Εδώ και μια δεκαετία στη χώρα μας αναπτύσσεται ένας μύθος (μεταξύ πολλών άλλων), που έχει να κάνει με την προστασία της υγείας των ανθρώπων του λαού: η πολυφαρμακία. Στην Ελλάδα –λέει αυτός ο μύθος- οι άνθρωποι καταναλώνουν πολύ περισσότερα φάρμακα σε σχέση με αυτά που χρειάζονται για την προστασία της υγείας τους, με αποτέλεσμα και την υγεία τους να βλάπτουν και τα δημόσια ταμεία να επιβαρύνονται (μαζί με τα ταμεία υγείας των Ασφαλιστικών Οργανισμών, που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος). Βέβαια, οι κυβερνήσεις και οι τεχνοκράτες που τις βοήθησαν στην καλλιέργεια και διάδοση αυτού του μύθου δεν έφτασαν ποτέ στη ρίζα του: στις πολυεθνικές εταιρίες παραγωγής φαρμάκων και στις εδώ αντιπροσωπείες τους, που έχουν στήσει ολόκληρο κύκλωμα «προμοταρίσματος» φαρμάκων, σε συνεργασία με γιατρούς που στην πλειοψηφία τους έχουν ξεχάσει τον όρκο του Ιπποκράτη.
Η διέξοδος –σύμφωνα πάντα με τον μύθο- βρέθηκε εύκολα. Να μεταφερθεί σημαντικό μέρος της αγοράς των φαρμάκων στους ασφαλισμένους, ώστε να πονάει η τσέπη τους και να πάψουν να παίρνουν πολλά φάρμακα. Ακόμη, να καθιερωθεί λίστα φαρμάκων, που περιορίζει τους γιατρούς και αναγκάζει τους ασθενείς να πληρώνουν από την τσέπη τους μια σειρά φάρμακα, φτηνά και ακριβά.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Πριν το δούμε, ας μιλήσουμε για την (για μια ακόμη φορά) διάλυση του μύθου. Σύμφωνα, λοιπόν, με στοιχεία του ΟΟΣΑ, που έδωσε στη δημοσιότητα ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), η κατά κεφαλή φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα το 2002 ανήλθε στα 194 ευρώ. Ξέρετε ποιος είναι ο μέσος όρος στις χώρες της ευρωζώνης; 389 ευρώ. Δηλαδή, ακριβώς διπλάσιος! Για ποια πολυφαρμακία, λοιπόν, γίνεται λόγος; Μάλλον για ολιγοφαρμακία, η οποία υποδηλώνει χαμηλό επίπεδο φαρμακευτικής περίθαλψης, θα έπρεπε να γίνεται λόγος.
Μήπως, όμως, η καμπάνια ενάντια στην (ανύπαρκτη) πολυφαρμακία έφερε αποτέλεσμα στο επίπεδο της συνολικής δαπάνης για φάρμακα; Κατηγορηματικά όχι. Το 1995, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη ως ποσοστό της συνολικής δαπάνης για την υγεία ήταν 15,73%, ενώ το 2002 (τελευταία χρονιά για την οποία υπάρχουν στοιχεία) ήταν 15,31%. Εμεινε, δηλαδή, αμετάβλητη. Μπορούμε να το δούμε και από άλλη σκοπιά. Το 1995, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ ήταν 1,51%, ενώ το 2002 ήταν 1,46%. Αν πάρουμε υπόψη μας την αύξηση που σημείωσε το ΑΕΠ τα τελευταία χρόνια, θα καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι είχαμε και μικρή αύξηση της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης.
Αρα, η «πολυφαρμακία» δεν καταπολεμήθηκε. Και δεν καταπολεμήθηκε, γιατί ουδέποτε υπήρξε.
Αρα, η «πολυφαρμακία» δεν καταπολεμήθηκε. Και δεν καταπολεμήθηκε, γιατί ουδέποτε υπήρξε.
Συνέβη, όμως, κάτι άλλο τα τελευταία χρόνια. Αλλαξε ο συσχετισμός ανάμεσα στη δημόσια και την ιδιωτική δαπάνη για φάρμακα. Δηλαδή, ανάμεσα στη δαπάνη που καταβάλλουν οι διάφοροι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί και σ’ αυτή που καταβάλλουν από την τσέπη τους οι ασθενείς. Εχουμε φτάσει στο σημείο το 30% περίπου της δαπάνης για φάρμακα να το καταβάλλουν από την τσέπη τους οι ασθενείς. Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα στις συνολικές δαπάνες για την υγεία, τομέας στον οποίο η ιδιωτική δαπάνη καλπάζει ασυγκράτηση. Στο σύνολο των δαπανών υγείας μόλις το 53% είναι δημόσια δαπάνη, ενώ το 47% είναι ιδιωτική δαπάνη. Δηλαδή, ο κόσμος πληρώνει από την τσέπη του για γιατρούς και φάρμακα τα μισά λεφτά απ’ αυτά απαιτούνται συνολικά. Ξέρετε πόσο είναι το ποσοστό ιδιωτικής δαπάνης για την υγεία κατά μέσο όρο στην ευρωζώνη; 24,5%. Στην Ελλάδα, δηλαδή, πληρώνουμε τα διπλάσια λεφτά από την τσέπη μας σε σχέση μ’ αυτά που πληρώνουν κατά μέσο όρο οι εργαζόμενοι σε όλη την ΕΕ. Προσέξτε, η σύγκριση γίνεται με τον μέσο όρο, στον οποίο συμμετέχουν και χώρες σαν την Ελλάδα, και όχι με τις πιο αναπτυγμένες χώρες, με τις οποίες η ψαλίδα είναι ακόμα πιο μεγάλη.
Συμπέρασμα 1: μην παραμυθιάζεστε από τους διάφορους «ειδικούς», που τους βάζουν μπροστά οι κυβερνήσεις για να ανοίξουν το δρόμο της λιτότητας με τις δήθεν επιστημονικές γνωματεύσεις τους. Πρόκειται για μεγαλολαμόγια, που σιτίζονται από το κράτος και έχουν κάνει όρο ζωής την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του καπιταλισμού και του κράτους τους. Οταν ακούτε για πολυφαρμακία και σπατάλη στην υγεία, να ξέρετε ότι ετοιμάζονται να σας φορτώσουν νέα βάρη. Να σας αναγκάσουν να βάλετε πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη για τις δαπάνες υγείας που είναι απαραίτητες για σας και την οικογένειά σας (γιατί, βέβαια, κανένας φυσιολογικός άνθρωπος δεν «φαρμακώνεται» για την πλάκα του).
Συμπέρασμα 2: Λύση στο πρόβλημα, βέβαια, όπως και σε όλα τα μεγάλα προβλήματα που ταλανίζουν τους ανθρώπους της δουλειάς, μπορεί να δοθεί μόνο με το γκρέμισμα του καπιταλισμού. Αυτό, βέβαια, δεν είναι εύκολη υπόθεση (μολονότι η μη ευκολία τις περισσότερες φορές λειτουργεί και ως άλλοθι αδράνειας). Μέχρι τότε, όμως, μπορούμε να κάνουμε κάτι πιο απλό. Να απαιτήσουμε από το κράτος δωρεάν ιατρική, νοσοκομειακή και φαρμακευτική περίθαλψη για όλο το λαό.
Με κατάργηση των κάθε είδους «συμμετοχών». Οσο δεν το κάνουμε αυτό, όσο δεν το διεκδικούμε, τόσο πιο βαθιά θα αναγκαζόμαστε να βάζουμε το χέρι στην τσέπη όταν αρρωσταίνουμε.
Με κατάργηση των κάθε είδους «συμμετοχών». Οσο δεν το κάνουμε αυτό, όσο δεν το διεκδικούμε, τόσο πιο βαθιά θα αναγκαζόμαστε να βάζουμε το χέρι στην τσέπη όταν αρρωσταίνουμε.