Καιρό τώρα οι εκπρόσωποι της ΚΝΕ, ισχνή μειοψηφία στο κίνημα των καταλήψεων, εμφανίζονται ως «εκπρόσωποι των φοιτητών» και χρησιμοποιώντας τον κομματικό μηχανισμό οργανώνουν κινητοποιήσεις (στις οποίες δεν καταφέρνουν να μαζέψουν ούτε τους οπαδούς τους) και συνεντεύξεις Τύπου. Μια τέτοια συνέντευξη έδωσαν και την περασμένη Δευτέρα, αναγγέλλοντας ουσιαστικά το σάλπισμα της υποχώρησης του κινήματος από τον αγώνα, με τα ιδεολογήματα που εδώ και τρεις δεκαετίες τους ακούμε να επιστρατεύουν σε κάθε ανάλογη περίπτωση.
Αντιγράφουμε από το ρεπορτάζ του «Ριζοσπάστη»:
«Ο Θ. Μπενάτος επισήμανε ότι “τίποτα δεν έχει κριθεί μέχρι τώρα και τίποτα δεν κρίνεται την Πέμπτη. Και γιατί στο στόχαστρό μας δεν έχουμε μόνο το νόμο – πλαίσιο, αλλά συνολικά την πολιτική της ιδιωτικοποίησης και της υποβάθμισης, αλλά και γιατί υπάρχουν όλες αυτές οι προϋποθέσεις – και με τη μαζικότητα, τη συνέχιση των κινητοποιήσεων και την ένταση της πάλης αυτή την εβδομάδα θα διαμορφωθούν ακόμα περισσότερο – έτσι ώστε αυτά τα μέτρα να μην εφαρμοστούν ποτέ στις σχολές ακόμα και αν ψηφιστούν».
Το Κνιτόπουλο, όπως το συμβούλεψαν, εκλαϊκεύει την κομματική γραμμή: ούτε νύξη για συνέχιση των καταλήψεων, ούτε λέξη για το αν το κίνημα έχει τη δυνατότητα να αναγκάσει την κυβέρνηση να πάρει πίσω τον ψηφισμένο νόμο της. Απλά, οι γνωστές παπαρολογίες περί… ακύρωσης στην πράξη. Από έναν αγώνα που δίνεται τώρα, με συγκεκριμένο συσχετισμό δυνάμεων και συγκεκριμένες δυνατότητες, πάμε στην αποκλιμάκωση και σε κάποιον αγώνα που θα δοθεί σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον από κάποιο ακαθόριστο κίνημα.
Η σκυτάλη περνάει στην Κνιτοπούλα, που τα λέει πιο καθαρά (ίσως γιατί δεν «πιάνει» τόσο καλά τη γραμμή, όπως το Κνιτόπουλο):
«“Θα καταφέρουμε να τον μπλοκάρουμε είτε πριν είτε μετά την ψήφισή του. Το αν ψηφιστεί δεν είναι κάτι που μπορεί να μας σταματήσει ή να μας νικήσει. Στην πράξη θα καταφέρουμε να τον σταματήσουμε και να μην εφαρμοστεί καμία διάταξη αυτού του νόμου, που υποβαθμίζει και ιδιωτικοποιεί τις σπουδές μας”, πρόσθεσε η Μαριάννα Παπαδοπούλου από τον Σύλλογο Φοιτητών Πολιτικού».
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι από Δευτέρα οι καταλήψεις πρέπει να σταματήσουν και να έχουμε έναν… μακροχρόνιο αγώνα ενάντια στις διάφορες διατάξεις του νόμου-πλαισίου, όταν αυτές… αρχίσουν να εφαρμόζονται. Προς το παρόν, δε μπορούμε να κάνουμε τίποτ’ άλλο.
Τα ίδια ακριβώς έλεγαν οι πρόγονοί τους το 1978, όταν ψηφίστηκε ο περιβόητος νόμος 815. Οτι θα τον καταργήσουν στην πράξη. Και σαμποτάρισαν, μαζί με την ΠΑΣΠ, με την οποία κυριαρχούσαν τότε στην ΕΦΕΕ, κάθε πρόταση να ξεκινήσει αμέσως σκληρός αγώνας για να αναγκαστεί η τότε κυβέρνηση Καραμανλή να πάρει πίσω το νόμο που ψήφισε αιφνιδιαστικά και εν κρυπτώ τον Αύγουστο. Φυσικά, δεν έγινε τίποτα για να ακυρωθεί στην πράξη ο 815. Ηρθε η εξεταστική του επόμενου Ιούνη, φάνηκαν τα αποτελέσματά του «στην πράξη», φούντωσε η αγανάκτηση των φοιτητών και από το Σεπτέμβρη άρχισε το «πατιρντί». Με πρωταγωνιστές όχι τα Κνιτόπουλα και τα Πασοκόπουλα της εποχής, αλλά άλλους. Αυτούς που έμειναν γνωστοί ως «το μπλοκ των καταλήψεων», στο οποίο από οργανωμένες δυνάμεις συμμετείχαν η Β’ Πανελλαδική, ο ακροαριστερός και ο αναρχικός-αντιεξουσιαστικός χώρος και κυρίως συμμετείχε η μεγάλη μάζα των φοιτητών, που γύρισαν την πλάτη στην ξεπουλημένη ΕΦΕΕ των ΚΝΕ-ΠΑΣΠ.
Και τι στόχο έβαλε εκείνο το «μπλοκ»; Οχι, βέβαια, την «ακύρωση στην πράξη» του νόμου, με επετειακού τύπου κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας, αλλά το τσάκισμά του με αποφασιστικό αγώνα διάρκειας. Οι καταλήψεις μπήκαν στην ημερήσια διάταξη, η κρατική καταστολή απαντήθηκε με σύγκρουση και όταν η κυβέρνηση σκλήρυνε ακόμα περισσότερο τη στάση της, εξίσου σκληρή ήταν και η αντίδραση του κινήματος. Ετσι, ο Καραμανλής (ο πεθαμένος) κατάλαβε ότι ο νόμος του δεν έχει άλλα ψωμιά και στις 3 Γενάρη του 1980 ανέστειλε την εφαρμογή του.
Αγώνας διάρκειας, λοιπόν, και όχι «δεσμεύσεις» για επετειακές διαμαρτυρίες στο άδηλο μέλλον.








