Σε μια ακόμη ανακύκλωση των ίδιων υλικών προχωρά η κυβέρνηση Καραμανλή στο χώρο της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Και επειδή στο σύγχρονο καπιταλισμό κυριαρχεί το δόγμα «σημασία δεν έχει τι πουλάς, αλλά πώς το πουλάς», τη νέα ανακύκλωση ανέλαβαν δυο μετρ της προπαγάνδας, ο Σπηλιωτόπουλος και ο Μπαμπινιώτης.
Παρακολουθούσαμε τις δηλώσεις τους την περασμένη Τρίτη, μετά τη συνάντησή τους με τον Καραμανλή, ενταγμένη κι αυτή στο προπαγανδιστικό παιχνίδι. Ούτε μια νέα ιδέα δεν ακούσαμε. Τίποτα που να μην το έχουμε ξανακούσει από άλλους υπουργούς Παιδείας και μεγαλόσχημους πανεπιστημιακούς στο παρελθόν.
Τι νέο ν’ ακουστεί, όμως, όταν όλες οι κυβερνήσεις με ένα και μοναδικό θέμα ασχολούνται: πώς θα καταφέρουν ν’ ανακόψουν την τάση που έχει ριζώσει στην ελληνική λαϊκή οικογένεια, να επιδιώκει να πάρουν τα παιδιά της πανεπιστημιακή μόρφωση. Τάση που μπορεί μεν να υποκρύπτει τον πόθο να ξεφύγουν τα παιδιά από την οικογενειακή μιζέρια, έχει όμως ιστορικά προοδευτικό χαρακτήρα, διότι φέρνει τη νεολαία πιο κοντά στη μόρφωση, ενώ ταυτόχρονα αποκαλύπτει τα στενά όρια του αστικού εκπαιδευτικού συστήματος και φέρνει την εργαζόμενη κοινωνία και τη νεολαία σ’ αντίθεση μ’ αυτό το σύστημα.
Ακούσαμε τον Σπηλιωτόπουλο να αναφέρεται στο Λύκειο και αντί να επαναλαμβάνει τα λεγόμενα των προκατόχων του, περί μετατροπής του Λυκείου σε αυτοτελή μορφωτική βαθμίδα, να επιλέγει πιο μοντέρνες εκφράσεις, μιλώντας για «ένα τελείως διαφορετικό πρόγραμμα σπουδών μέσα στα σχολεία, ένα πρόγραμμα το οποίο να είναι πιο ευέλικτο, πιο κοντά στις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες». Ο όρος «ευελιξία», όμως, όπου χρησιμοποιήθηκε σηματοδότησε αντιλαϊκές και αντεργατικές αλλαγές. Εν προκειμένω, φαίνεται να σηματοδοτεί ένα Λύκειο «πολλών ταχυτήτων».
Ο ίδιος, εντελώς άσχετος προς τα εκπαιδευτικά, περιέγραψε το «ευέλικτο» πρόγραμμα μιλώντας για «ζώνη πολιτισμού», για «περισσότερο δημιουργικό χρόνο για τα παιδιά», για «δυνατότητα να αναπτύσσουν τις δημιουργικές ή καλλιτεχνικές δεξιότητες που έχουν». Κι αφού είπε όλα αυτά τα εύηχα, κατέληξε στο ζουμί: «Να έχουν (μαθητές και μαθήτριες) μια καλύτερη, πιο ουσιαστική τεχνική, επαγγελματική εκπαίδευση»! Τι δουλειά, όμως, έχει η τεχνική, επαγγελματική εκπαίδευση σε ένα Λύκειο που υποτίθεται ότι σκοπεύει να προσφέρει γενική μόρφωση; Τον υπουργό Παιδείας συναγωνίστηκε ο Μπαμπινιώτης, που σίγουρα δεν είναι άσχετος, λέγοντας: «Μας ενδιαφέρει ΠΑΡΑ ΠΟΛΥ η αναβάθμιση της Τεχνικής Επαγγελματικής εκπαίδευσης με ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ την πιστοποίηση, ώστε να μπορεί ο απόφοιτος αυτής της εκπαίδευσης να έχει μια καλή δουλειά, μια καλή αμοιβή και ΕΤΣΙ να προσελκύσουμε πλέον μαθητές οι οποίοι έχουν άλλες δυνατότητες».
Προσπερνάμε την πρόκληση της «καλής δουλειάς», σε μια εποχή που βασιλεύει η ανεργία, και της «καλής αμοιβής», σε μια εποχή εξευτελιστικών μεροκάματων, υποαπασχόλησης και stage, και μένουμε στην εκπαιδευτική ουσία: εκείνο που οραματίζονται είναι μια δευτεροβάθμια εκπαίδευση η οποία θα είναι το τελευταίο εκπαιδευτικό στάδιο για την πλειοψηφία των νέων. Μια εκπαίδευση που θα προσφέρει μόνο κάποιες τεχνικές δεξιότητες (καμιά σχέση με τη μόρφωση), τις οποίες μάλιστα ο εργαζόμενος θα πρέπει συνεχώς να ανανεώνει, στο πλαίσιο της «διά βίου μάθησης». Μια εκπαίδευση που θα παράγει φτηνό, ευέλικτο, πειθαρχημένο και υπάκουο εργατικό δυναμικό.
Γι’ αυτό μιλάμε για ανακύκλωση των ίδιων παλιών υλικών. Το ίδιο επεδίωξαν όλοι οι υπουργοί που έκαναν αλλαγές στο Λύκειο και στον τρόπο εισαγωγής σε ΑΕΙ-ΤΕΙ. Οπως οι προηγούμενοι, έτσι θα σπάσουν τα μούτρα τους και οι τωρινοί.
Π.Γ.