Αρκετές ταινίες βγαίνουν αυτή τη βδομάδα, μερικές από τις οποίες υπολογίσιμες. Καταρχάς, μια επανέκδοση της πικρής, σχεδόν αυτοβιογραφικής κωμωδίας του 1987 «Ο φίλος μου κι εγώ» του Μπρους Ρόμπινσον, με θέμα δυο άνεργους, ταλαίπωρους ηθοποιούς. Επίσης, δυο αστυνομικά θρίλερ, το «Zodiac» και το «Ποίμνιο», ταινίες που ασφαλώς αναμένονται από τους οπαδούς του είδους (όχι πάντως εμάς). Ακόμη, η ρομαντική κομεντί «Ονειρα γλυκά» του Τζ. Πάλτροου και το δεύτερο μέρος της δημιουργίας των Ροντρίγκες-Ταραντίνο «Planet terror», της γνωστής βιντεοκλιπίστικης, ιλιγγιώδους τεχνικής, που επίσης έχει τους δικούς της οπαδούς. Τέλος, βγαίνει μια κυπριακή ταινία, που προκάλεσε πολιτικό σάλο στην Κύπρο, ο «Ακάμας». Την είδαμε και θα σας πούμε λίγα γι’ αυτή.
Βουκολικό ρομάντσο με φόντο την κυπριακή ιστορία; Εκ πρώτης όψεως έτσι φαίνεται. Τουρκοκύπριος πιτσιρικάς γίνεται ο παραγιός ενός ελληνοκύπριου βοσκού τη δεκαετία του ‘50. Μεγαλώνοντας ερωτεύεται την κόρη του, που όμως είναι δοσμένη σ’ έναν αγωνιστή της ΕΟΚΑ. Οταν εκείνος, προδομένος, δολοφονείται από τους Αγγλους αποικιοκράτες, ο δρόμος ανοίγει για τους δυο νέους, όμως είναι στρωμένος από τα αγκάθια του εθνικιστικού μίσους…
Σε άλλους θα ακουστεί αφελής και σε άλλους αδιάφορη, όμως αυτή η ταινία είναι πολλά περισσότερα απ’ όσα διαφαίνονται στο «απλοϊκό» σενάριό της. Πρώτ’ απ’ όλα, είναι μια έντιμη ματιά στη σύγχρονη κυπριακή Ιστορία: Η πρώτη ΕΟΚΑ, αντιστασιακή οργάνωση μεν, εθνικιστικό μόρφωμα δε, που αποκλείει από τους κόλπους της τους Τουρκοκύπριους. Προδότες που γίνονται άνθρωποι όλων των καταστάσεων. Ρατσισμός απέναντι στους Τουρκοκύπριους, που θεωρούνται άνθρωποι δεύτερης κατηγορίας. Τελικά, η τουρκική εισβολή του 1974 μοιάζει να τιμωρεί τη μεγαλοϊδεάτικη πολιτική της «ένωσης» και των ατέλειωτων εθνικιστικών λαθών και εγκλημάτων. Οι Τουρκοκύπριοι δεν είναι καλύτεροι, δεν είναι όμως και ισότιμοι με τους Ελληνοκύπριους. Και σ’ όλ’ αυτά, αδύναμη και ουσιαστικά απούσα η κομμουνιστική άποψη, που όλ’ αυτά τα χρόνια εγκατέλειψε ιδέες και ανθρώπους…
Παράλληλα, η ταινία διηγείται μια ερωτική ιστορία, στο φόντο μιας συγκινητικής ολάνθιστης κυπριακής υπαίθρου, της περιοχής του Ακάμα. Και τη διηγείται όμορφα, αβίαστα, πειστικά. Είναι κρίμα που το κυπριακό γλωσσικό ιδίωμα εμποδίζει το θεατή να κατανοήσει πλήρως τους διαλόγους (το ίδιο πρόβλημα είχε και ο «Κόκορας» του Α. Πάντζη) και είναι λάθος που θα βγει χωρίς ελληνικούς υπότιτλους στις αίθουσες. Γιατί, παρά τις αδυναμίες της, η ταινία αυτή είναι μια αξιόλογη προσπάθεια που απηχεί την αδυναμία των μικρών και αδύναμων εθνών (ή τόπων) να διηγηθούν και να κρατήσουν την Ιστορία τους.
Ελένη Σταματίου