Με συντονισμένες ενέργειες, κυβέρνηση και ΣΕΒ διέψευσαν την περασμένη Τετάρτη τις φήμες περί περικοπής του 14ου μισθού και στον ιδιωτικό τομέα. Για «ακριτομυθίες παραγόντων εκτός πολιτικής , εκτός όλων των κομμάτων, οπωσδήποτε της κυβέρνησης, αλλά και όλων των άλλων κομμάτων», στις οποίες κακώς έδωσαν βάση οι δημοσιογράφοι, έκανε λόγο ο Α. Λοβέρδος. «Δεν τίθεται θέμα περικοπής του 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, στη χώρα μας υπάρχει ένα παγιοποιημένο πλαίσιο εργασιακών σχέσεων», δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΕΒ, Δ. Δασκαλόπουλος, ο οποίος δεν παρέλειψε να συμπληρώσει, με το γνωστό θράσος των καπιταλιστών, ότι οι κινητοποιήσεις «υποκινούνται από εκείνους που για δικό τους όφελος θέλουν να συντηρήσουν τις παθογένειες που έκαναν την Ελλάδα ζητιάνο στις διεθνείς αγορές».
Μια μέρα πριν την 24ωρη πανεργατική-πανυπαλληλική απεργία της Πέμπτης, θέλησαν να καθησυχάσουν τα πνεύματα, διαψεύδοντας φήμες που οι ίδιοι είχαν διαδώσει (και όχι κάποιοι «παράγοντες εκτός πολιτικής», που ο Λοβέρδος δεν κατονόμασε). Ποιος καλλιέργησε τη σχετική φιλολογία; Ηταν ο εκπρόσωπος Τύπου του επιτρόπου Ρεν, Αμαντέο Τάρντι, που αποκάλυψε ότι ο Ρεν θεωρεί φυσικό επακόλουθο να περικοπούν σύντομα οι μισθοί μετά τον δημόσιο τομέα και στον ιδιωτικό. «Η μείωση των μισθών αναμένεται ότι θα περάσει και στον ιδιωτικό τομέα» και «αυτό θα φανεί άμεσα», δήλωσε ο εκπρόσωπος. Ηταν η Λ. Κατσέλη που άφησε ανοιχτό το θέμα. Ηταν τέλος ο ίδιος ο Γ. Παπακωνσταντίνου, που αρνήθηκε να κάνει μια κατηγορηματική διάψευση και είπε στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων του MEGA, ότι «αυτή τη στιγμή δεν θέλουμε να επέμβουμε».
Γιατί, όμως, ολόκληρη η σχετική φιλολογία επικεντρώθηκε στο 14ο μισθό; Γιατί αυτή η τρομο-είδηση μπορούσε να λειτουργήσει σαν δόλωμα. Να επικεντρωθεί αποκλειστικά εκεί η προσοχή των εργαζόμενων και μετά να βγει η κυβέρνηση, να κάνει μια διάψευση και να αισθανθούν ανακουφισμένοι. Οπως ακριβώς χρησιμοποιήθηκε σαν δόλωμα η άρση της μονιμότητας στο δημόσιο, που την προέβαλε ο ίδιος ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Αλλο αν στην πράξη το δόλωμα δεν λειτούργησε, επειδή ήταν τόσο σφοδρά τα νέα μέτρα, που ουδείς ασχολήθηκε με τη… μη άρση της μονιμότητας (που απαγορεύεται και από το σύνταγμα, άλλωστε). Σ’ αυτή τη φάση δεν έχουν ανάγκη να προχωρήσουν σε άρση της μονιμότητας ή να βάλουν μπροστά συνταγματικές διαδικασίες. Τους αρκεί το πάγωμα των προσλήψεων και στη συνέχεια η εφαρμογή του δόγματος «1 πρόσληψη για κάθε 5 αποχωρήσεις», που σε συνδυασμό με τις υποχρεωτικές μετατάξεις θα οδηγήσουν σε μεγάλη μείωση της απασχόλησης στο δημόσιο (και σε αύξηση της ανεργίας, φυσικά).
Οι άμεσες στοχεύσεις των καπιταλιστών για τον ιδιωτικό τομέα είναι η παγίωση της «ελαστικότητας» στις εργασιακές σχέσεις. Δηλαδή, η αποθέωση του διευθυντικού τους δικαιώματος, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιούν την εργατική δύναμη όσο θέλουν και όποτε θέλουν, αξιοποιώντας κάθε πόρο του χρόνου εργασίας και αυξάνοντας έτσι την εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, ενώ οι εργαζόμενοι θα καταδικάζονται στην υποαπασχόληση και στην έσχατη φτώχεια.
Το νομοσχέδιο Λοβέρδου για τις εργασιακές σχέσεις, που –όπως ο ίδιος ο υπουργός δήλωσε– θα κατατεθεί στη Βουλή την επόμενη εβδομάδα, είναι το πρώτο βήμα σ’ αυτή την κατεύθυνση, ειδικά με τις νέες ρυθμίσεις για την «εκ περιτροπής» εργασία και τις «διαθεσιμότητες». Στη «διαβούλευση» που έγινε την περασμένη Τετάρτη στη Διαρκή Επιτροπή Κοινωνικών Υποθέσεων της Βουλής, ο Λοβέρδος έλεγε τις γνωστές αερολογίες («ούτε απορρύθμιση ούτε υπερρύθμιση της αγοράς εργασίας»), όμως ακόμη και ο κυβερνητικός βουλευτής (και πρωθυπουργικός φίλος) Ηλ. Μόσιαλος αισθάνθηκε την ανάγκη να επισημάνει ότι ο συνδυασμός του εξάμηνου της «εκ περιτροπής» εργασίας και του «τρίμηνου» της διαθεσιμότητας είναι «αρκετά δυσμενές μέτρο» και πρότεινε απλά να διευκρινιστεί ότι δε μπορεί ο ίδιος εργαζόμενος να υπαχθεί από τον εργοδότη και στις δυο ρυθμίσεις. Ομως, και μόνο το γεγονός ότι στους καπιταλιστές δίνονται με νόμο τέτοιες δυνατότητες, τους επιτρέπει να κρατούν αλυσοδεμένο το προσωπικό τους στην υποαπασχόληση και να το χρησιμοποιούν μόνο όταν έχουν ανάγκη. Και βέβαια, δεν χρειάζεται να επισημάνουμε ότι στην πράξη τα πράγματα θα είναι πολύ χειρότερα για τους εργαζόμενους. Εδώ ακόμη και σήμερα ο αστικός Τύπος γράφει για ξεσαλωμένους καπιταλιστές που εκβιάζουν, που εφαρμόζουν τριήμερα και τετραήμερα, που μειώνουν μισθούς που προβλέπονται από συλλογικές συμβάσεις κ.λπ.
Ομως, τα πράγματα δεν θα σταματήσουν στο νομοσχέδιο Λοβέρδου. Ούτε μόνο στην αντιασφαλιστική ανατροπή που έρχεται. Ο Ρεν δε μάσησε τα λόγια του στη συνέντευξή του στο «Βήμα»: «Στο πλαίσιο των συστάσεών μας αναμένουμε η Ελλάδα να προωθήσει ένα σύνολο διαρθρωτικών αλλαγών με στόχο την αύξηση της αποτελεσματικότητας στον δημόσιο τομέα, την προώθηση της μεταρρύθμισης στην Υγεία, τη βελτίωση της λειτουργικότητας στην αγορά εργασίας και στη διαδικασία κατάρτισης των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Επίσης η Ελλάδα θα πρέπει να ενισχύσει το επιχειρηματικό περιβάλλον και τη λειτουργία της αγοράς αγαθών. Οπως αντιλαμβάνεστε η κυβέρνηση θα πρέπει να υλοποιήσει δέσμη ολοκληρωμένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων».
Στο ίδιο θέμα αναφέρθηκε και ο Παπανδρέου, στη συνέντευξη που έδωσε στην Ουάσιγκτον. Η κομβική φράση που χρησιμοποίησε ήταν η εξής: «Οι μεταρρυθμίσεις θα δημιουργήσουν καλύτερο πεδίο επενδύσεων στην Ελλάδα». Τι σημαίνει «καλύτερο πεδίο επενδύσεων»; Σημαίνει «κινεζοποίηση» του ελληνικού προλεταριάτου. Επομένως, η πίεση θα είναι συνεχής και σε όλα τα πεδία που διαμορφώνουν τους όρους της μισθωτής εργασίας. Και στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων και στο πεδίο της ασφάλισης και στο πεδίο των απολύσεων (όριο ομαδικών απολύσεων και ύψος αποζημίωσης) και στο πεδίο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Οι επιδιώξεις των καπιταλιστών είναι γνωστές εδώ και χρόνια. Θέλουν να μετατρέψουν τον εργάτη σε πρώτη ύλη. Το μόνο που μπορεί να σταθεί φραγμός στις επιδιώξεις τους είναι η ταξική πάλη των εργατών.