την οικογένειά του. Ο νόμος, που σε καμιά περίπτωση δεν θα εξασφάλιζε στον εργάτη την πληρωμή που του αρνούνταν το αφεντικό, με μοναδική ευκολία μπορεί να τον κλείσει για χρόνια στη φυλακή.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε τέτοιες περιπτώσεις, που ο άνθρωπος θολώνει και φτάνει στο έγκλημα αγνοώντας τις συνέπειες που θ’ αντιμετωπίσει από την έννομη τάξη, υπεισέρχονται και ψυχολογικοί παράγοντες. Αυτοί, όμως, αφορούν μόνο την τελική πράξη, τη στιγμή της πράξης. Πριν απ’ αυτή δεν υπάρχει παρά η αέναη πάλη των τάξεων, η φριχτή εκμετάλλευση των εργατών, οι συνεχείς σφετερισμοί από τους καπιταλιστές ακόμη και των συμφωνημένων. Υπάρχει ένα θαυμάσιο θεατρικό του Μαξίμ Γκόρκι με ανάλογο θέμα, «Οι εχθροί». Από τον τίτλο ακόμα, ο βάρδος του ρωσικού προλεταριάτου δίνει την ουσία της υπόθεσης.
Π.Γ.