Ενας σκληρός δεξιός, ο Ν. Σαρκοζί, ήταν αυτός που έθεσε «τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων» στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, καλώντας τους συναδέλφους του «να αναρωτηθούμε γιατί οι πολίτες βλέπουν την ΕΕ ως απειλή». Στον αντίποδα, ένας σοσιαλδημοκράτης, ο γερμανός ΥΠΕΞ Β. Στάινμαγιερ, ζήτησε την αποβολή της Ιρλανδίας από την ΕΕ, για να βάλουν μυαλό οι Ιρλανδοί και να ψηφίσουν την Ευρωσυνθήκη! Τον κοίταξαν όλοι παγωμένοι και βέβαια δεν έδωσαν καμιά σημασία στα λεγόμενά του. Μόνο κάτι παπαγαλάκια της ευρωλαγνείας επιμένουν να παρουσιάζουν την… παπαριά Στάινμαγιερ ως «τέταρτο ενδεχόμενο» για τις μετά το ιρλανδικό «όχι» εξελίξεις. Ουδείς διανοείται σήμερα να βγάλει από την ΕΕ την Ιρλανδία, χώρα που ανήκει στον ιστορικό-ιδρυτικό πυρήνα της ΕΟΚ. Αλλωστε, ο Στάινμαγιερ δέχτηκε σφοδρές επικρίσεις από το σύνολο σχεδόν του γερμανικού Τύπου.
Οι ηγέτες των «27» ξέρουν πολύ καλά, ότι μετά το ιρλανδικό «όχι» η Ευρωσυνθήκη είναι νεκρή. Δεν ισχύει, δε μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή. Η ΕΕ μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί μόνο με βάση τη συνθήκη της Νίκαιας, ό-πως και μέχρι τώρα. Οποιαδήποτε άλλη απόφαση θα είναι παράνομη και θα μπορεί να προσβληθεί στο ευρωπαϊκό και άλλα διεθνή δικαστήρια. Επειδή, λοιπόν, η ΕΕ δεν είναι πολιτιστικός σύλλογος ορεινού χωριού, αλλά διακρατική ένωση του κεφάλαιου, κανένας δε μπορεί να πάρει το ρίσκο αποφάσεων νομικά διάτρητων και ετοιμόρροπων. Εκεί «παίζονται λεφτά», δεν «παίζουν τις κουμπάρες». Αν είχαν οποιαδήποτε νομική δυνατότητα να παρακάμψουν το ιρλανδικό «όχι», θα το είχαν κάνει. Αμεσα κιόλας, για να στείλουν ένα τρομοκρατικό μήνυμα σε όλους τους εργαζόμενους της Ευρώπης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μπαρόζο, που την παραμονή του ιρλανδικού δημοψηφίσματος έλεγε ότι «δεν υπάρχει plan B» σε περίπτωση που επικρατήσει το «όχι», αμέσως μετά το ηχηρό χαστούκι δήλωνε ότι «η συνθήκη της Λισαβόνας δεν είναι νεκρή».
Οι ιμπεριαλιστές ηγέτες έκριναν πως δεν είναι φρόνιμο να παραδεχτούν ότι οι εργαζόμενοι και οι νέοι μιας μικρής χώρας μπλοκάρουν ένα σχέδιο για το οποίο τόσο κόπο κατέβαλαν στα εντατικά παζάρια τους οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις της ΕΕ. Η αστική δημοκρατία τους δημιουργεί πρόβλημα για δεύ-τερη φορά (είχαν προηγηθεί τα δημοψηφίσματα για το Ευρωσύνταγμα σε Γαλλία και Ολλανδία, που επίσης είχαν μπλοκάρει τη διαδικασία) και πρέπει να δουν τι θα κάνουν. Προσπάθησαν, λοιπόν, με μια εμφανώς αμήχανη ανακοίνωση, από τη μια να «αγοράσουν χρόνο» και από την άλλη να εμφανίσουν το όλο πρόβλημα σαν «πρόβλημα Ιρλανδίας» και όχι ως πρόβλημα της ΕΕ. Αναφέρεται στα συμπεράσματα της προεδρίας: «Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σημείωσε την έκβαση του δημοψηφίσματος στην Ιρλανδία για τη συνθήκη της Λισαβόνας και προέβη σε απολογισμό της κατάστασης, επί τη βάσει μιας πρώτης εκτίμησης που δόθηκε από τον ιρλανδό πρωθυπουργό Μπράιαν Κάουεν. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συμφώνησε ότι χρειάζεται περισσότερος χρόνος για την ανάλυση της κατάστασης. Σημείωσε ότι η ιρλανδική κυβέρνηση θα διαβουλευτεί δραστήρια τόσο στο εσωτερικό όσο και με άλλα κράτη-μέλη, προκειμένου να εισηγηθεί μια κοινή πορεία προς τα μπρος».
Μ’ άλλα λόγια, παρέπεμψαν το πρόβλημα στο μέλλον. Εως τότε, η μόνη νομική βάση για τη λειτουργία της ΕΕ θα είναι η ήδη ισχύουσα συνθήκη της Νίκαιας.
Το άλλο θέμα που υποτίθεται ότι μαζεύτηκαν για να αντιμετωπίσουν ήταν αυτό της ακρίβειας. Τόσο μελάνι είχε χυθεί τους δυο-τρεις προηγούμενους μήνες. Μέχρι κι ο Καραμανλής δοκίμασε να δημαγωγήσει (για εσωτερική κατανάλωση) κι έστειλε επιστολή στο Μπαρόζο προτείνοντάς του το πρόβλημα της ακρίβειας να μπει στην ατζέντα της συνόδου. Σ’ ένα δείπνο που δεν κράτησε ούτε δυο ώρες (ρεκόρ συντομίας), οι ηγέτες των «27» αποφάσισαν ότι… δεν είχαν τίποτα ν’ αποφασίσουν, παραπέμποντας και το πρόβλημα της ακρίβειας στο μέλλον (στο Δεκέμβρη). Εξουσιοδοτήθηκε η Κομισιόν να παρακολουθήσει το φαινόμενο και να προτείνει συγκεκριμένες δράσεις στη σύνοδο του Δεκεμβρίου! Κι ως τότε, όποιος αντέξει…
Είναι χαρακτηριστικό πως απορρίφθηκαν οι προτάσεις δυο άκρως συντηρητικών ηγετών. Η πρόταση Σαρκοζί για μείωση της φορολογίας στα καύσιμα και η πρόταση Μπερλουσκόνι για έκτακτη φορολόγηση των κερδών των πετρελαϊκών εταιριών. Στα συμπεράσματα της προεδρίας αναφέρεται (με τη σύμφωνη γνώμη και των Σαρκοζί-Μπερλουσκόνι, που μάλλον για εσωτερική κατανάλωση έκαναν τις προτάσεις τους), ότι «πρέπει να αποφευχθούν στρεβλωτικές φορολογικές και άλλες πολιτικές παρεμβάσεις, διότι εμποδίζουν την απαραίτητη προσαρμογή των οικονομιών». Αναφέρεται ακόμη, ότι πρέπει «να αποφευχθεί η στρεβλή πρόσληψη των μηνυμάτων των τιμών και να μη προκληθούν ευρύτερες έμμεσες επιπτώσεις στους μισθούς και τις τιμές».
Μ’ άλλα λόγια, οι κυβερνήσεις συμφώνησαν πως ούτε στην αγορά θα παρέμβουν, ούτε έκτακτη φορολογία στις επιχειρήσεις θα επιβάλουν, ούτε θα επιτρέψουν αυξήσεις μισθών σε αντιστάθμιση της αύξησης των τιμών. Συνεχίζουν στην ίδια σκληρή νεοφιλελεύθερη ρότα. Το μόνο που «διαφοροποιεί» τις αποφάσεις αυτής της συνόδου είναι η απόφαση να μην αποτραπούν όσες κυβερνήσεις το επιθυμούν να προβούν στη λήψη κάποιων μέτρων στήριξης των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων, με την προϋπόθεση όμως ότι τα μέτρα αυτά θα είναι «βραχυπρόθεσμα και στοχευμένα», δηλαδή δεν θα παραβιάζουν τη «δημοσιονομική πειθαρχία» και τις απαιτήσεις του Συμφώνου Σταθερότητας. Κοντολογίς, το πολύ μερικά φιλανθρωπικά βοηθήματα για τα πιο εξαθλιωμένα στρώματα.