Επιτέλους, μια γιατρός λέει όλη την αλήθεια, όπως τη βιώνει η ίδια και οι συνάδελφοί της. Δεν μεμψιμοιρεί, δεν περιορίζεται σε καταγγελίες, αλλά προχωρά σε προτάσεις άμεσης εφαρμογής, προκειμένου να σωθούν ζωές. Η παθολόγος-εντατικολόγος Χριστίνα Κυδώνα, υπεύθυνη της κλινικής Covid του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, μιλώντας το βράδυ της Παρασκευής (προχθές) σε διαδικτυακή συζήτηση που οργάνωσε η δημοτική κίνηση “η πόλη ανάποδα“, λέει τα πράγματα με τ’ όνομά τους. Δε θα σταθούμε στο γεγονός ότι επιβεβαιώνει πλήρως όσα εμείς καταγγέλλουμε. Θα τονίσουμε τις υποχρεώσεις άμεσου αγώνα που εγείρει, οι οποίες μας αφορούν όλους.
Παραθέτουμε ολόκληρη την τοποθέτησή της (οι εμφάσεις δικές μας):
«Είμαι παθολόγος-εντατικολόγος, τώρα σας μιλάω σαν παθολόγος Covid, γιατί δεν εργάζομαι στην Εντατική. Η εμπειρία μου στην Covid είναι από το πρώτο κύμα της πανδημίας στην Ελλάδα, όπου μετακινήθηκα στο ΑΧΕΠΑ, στο κέντρο αναφοράς, και έτσι είδα τα πρώτα περιστατικά που νοσηλεύτηκαν στην Ελλάδα. Κλήθηκα πριν από 15 μέρες περίπου να στελεχώσω την κλινική Covid του Ιπποκρατείου, η οποια δημιουργήθηκε την 1η Σεπτέμβρη με 35 κλίνες. Οταν όμως την 1η Νοέμβρη έγιναν ξαφνικά 70, σε εκείνη τη γενική εφημερία, με μετακίνησαν στην κλινική Covid ώστε μαζί με τη λοιμωξιολόγο Αθηνά Πυρπασοπούλου να στελεχώσουμε την επέκταση της κλινικής. Από τις 2-3 Νοέμβρη -και τώρα που σας μιλάω έχουμε 20 Νοέμβρη- φτάσαμε από τα 70 περιστατικά εκείνης της εφημερίας στα 240.
Κι αυτό όχι με σταθερά περιστατικά 240. Πολλά από αυτά, μετά από εντολή της διοίκησης, τα διακομίσαμε στον Αγιο Παύλο, στον Αγιο Δημήτριο ή στο 424, έτσι ώστε να ξαναδειάσουμε κλίνες και να εισαγάγουμε ασθενείς στην επόμενη γενική εφημερία. Δηλαδή με φοβερή ανακύκλωση περιστατικών, ώσπου πληρώσαμε ήδη όλα τα κρεβάτια του μπλε κτιρίου και φτάσαμε να επεκτεινόμαστε στο παλιό νεοκλασσικό του Ιπποκρατείου και σήμερα το βράδυ θα καταλάβουμε και το Α’ κτίριο. Η πρόβλεψη για μέχρι αύριο το πρωί είναι να ξεπεράσουμε τα 300 κρεβάτια. Νομίζω ότι καταλαβαίνετε πως τα νούμερα δεν αποτυπώνουν όλη την αλήθεια.
Οταν η κλινική ξεκίνησε το πρόγραμμά της τον Νοέμβρη, είχε σχεδιάσει να καλύψει το πολύ 50 αρρώστους. Το προσωπικό της δηλαδή κλήθηκε για να φτάσει τους 300 σήμερα. Δε θέλω να μιλήσω για τα αυτονόητα της κούρασης, της εξάντλησης, της κυλιόμενης αρρώστιας του προσωπικού, όπως και για τα κύματα κάποιου φόβου που επικρατεί στο νοσοκομείο. Αυτά τα θεωρώ αυτονόητα. Εγώ θέλω να επικεντρωθώ στις τρομερές συνθήκες μη ασφαλούς εφημέρευσης και νοσηλείας των ασθενών μας αυτή τη στιγμή, τουλάχιστον μέσα στο Ιπποκράτειο που μπορώ να το υπογράψω. Οι πτέρυγες είναι κατά μέσο όρο των 50 ατόμων. Το μπλε κτίριο έχει πέντε πτέρυγες μέσα σε τρεις ορόφους και το πολύ που μπορούμε να στελεχώσουμε είναι ένας ειδικός παθολόγος με έναν ειδικευόμενο παθολόγο για κάθε 50 περιστατικά covid.
Να πω ότι πλέον οι εισαγωγές μας αφορούν πάνω της μέτριας βαρύτητας περιστατικά. Ενώ τον Σεπτέμβρη και τον Οκτώβρη βάζαμε αρκετούς ανθρώπους για παρακολούθηση, με βάση το ιστορικό τους, αυτά όλα τα κόψαμε τον Νοέμβρη. Στο νοσοκομείο πλέον εισάγεται όποιος έχει νόσο πάνω της μέτριας βαρύτητας. Κι αυτό γιατί αν δεν το κάναμε, τα κρεβάτια δε θα φτάνανε ούτε μέχρι την παραλία.
Πέραν αυτού, κάνουμε και πιο επιθετικά εξιτήρια. Δηλαδή, δεν περιμένουμε την πλήρη αποδρομή της νόσου, αλλά με το που νιώσουμε ασφαλείς ότι μπορεί να πάει σπίτι με οξύγονο, τότε τον βγάζουμε. Αυτό το κάνουμε για να έχουμε στοιχειωδώς κάποιες ελεύθερες κλίνες, γιατί κάθε τέσσερις μέρες το Ιπποκράτειο πρέπει να ξανανοίξει τις πύλες του.
Ο τρόπος που δουλεύει ο ένας ειδικός κι ο ένας ειδικευόμενος στην πτέρυγα των 50 είναι τουλάχιστον 26 ώρες ντυμένος με στολή, χωρίς ανάπαυση, σε περιστατικά που τουλάχιστον το 30% είναι βαρύτατα και που πλέον εφαρμόζουμε μέσα στις πτέρυγες μη επεμβατικό μηχανικό αερισμό, με ειδικά αναπνευστηράκια που είχαμε φροντίσει να εξασφαλίσουμε ώστε να κρατάμε τους αρρώστους μη διασωληνωμένους όσο το δυνατόν περισσότερο, για να αποφύγουμε τις εισαγωγές στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, μόνο και μόνο από το γεγονός ότι δεν υπάρχουν κρεβάτια διαθέσιμα. Θέλω δηλαδή να πω, για όποιον δεν με κατάλαβε, ότι πλέον στις πτερυγες Covid ένα ποσοστό των περιστατικών κανονικά και με βάση το νόμο δε θα έπρεπε να νοσηλεύεται εκεί, αλλά θα ‘πρεπε να νοσηλεύεται τουλάχιστον στις Μονάδες Αυξημένης Φροντίδας (ΜΑΦ), με μόνιτορ, πολύ περισσότερο νοσηλευτικό προσωπικό και βέβαια πολύ περισσότερο ιατρικό.
Δυστυχώς, δεν υπάρχουν περαιτέρω γιατροί για να μας ενισχύσουν, έχουμε εξαντλήσει όλες μας τις δυνάμεις σε προσωπικό που μπορεί να γνωρίζει Παθολογία. Τώρα έχουμε καλέσει επικουρικά διάφορες άλλες ειδικότητες, τελείως ξένες με την Παθολογία, όπως είναι οφθαλμίατροι, γυναικολόγοι, ορθοπεδικοί, χειρουργοί ή ΩΡΛ γιατροί, τους οποίους –όπως καταλαβαίνει και ο κάθε άνθρωπος που δεν έχει σχέση με την Ιατρική- ειναι αδύνατον να εκπαιδεύσουμε μέσα σε μια μέρα, αλλά τους χρησιμοποιούμε σαν βοηθητικά χέρια για τα στοιχειώδη της παρακολούθησης των ασθενών, δηλαδή ζωτικά σημεία, αιμοληψίες κτλ.
Ολο αυτό κάνει τις συνθήκες νοσηλείας φοβερά επισφαλείς για τους αρρώστους. Και εμένα με ενδιαφέρει τώρα να σταθώ σ’ αυτό, γιατί γνωρίζω πολύ καλά τι κριτική και τι καταγγελίες είχαμε κάνει μέχρι να φτάσουμε εδώ, όπως και ξέρω πολύ καλά τι μπορούμε να πούμε όταν θα περάσει όλο αυτό. Τώρα όμως είναι η ώρα που δυστυχώς είμαστε μέσα στη μεγάλη φωτιά και πρέπει να προτείνουμε λύσεις που να σώσουν τον κόσμο άμεσα. Εδώ θέλω λίγο να συμβάλω στην κουβέντα, το τι μπορεί να γίνει τώρα, πέρα από την κριτική που κάνουμε στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Εμείς ζητήσαμε πρώτον να νοικιαστούν ή να επιταχθούν ξενοδοχεία της πόλης, όπου εκεί να βγάζουμε τα εξιτήριά μας τα οποία είναι ακόμα θετικά. Γιατί αν περιμέναμε να αρνητικοποιηθούν, δε θα υπήρχαν κρεβάτια ούτε μέχρι την παραλία. Αυτοί οι άνθρωποι, που εμείς βγάζουμε θετικούς στην κοινότητα, ανακυκλώνουν τη διασπορά στην πόλη. Δηλαδή, φεύγει ο θετικός, πάει στο σπίτι του και είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν μπορεί να κάτσει άλλες δέκα μέρες σε απομόνωση μέσα στο ίδιο του το σπίτι και κολλάει την υπόλοιπη οικογένεια, η οποία μπορεί να αποτελείται από ηλικιωμένους, ευπαθείς ομάδες, μικρά παιδιά.
Στη Θεσσαλονίκη, λοιπόν, αυτή τη στιγμή το lockdown μόνο, δυστυχώς, εδώ που έχουμε φτάσει, δεν μπορεί να περιορίσει την περαιτέρω διασπορά, γιατί και μόνο τα εξιτήρια των νοσοκομείων που γυρνάνε πίσω στις εστίες τους δημιουργούν αυτόν τον φαύλο κύκλο.
Ζητήσαμε, λοιπόν, ξενοδοχειακές μονάδες, όπου θα πηγαίνουν οι άνθρωποι που είναι σχετικά καλά, να μπορούν να μείνουν σε ένα δωμάτιο μια εβδομάδα, οχτώ-δέκα μέρες, μέχρι να αρνητικοποιηθούν. Απλώς να τους παρέχεται τροφή και μία γραμματειακή υποστήριξη και μια καθαριότητα, για να τους δίνει τα φάρμακά τους από το φαρμακείο. Ενα πράγμα δηλαδή που θεωρούσαμε εφικτό να γίνει απο τις αρχές της πόλης.
Δεύτερον, ζητήσαμε να δημιουργήσουν άμεσα, προφανώς με επίταξη κάποιου χώρου, και μια μονάδα όπου θα πηγαίνουν ηλικιωμένοι άνθρωποι που εξακολουθούν να είναι θετικοί αλλά που θέλουν φροντίδα περαιτέρω. Μπορεί να μη χρειάζονται νοσηλεία, αλλά θέλουν φροντίδα. Κάποιος να τους καθαρίσει, κάποιος να τους σηκώσει, κάποιος να τους ταΐσει. Ούτε αυτό έγινε.
Τρίτον, ζητήσαμε την εμπλοκή του στρατού, γιατί θεωρούμε ότι το Υγειονομικό του στρατού θα μπορούσε να βοηθήσει και το ΕΚΑΒ, αλλά και με το προσωπικό του να ενισχύσει άμεσα τις διακομιδές ή κάποια δικά μας κομμάτια επειγόντων. Ούτε αυτό έγινε.
Και τέλος, την τελευταία εβδομάδα που τα πράγματα βοούν, ζητήσαμε την επίταξη των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων της Θεσσαλονίκης και βέβαια ήδη από προχθές ζητάμε επίμονα την επίταξη των κλινών ΜΕΘ των ιδιωτικών κλινικών Θεσσαλονίκης. Διότι πλέον δεν υπάρχει απολύτως τίποτα –απολύτως τίποτα, ακόμα κι αυτή τη νύχτα που μιλάμε- ελεύθερο.
Ο ρυθμός διασωληνώσεων μέσα στο Ιπποκράτειο πλέον είναι 3 με 5 την ημέρα και δεν υπάρχει κρεβάτι πουθενά στη Βόρεια Ελλαδα. Και όλο αυτό, έχοντας ήδη χρησιμοποιήσει μη επεμβατικό μηχανικό αερισμό, δηλαδή αναπνευστήρες παρακλίνιους, πέρα από κάθε όριο ασφαλείας.
Αρκετοί γιατροί έχουν μιλήσει, αλλά δεν έχουμε μεταφέρει πλήρως την κατάσταση από μέσα, και σεβόμενοι την αγωνία του κόσμου και γιατί δε θέλουμε να δημιουργήσουμε πανικό. Είμαστε όμως σε ένα σημείο που πια –και θα επαναλάβω ότι δε θα μιλήσω για την κούρασή μας, γιατί με την υπερένταση που έχουμε πραγματικά δεν νιώθουμε κούραση- αλλά θέλω να μείνω στο γεγονός ότι ίσως και αύριο, τουλάχιστον οι γιατροί του Ιπποκρατείου θα αρχίσουν να φωνάζουν τον εισαγγελέα, γιατί δεν έχουν καμία λύση στις επόμενες διασωληνώσεις των ασθενών σε κρίσιμη νόσο. Καμία λύση δεν υπάρχει μέχρι αύριο το πρωί και αυτή τη στιγμή που μιλάμε σας το υπογράφω. Αρα, μπορεί εμείς οι ίδιοι, σαν υπάλληλοι και εργαζόμενοι του ΕΣΥ, να αναγκαστούμε να φωνάξουμε εμείς τον εισαγγελέα, γιατί πραγματικά δεν μας δίνεται καμία άλλη διέξοδος.
Πέρα από τις φοβερά επικίνδυνες συνθήκες νοσηλείας, όταν έχεις ένα γιατρί να σε κοιτάει και είσαι τόσο κρίσιμα, θα περιγράψω λίγο την κατάσταση που βιώνει το νοσηλευτικό προσωπικό. Σήμερα, τώρα που μιλάμε, είναι απογευματινή βάρδια ακόμα, είναι τρεις νοσηλεύτριες σε μία βάρδια κατά μέσο όρο των 45-50 ασθενών, που πρέπει να κάνουν νοσηλεία, να καθαρίσουν όποιον λερώνεται, να ξαναβάλουν φλέβα σε όποιον τη βγάζει, να ξαναβάλουν το οξυγόνο σε όποιον είναι διεγερτικός και τα πετάει -πράγμα που συμβαίνει, μπορώ να σας πω και στο 20% των περιπτώσεων- να πάρουν το φαΐ, να το μοιράσουν στους αρρώστους, να τους ταΐσουν, να τους δώσουν και νερό. Επιπλέον και πέραν όλων αυτών, να συνεισφέρουν και στην ανάνηψη ή τη διασωλήνωση ενός κρίσιμου ασθενούς. Οπως καταλαβαίνετε, πέρα από το ότι τρέχει η νοσηλεύτρια ακατάπαυστα, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν, άρα κάποια δε γίνονται καθόλου.
Και εξηγούμαι: Οι περισσότεροι άρρωστοι δεν τρώνε, γιατί πολλοί απ’ αυτούς δεν έχουνε τη δυνατότητα να φάνε μόνοι τους. Και ηλικιωμένοι να μην είναι, υπάρχουν άνθρωποι των 60 χρόνων που είναι τόσο καταβεβλημένοι από τη νόσο, που έχουν δύσπνοια, που δεν μπορούν να σηκωθούν στο κρεβάτι και δεν μπορούν να πάρουν και να ανοίξουν το τάπερ και να σιτιστούν, δεν έχουν καν τη δύναμη να πάρουν το μπουκάλι το νερό από το κομοδίνο. Δε θέλω να γίνω δραματική με την έννοια του σόου, αλλά επιμένω σε αυτές τις λεπτομέρειες, γιατί δε φωτίζονται από κανέναν. Δε μιλάμε μόνο δηλαδή για την εξάντληση του προσωπικού, αυτό εγώ το παραβλέπω προς το παρόν. Μιλάω για το ότι οι ασθενείς δεν έχουν τα στοιχειώδη πολλές φορές μέσα στη βάρδια. Κι αυτό γιατί είναι ανθρωπίνως αδύνατο να τα έχουν.
Αυτό λοιπόν το φοβερά μεγάλο έγκλημα, μαζί με τα μικρά αόρατα εγκλήματα που εμπεριέχει, νομίζω ότι έχει τους ενόχους του και είναι αρκετοί αυτοί που το έχουμε καταγγείλει. Αλλά η θέση η δικιά μου νομίζω ότι είναι στο πώς εμείς από μέσα και το κίνημα απ’ έξω θα πρέπει να εστιάσει τώρα σε άμεσες λύσεις, τουλάχιστον όσον αφορά τη Βόρεια Ελλάδα. Δηλαδή να εκπέμψει ένα τέτοιο SOS ώστε και οι προτάσεις μας να είναι πολύ σαφείς, ώστε να σωθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι.
Αυτό, σήμερα που μιλάμε, Παρασκευή, σημαίνει ότι αύριο το πρωί ανοίγουν οι ΜΕΘ όλων των ιδιωτικών κλινικών Θεσσαλονίκης, όπως ανοίγουν και πτέρυγες των ιδιωτικών κλινικών Θεσσαλονίκης, με επίταξη. Γιατί αύριο το πρωί τελειώνει η γενική μας εφημερία, που θα φτάσει τους 300 ασθενείς, και η επόμενη εφημερία είναι την Τρίτη».
ΥΓ. Σήμερα το απόγευμα, οι κυβερνητικοί εγκάθετοι που διοικούν το Ιπποκράτειο, θορυβημένοι από όσα περιέγραψε η Χριστίνα Κυδώνα, ανακοίνωσαν: «Αναλογιζόμενοι την κρισιμότητα της κατάστασης αλλά και την έκδηλη ανησυχία των συμπολιτών μας, θα θέλαμε να διαβεβαιώσουμε ότι, μέχρι και σήμερα, όλοι οι νοσηλευόμενοι ασθενείς, περιθάλπονται υπό δύσκολες, αλλά ασφαλείς συνθήκες τηρώντας τα ιατρικά πρωτόκολλα»! H γιατρός μίλησε συγκεκριμένα, αυτοί, επειδή δεν μπορούν να αντιτείνουν τίποτα στα όσα είπε, πέταξαν μια παπάρα που δεν έπεισε κανέναν, ενώ αποκάλυψε την ενοχή τους.
Η Χριστίνα Κυδώνα έχει πολυετή προσφορά και είναι γνωστή σε πάρα πολύ κόσμο για το πάθος της για την Ιατρική, για την ολοκληρωτική αφοσίωση στους ασθενείς της. Υπήρξε «μαθήτρια» του αείμνηστου συντρόφου Κωστή Νικηφοράκη και όπως η ίδια έλεγε στην κηδεία του διδάχτηκε απ’ αυτόν «τι σημαίνει να είσαι θεραπευτής, γιατί γιατροί υπάρχουν πολλοί…».