PARK CHAN WOOK
I am a cyborg, but that’s ok
Αν κάποιος έχει την παραμικρή αμφιβολία για τις ιδιαιτερότητες του ασιατικού σινεμά, ίσως πρέπει να δει αυτή την εντελώς ιδιόρρυθμη ταινία για να πειστεί πλήρως. Μακριά από την κομψή αλλά ουσιαστική βία που χαρακτήριζε τις προηγούμενες ταινίες του Γουκ, η συγκεκριμένη διεκδικεί μια κωμική και ανάλαφρη ταυτότητα, όμως το τελικό αποτέλεσμα μοιάζει τόσο αλλοπρόσαλο και ακατανόητο, ώστε ο θεατής αδυνατεί να δικαιολογήσει την παρουσία του μέσα στην αίθουσα.
Φυσικά, θα αδικούσαμε τον Παρκ Τσαν Γουκ αν σ` αυτή την περίεργη ιστορία, που εκτυλίσσεται μέσα σ` ένα ψυχιατρικό άσυλο, δε βλέπαμε τα πλεονεκτήματά της και τις προθέσεις του σκηνοθέτη.
Κατ’ αρχήν, αυτή η ταινία ,πέρα από την παραδοξότητά της, διαθέτει, αν μη τι άλλο, φαντασία. Στην πραγματικότητα, υπερασπίζεται το δικαίωμα στη φαντασίωση και τη διαφορετικότητα. Από μια άποψη, είναι η ασιατική απάντηση στους «Ηλίθιους» του Λαρς Φον Τρίερ. Σε μια έξαρση ορθολογισμού στο δεύτερο μέρος, καταγγέλλονται έμμεσα ο εξαναγκασμός, η υποκρισία και η απαγόρευση ως ηθικοί αυτουργοί των ψυχιατρικών παρεκκλίσεων. Επιπλέον, είναι στη λογική του σκηνοθέτη η αποχή από κάθε ευκολία που καλοβολεύει τη σκέψη του θεατή. Και αυτό δε μπορεί παρά να περιληφθεί στα θετικά του. Οσον αφορά την επισήμανσή του (ως απάντηση στα ερωτηματικά που θέτει η ταινία), ότι σκοπός της ύπαρξης είναι η ίδια η ύπαρξη, αυτή είναι επίσης μια πάρα πολύ υλιστική προσέγγιση.
Ολα αυτά δεν αναιρούν τη δυσκολία παρακολούθησης της ταινίας, δυσκολία που δε μπορεί παρά να επιρρίψει κανείς σχεδόν εξ ολοκλήρου στο σκηνοθέτη και που περιορίζει αναγκαστικά το κοινό της.
ΜΙΚΑΕΛ ΧΑΝΕΚΕ
Παράξενα παιχνίδια
Οι τακτικοί αναγνώστες της στήλης γνωρίζουν την εκτίμηση που τρέφει για το πρόσωπο του γνωστού αυστριακού σκηνοθέτη. Οχι γιατί ο ίδιος έχει χαρακτηρίσει τον εαυτό του οπαδό του Μπ. Μπρεχτ, αλλά γιατί οι περισσότερες ταινίες του είναι αποκαλυπτικές ενός άρρωστου και σάπιου σύγχρονου τρόπου ζωής. Θυμηθείτε τον «Κρυμμένο» και τη «Δασκάλα του πιάνου». Αλλά και η παλαιότερη «Funny games» (1997) αποτελούσε μια αληθινή επιτομή στο φαινόμενο της βίας. Ασυνήθιστη και προκλητική, έθετε δύσκολα και φαινομενικά αναπάντητα ερωτήματα, προκειμένου να εγείρει συζητήσεις και εικασίες σχετικά με την προέλευση και τη σκοπιμότητα της βίας.
Είναι αλήθεια ότι το ριμέικ αυτής της ταινίας από τον ίδιο στα Αγγλικά, με τη Ναόμι Γουότς και τον Τιμ Ροθ, δεν πρόσθεσε απολύτως τίποτα στο όλο εγχείρημα, από τη στιγμή που αυτό υπήρξε πιστό αντίγραφο του προηγούμενου. Ομως δε χάνει καθόλου την αξία του. Αποτελεί μια πρόκληση και ταυτόχρονα μια πρόσκληση για όλους εσάς που επιζητείτε τις δυσκολίες στην τέχνη.