Περισσότερες επιθέσεις αυτοκτονίας, απομόνωση της Καμπούλ, χτυπήματα στους δρόμους εφοδιασμού των αμερικανονατοϊκών στρατευμάτων. Αυτά είναι τα βασικά σημεία στη στρατηγική των Ταλιμπάν, όπως αυτή διατυπώθηκε στα τέλη του 2007 από την ηγεσία τους. Μέχρι τώρα, οι προσδοκίες τους δεν έχουν διαψευστεί, ενώ η αμερικάνικη στρατηγική αποδεικνύεται αποτυχημένη και αδιέξοδη, καθώς, εκτός από τις δυσκολίες στα πολεμικά μέτωπα, αντιμετωπίζει την απροθυμία των νατοϊκών εταίρων να αυξήσουν τη στρατιωτική παρουσία τους στο Αφγανιστάν. Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγουν όλο και περισσότερες αναλύσεις και ρεπορτάζ του ξένου αστικού τύπου το τελευταίο διάστημα.
Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο της βρετανικής εφημερίδας «Times» (23/8/08), με τίτλο: «Ρουκέτες, πονηριά και τα μαθήματα της Ιστορίας: οι Ταλιμπάν πολιορκούν την Καμπούλ», στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
Οι οδηγοί φορτηγών που μεταφέρουν πέπσι και πετρέλαιο στην Καμπούλ έχουν το δικό τους τρόπο να υπολογίζουν την προέλαση των Ταλιμπάν προς την αφγανική πρωτεύουσα: απλά μετρούν τα κατεστραμμένα φορτηγά στους κεντρικούς δρόμους.
Μ’ αυτό το κριτήριο και με πολλά άλλα, η Καμπούλ μοιάζει όλο και περισσότερο με πολιορκημένη πόλη, καθώς οι Ταλιμπάν αρχίζουν να διακόπτουν τους δρόμους εφοδιασμού, ακολουθώντας την τακτική που εφαρμόστηκε εναντίον της Βρετανίας το 1841 και των Σοβιετικών πριν από δύο δεκαετίες.
Ο δρόμος που οδηγεί από την Καμπούλ στην Κανταχάρ είναι ο πιο επικίνδυνος, σύμφωνα με τους οδηγούς. Σε μια επίθεση των Ταλιμπάν σε κονβόι 60 φορτηγών στο δρόμο αυτό την περασμένη βδομάδα καταστράφηκαν 13 φορτηγά.
Παρά την παρουσία 70.000 ξένων στρατευμάτων, οι Ταλιμπάν προελαύνουν προς την Καμπούλ και ελέγχουν περιοχές μόλις έξω από τη Maydan Shar, την πρωτεύουσα της επαρχίας Wardak, που βρίσκεται μόλις 20 μίλια νοτιοδυτικά της Καμπούλ.
Οι μαχητές στη Wardak πραγματοποιούν σχεδόν καθημερινά επιθέσεις στο δρόμο που οδηγεί στην Κανταχάρ, ο οποίος επίσης συνδέει τις μεγαλύτερες αμερικάνικες βάσεις στο Αφγανιστάν. Από τον περασμένο μήνα έχουν αυξήσει επίσης τις επιθέσεις στο δρόμο που συνδέει την Καμπούλ με το Πακιστάν μέσω της Τζαλαλαμπάντ, το βασικό δρόμο εφοδιασμού σε τρόφιμα, καύ-σιμα και νερό. Στον ίδιο δρόμο, αυτή τη βδομάδα, σκότωσαν 10 γάλλους στρατιώτες στο Σαρόμπι, που βρίσκεται σε απόσταση μόλις 30 μίλια από την Καμπούλ. Παράλληλα, επιτέθηκαν στη μεγαλύτερη αμερικάνικη βάση στο ανατολικό Αφγανιστάν. Είναι τόσος ο φόβος για τους Ταλιμπάν στην αφγανική πρωτεύουσα, ώστε, όταν ο Γκόρντον Μπράουν επισκέφτηκε την Καμπούλ στις 21 Αυγούστου, μετακινούνταν με ελικόπτερο μέσα στην πόλη.
Η Καμπούλ είναι ευάλωτη στους αποκλεισμούς, γιατί περιβάλλεται από βουνά και πρέπει να εφοδιάζεται από τρεις δρόμους, που οδη-γούν βόρεια, ανατολικά και νοτιοδυτικά. Οι Βρετανοί το έμαθαν με σκληρό τρόπο το 1841. Τη δεκαετία του ’80 ήταν τα σοβιετικά στρατεύματα που περικυκλώθηκαν στην Καμπούλ από τους Μουτζαχεντίν και αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν το 1989. Οι Ταλιμπάν πήραν την Καμπούλ, αφού κατέλαβαν τη Wardak και τη Τζαλαλαμπάντ και απέκλεισαν την πρωτεύουσα.
Τοπικοί αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι οι Ταλιμπάν, που αντλούν το μεγαλύτερο μέρος της υποστήριξή τους από τους Παστούν, εξασφαλίζουν τη συνδρομή χωριών γύρω από την Καμπούλ και επωφελούνται από την απογοήτευση για την έλλειψη ανάπτυξης από το 2001. Φοβούνται ότι ο επόμενος στόχος τους θα είναι οι δρόμοι που οδηγούν στα σύνορα με το Ουζμπεκιστάν και το Τατζικιστάν.
Κινδυνεύει το Khyber Pass
Στην τακτική των Ταλιμπάν να κλείσουν τους δρόμους εφοδιασμού των νατοϊκών στρατευμάτων στο Αφγανιστάν αναφέρεται και η βρετανική εφημερίδα «The Sunday Telegraph» (31/8/08), σε άθρο της με τίτλο «Οι ενέδρες των Ταλιμπάν απειλούν το ζωτικό δρόμο εφοδιασμού του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν», στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
Οι μαχητές Ταλιμπάν προσπαθούν να στραγγαλίσουν την αποστολή του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν αυξάνοντας τις επιθέσεις σε κονβόι στο Khyber Pass (στα πακιστανικά σύνορα), το επικίνδυνο ορεινό μονοπάτι μέσω του οποίου μεταφέρονται τα περισσότερα εφόδια στη χώρα.
Χρησιμοποιώντας την παλιά τακτική του ανταρτοπόλεμου ληστεύ-ουν ή καταστρέφουν τα βαριά φορτηγά, που κινούνται αργά στο στενό δρόμο, και πουλούν το περιεχόμενό τους στα τοπικά παζάρια για να χρηματοδοτήσουν νέες επιθέσεις.
Ενας εξέχων ανεξάρτητος φύλαρχος από την περιοχή Khyber δήλωσε στη «The Sunday Telegraph» ότι ο πακιστανικός στρατός κοντεύει να χάσει τον έλεγχο στο πέρασμα. «Βλέπεις οχήματα που έχουν καταστραφεί από ρουκέτες στην άκρη του δρόμου», είπε. «Τα απομεινάρια δεν θα μείνουν για πολύ εκεί, ο στρατός θα τα απομακρύνει γρήγορα για να φαίνεται ότι έχει ακόμη τον έλεγχο του δρόμου. Ομως βρίσκεται στα πρόθυρα να τον χάσει».
Ο αριθμός των επιθέσεων σε κονβόι που μεταφέρουν εφόδια είναι στρατιωτικό μυστικό, όμως ο φύλαρχος ισχυρίστηκε ότι γίνονται σχεδόν καθημερινά. Πριν από λίγους μήνες 42 βυτιοφόρα με καύσιμα καταστράφηκαν σε μια επίθεση.
Συνολικά, περίπου το 70% των καυσίμων, των ρούχων και των τροφίμων που χρειάζονται τα νατοϊκά στρατεύματα μεταφέρονται με πακιστανικά φορτηγά μέσω του Khyber Pass, ένα ευάλωτο σημείο στο μακρύ δρόμο μέχρι την Καμπούλ , που ξεκινάει από το πακιστανικό λιμάνι του Καράτσι.
«Αν το ΝΑΤΟ χάσει τον έλεγχο του περάσματος, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα βρεθούν άλλοι δρόμοι. Αλλά θα είναι πιο δύσκολοι και δαπανηροί και θα παρακωλύσουν την ομαλή εξέλιξη της επιχείρησης», δήλωσε ο Μάθιου Κλέμεντς, αναλυτής στα ευρασιατικά θέματα.
Η παράλληλη διοίκηση των Ταλιμπάν
Για μια άλλη εξίσου σημαντική πλευρά της στρατηγικής των Ταλιμπάν κάνει λόγο η βρετανική εφημερίδα «The Observer» (24/8/08) σε ρεπορτάζ, με τίτλο «Οι Ταλιμπάν κερδίζουν τους ντόπιους στις πύλες της Καμπούλ», στο οποίο, μεταξύ άλλων, αναφέρεται:
Ενώ οι συγκρούσεις στη μακρυνή Χέλμαντ κυριαρχούν στους κεντρικούς τίτλους, μια άλλη μάχη διεξάγεται από τους αντάρτες στο κατώφλι της Καμπούλ. Εκεί, οι Ταλιμπάν κερδίζουν υποστήριξη οικοδομώντας μια παράλληλη διοίκηση, που είναι πιο αποτελεσματική, πιο δημοφιλής και πιο σκληρή από την κυβερνητική.
Ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο από τη Maydan Shah (σ.σ πρωτεύουσα της επαρχίας Wardak) προς την αφγανική πρωτεύουσα, σε 15 λεπτά θα βρεθείς σε ένα στενό πέρασμα στο δακτύλιο των απόκρημνων βουνών γύρω από την πόλη, γνωστό αιώνες τώρα ως οι «πύλες της Καμπούλ». Αν υπάρχει πρώτη γραμμή ανάμεσα στους αντάρτες και την κυβέρνηση, αυτή είναι εδώ, μόλις δώδεκα μίλια νότια της πρωτεύουσας.
Στη Βρετανία, είναι το νότιο Αφγανιστάν, όπου πολεμούν τα βρετανικά στρατεύματα, που συγκεντρώνει την περισσότερη προσοχή. Ομως η μάχη την περασμένη βδομάδα, στην οποία σκοτώθηκαν 10 γάλλοι στρατιώτες, έγινε σε απόσταση μιας ώρας με το αυτοκίνητο από την Καμπούλ. Σε μέρη όπως η Maydan Shah και όχι η μακρινή Χέλμαντ είναι που θα χαθεί ή θα κερδηθεί ο πόλεμος στο Αφγανιστάν. «Ο πόλεμος στο νότο είναι ουσιαστικά ένα σκληρό και οδυνηρό αδιέξοδο. Γύρω από την Καμπούλ πρέπει να σταματήσουμε τους Ταλιμπάν», παραδέχτηκε ένας ανώτερος αξιωματικός του ΝΑΤΟ την περασμένη βδομάδα.
Το ρεπορτάζ από αυτές τις αμφισβητούμενες ζώνες είναι δύσκολο. Ακόμη και στα περίχωρα της Καμπούλ, οι Δυτικοί και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι κινδυνεύουν να δεχτούν επίθεση ή να πέσουν θύματα απαγωγέων. Παρόλα αυτά, πλήθος συνεντεύξεων και δύο ταξίδια στις εμπόλεμες περιοχές νότια της πρωτεύουσας βοηθούν να σχηματίσουμε τουλάχιστον μια μερική εικόνα του τι συμβαίνει.
Παρόλο που στα δελτία ειδήσεων μέσα και έξω από το Αφγανιστάν κυριαρχούν οι εκρήξεις βομβών ή οι συγκρούσεις, η πραγματική δύναμη των ανταρτών δεν βρίσκεται στην ικανότητά τους να στήνουν ενέδρες στις αυτοκινητοπομπές ή να τοποθετούν βόμβες στους δρόμους, αλλά στην παράλληλη διοίκηση που έχουν καταφέρει να εγκαθιδρύσουν σε τεράστιες περιοχές στο νότιο και ανατολικό Αφγανιστάν. Εκεί αυτοί επιβάλλουν το νόμο, εφαρμόζοντας ένα αυστηρό, αλλά συχνά ευπρόσδεκτο, καθεστώς, και εκφοβίζοντας τους αντιτιθέμενους. Η στρατηγική τους είναι προσεκτικά μελετημένη και μακροπρόθεσμη. Απ’ αυτή τη νέα θέση ισχύος, οικοδομούν στερεά δίκτυα υποστήριξης. Αυτό που συμβαίνει στην επαρχία Wardak δείχνει τον τρόπο που δουλεύουν.
Οι μόνες υποθέσεις που φτάνουν στον Amanullah Ishaqzai, τον κυβερνητικό δικαστή, είναι εκείνες που απαιτούν επίσημη σφραγίδα ή διαφορές ανάμεσα κυρίως στην εθνική μειονότητα των Χαζάρων Σιιτών και τους Σουνίτες Παστούν, που αποτελούν την πλειοψηφία του πληθυσμού της επαρχίας. Το μεγαλύτερο μέρος από τους 800.000 κατοίκους, που είναι κυρίως αγρότες, απευθύνονται στους αντάρτες για σκληρή αλλα συχνά αποτελεσματική δικαιοσύνη.
«Δεν τους κατηγορώ», είπε ο κυβερνητικός δικαστής. «Μια δικαστική υπόθεση στο κυβερνητικό σύστημα παίρνει πέντε χρόνια και απαιτεί πολλές δωροδοκίες. Οι Ταλιμπάν θα τη διευθετήσουν μέσα σε ένα απόγευμα».
Κάθε χωρικός μπορεί να διηγηθεί ιστορίες για το πώς οι Ταλιμπάν δι-ευθετούν τις μυριάδες περιουσιακές διαφορές που απασχολούν την αφγανική κοινωνία. Σε πλήθος περιπτώσεων, μας είπε ο κυβερνητικός δικαστής, προτίμησε να συγκαλέσει ένα παραδοσιακό φυλετικό συμβού-λιο, με ένα ισλαμιστή κληρικό ως δικαστή, παρά να παραπέμψει τις υποθέσεις σε ανώτερα δικαστήρια. Οι κληρικοί σ’ αυτές τις περιπτώσεις είναι συνήθως ανώτεροι Ταλιμπάν διοικητές.
Και δεν είναι μόνο οι αστικές υποθέσεις. Σύμφωνα με τον Mohammed Musa Hotak, ένα βουλευτή από την επαρχία Wardak, οι Ταλιμπάν έφτασαν σε ένα χωριό στη νότια περιοχή Jalreez την περασμένη βδομάδα, συνέλαβαν τρεις πασίγνωστους κλέφτες, τους άλειψαν τα πρόσωπα με πίσα και τους παρέλασαν για παραδειγματισμό. Οι άνθρωποι αυτοί πιθανόν να κρεμαστούν, είπε ο Hotak. Την περασμένη χρονιά, ομάδες για τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Αφγανιστάν υπολόγισαν ότι οι Ταλιμπάν είχαν εκτελέσει 70 – 90 ανθρώπους στις περιοχές που ελέγχουν και είχαν τιμωρήσει χιλιάδες για εγκληματικές πράξεις.
Συχνά οι ποινές αυτές είναι δημοφιλείς. Σύμφωνα με τον βουλευτή Hotak, η πρώτη πράξη των Ταλιμπάν στα χωριά κοντά στο σπίτι του ήταν να ανακοινώσουν ότι αναλαμβάνουν την ευθύνη για την εφαρμογή του νόμου. «Δήλωσαν ότι είναι υπεύθυνοι ακόμη και για κάθε κοτόπουλο», συμπλήρωσε ο Hotak. «Οι άνθρωποι τους πιστεύουν. Οταν σκοτώνουν ένα ληστή, όλοι χαίρονται».
Ενας κυβερνητικός υπουργός μας είπε ότι στο δικό του χωριό, στις αρχές Αυγούστου, ένας καταστηματάρχης κατήγγειλε στους Ταλιμπάν ότι ληστεύτηκε και το εμπόρευμά του επιστράφηκε μόλις οι Ταλιμπάν κυκλοφόρησαν μια «νυκτερινή επιστολή», το αγαπημένο μέσο επικοινωνίας των αφγανών ανταρτών για δεκαετίες, που έγραφε ότι γνωρίζουν τον κλέφτη και θα τον κρεμάσουν δημόσια. Ενας άλλος καταστηματάρχης, που απευθύνθηκε στις τοπικές αρχές, δεν κέρδισε τίποτα και όταν εκ των υστέρων ζήτησε τη βοήθεια των Ταλιμπάν, εισέπραξε ένα ξυλοδαρμό.
Ο Ismatullah, ένας ηλικιωμένος Αφγανός, ήταν σαφέστατος. «Οταν οι Ταλιμπάν ήταν στην εξουσία μπορούσες να ταξιδέψεις μέχρι την Κανταχάρ (250 μίλια από την Καμ- πούλ), με μια τσάντα γεμάτη χρήματα, και δεν σε ακουμπούσε κανείς. Τώρα, η κυβέρνηση είναι κλέφτες. Από το 2001 δεν έχει αλλάξει τίποτα, μόνο η ασφάλεια είναι χειρότερη».
Ο δρόμος που οδηγεί στην Κανταχάρ γνώρισε σίγουρα καλύτερες μέρες. Εχοντας καταστραφεί από τον πόλεμο που ταλάνιζε το Αφγανιστάν τη δεκαετία του ’90, επισκευάστηκε με συμμαχικά χρήματα (200 εκατομμύρια στερλίνες) και σήμερα είναι γεμάτος από τα σημάδια των βομβιστικών εκρήξεων, ενώ πολλές από τις καινούργιες γέφυρες έχουν καταστραφεί τους τελευταίους μήνες. Κάθε βδομάδα συμμαχικά και κυβερνητικά κονβόι δέχονται επιθέσεις – 50 φορτηγά κάηκαν σε μια μόνο επίθεση τον περασμένο μήνα και μια ντουζίνα ακόμη την περασμένη βδομάδα. Λίγα λεπτά αφότου ο κυβερνήτης της επαρχίας Wardak, που έδινε συνέντευξη στο βαριά οχυρωμένο γραφείο του, διαβεβαίωνε τον «Observer» ότι ο δρόμος ήταν ασφαλής για να ταξιδέψει κανείς, μια αυτοκινητοπομπή, που μετέφερε ένα υψηλόβαθμο κυβερνητικό αξιωματούχο, δέχτηκε επίθεση, σε απόσταση μόλις 10 λεπτών με το αυτοκίνητο.
Οι Ταλιμπάν περιπολούν ανοικτά σε απόσταση λίγων εκατοντάδων μέτρων από τον αυτοκινητόδρομο. Στις μακρινές περιοχές, οι χωρικοί λένε ότι η τοπική αστυνομία συχνά κλείνει συμφωνίες με την κακοπληρωμένη, διεφθαρμένη και φτωχά εξοπλισμένη Αφγανική Εθνική Αστυνομία. Οι αστυνομικοί γνωρίζουν ότι αν μείνουν στο σταθμό τους και δεν κάνουν τίποτα, οι Ταλιμπάν δεν θα τους ενοχλήσουν και θα προχωρήσουν να εξαπολύσουν επιθέσεις σε άλλη περιοχή.
Η παράλληλη διοίκηση δεν προέκυψε τυχαία. Είναι αποτέλεσμα μιας καλά μελετημένης στρατηγικής τεσσάρων φάσεων, την οποία οι Ταλιμπάν εφαρμόζουν σε μεγάλο μέρος του Αφγανιστάν, πρώτα στο νότο και αργότερα παραπέρα προς το βορρά.
Πρώτα ήρθε η σταθεροποίηση. Το 2002, όλοι φοβόντουσαν τις συμμαχικές δυνάμεις και αισιοδοξούσαν ότι θα γίνουν αλλαγές. Οι Ταλιμπάν διατηρούσαν χαμηλό προφίλ. Πολλοί διέφυγαν στο Πακιστάν.
Μέχρι το 2005, σημαντικές προσωπικότητες άρχισαν να επιστρέφουν στην επαρχία Wardak , επανεργοποιώντας παλιά δίκτυα και κηρύσσοντας ότι ήταν αναγκαίος ένας νέος ιερός πόλεμος εναντίον των «χριστιανών εισβολέων». Εκμεταλλευόμενοι τις τοπικές διαμάχες για την εξουσία, την οργή για τις διεφθαρμένες τοπικές αρχές και το δικό τους κύρος ως μορφωμένοι κληρικοί ανάμεσα σε ένα αγράμματο πληθυσμό, οι ηγέτες των Ταλιμπάν κατάφεραν να εξαπλώσουν την επιρροή τους. Μέχρι το τέλος της περασμένης χρονιάς πέρασαν στην επόμενη φάση: στη στρατολόγηση.
Παρόλο που είναι απόλυτα πιστή στην κυβέρνηση, η βουλευτής Roshanak χρειάζεται να έχει στενές σχέσεις με τους Ταλιμπάν για να επιβιώσει. «Γνωρίζω πολλούς», μας είπε. «Υπάρχουν οι παλιοί Ταλιμπάν και οι κληρικοί και τώρα υπάρχουν και πολλοί νέοι μαχητές. Είναι οργισμένοι, φτωχοί και βίαιοι έφηβοι. Είναι εύκολο να στρατολογηθούν».
Αξίζει να σημειωθεί ότι το εξαιρετικά ενδιαφέρον ρεπορτάζ του ανταποκριτή του «Observer» αναφέρεται κυρίως στην επαρχία Wardak, που βρίσκεται σε απόσταση μόλις 30 χλιόμετρα από την αφγανική πρωτεύουσα. Αν όσα περιγράφει το ρεπορτάζ συμβαίνουν στα περίχωρα ουσιαστικά της Καμπούλ, αντιλαμβάνεται κανείς τι συμβαίνει στις μακρινές περιοχές του νότιου και ανατολικού Αφγανιστάν και πόσο δύσκολη είναι η κατάσταση για τους αμερικάνους κατακτητές. Στόχος των Ταλιμπάν είναι να απομονώσουν την Καμπούλ, αφού κερδίζουν την υποστήριξη του ντόπιου πληθυσμού στη γύρω περιοχή και κάνουν δύσκολο τον εφοδιασμό των αμερικανονατοϊκών στρατευμάτων. Και, όπως φαίνεται, βαδίζουν με επιτυχία στην εκπλήρωση του στόχου αυτού. Οι Αμερικάνοι αγνόησαν και περιφρόνησαν την ιστορία και τις αγωνιστικές παραδόσεις του αφγανικού λαού και, όπως φαίνεται, θα το πληρώσουν πολύ ακριβά. Οπως το πλήρωσαν μέχρι τώρα όλοι οι επίδοξοι κατακτητές της χώρας.