Τη Δευτέρα 11 Γενάρη επαναλειτουργούν Δημοτικά, Νηπιαγωγεία και παιδικοί σταθμοί. Αυτή είναι η «σολομώντεια» λύση που εισηγήθηκε τελικά η επιτροπή των «ενσωματωμένων» ειδικών και έσπευσε να αποδεχτεί η κυβέρνηση. Είχε προηγηθεί ένα συνεχές αλαλούμ με εκπεφρασμένες δημόσια προσωπικές αντικρουόμενες γνώμες των λοιμωξιολόγων, η «επιτροπή των επιστημόνων» φερόταν να είναι τριχασμένη και μια εκβιαστική αιφνιδιαστική κίνηση της κυβέρνησης το Σάββατο 2 του Γενάρη (ενώ εκκρεμούσε νέα συνεδρίαση της επιτροπής για τις 4 του Γενάρη), η οποία ανακοίνωνε, διά στόματος Πέτσα, ότι πάμε σε αυστηροποίηση των μέτρων μιας εβδομάδας (3-10 Ιανουαρίου), με στόχο «να ανοίξουν στις 11 Ιανουαρίου τα σχολεία μας όλων των βαθμίδων».
Ασφαλώς και το ενδιαφέρον της κυβέρνησης, το οποίο επαναλαμβάνουν σαν χαλασμένα γραμμόφωνα οι χαμαιλέοντες της Επιτροπής, για να δικαιολογήσουν όσα «εισηγούνται», καλύπτοντας τον Μητσοτάκη και το κεφάλαιο, δεν είναι το μορφωτικό μέλλον και η ψυχική υγεία των μαθητών.
Καταντά αβάσταχτη και προκλητική υποκρισία αυτός ο ισχυρισμός του Μητσοτάκη και της Κεραμέως, όταν –κατά τα άλλα- μοναδικό μέλημά τους είναι η ένταση των ταξικών φραγμών και διακρίσεων, με αύξηση των εξεταζόμενων μαθημάτων, προαγωγικές εξετάσεις με τράπεζα θεμάτων, δραστική μείωση του αριθμού εισακτέων με τη νέα μέθοδο που δρομολογεί η Κεραμέως, νομιμοποίηση της παιδικής εργασίας (τεχνικές σχολές ακόμη και για απόφοιτους Γυμνασίου) και επέκτασή της με τη μαθητεία, εμμονή στην τηλεαξιολόγηση των μαθητών και στο προχώρημα της ύλης, όταν είναι γνωστά τα μεγάλα προβλήματα της τηλεκπαίδευσης στις φτωχογειτονιές, στα λαϊκά νοικοκυριά και σε απακρυσμένες περιοχές της Ελλάδας, καθώς και συνεχείς ρυθμίσεις που μετατρέπουν τα κολλέγια σε ιδιωτικά πανεπιστήμια, αγνοώντας ξετσίπωτα τους κόπους και τον ιδρώτα που καταβάλλουν οι μαθητές των δημόσιων σχολείων για να πετύχουν την εισαγωγή τους στο Πανεπιστήμιο.
Το ενδιαφέρον τους είναι μόνο οικονομικό. Είναι η έγνοια να μην «επιβαρυνθεί» ο κρατικός προϋπολογισμός και οι καπιταλιστές με τις γονικές άδειες ειδικού σκοπού, που θα εξαναγκαστούν να χορηγούν σε περίπτωση που τα σχολεία, ειδικά αυτά της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης, συνεχίζουν να είναι κλειστά. Οσον αφορά δε τα Γυμνάσια και Λύκεια, εκεί «παίζουν» και άλλα ζητήματα. Είναι οι πιέσεις που δέχονται από τους καπιταλιστές σχολάρχες, που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες να τσεπώσουν το παραδάκι των διδάκτρων. Είναι επίσης οι πανελλαδικές εξετάσεις που κοντοζυγώνουν και αποτελούν τις «ιερές αγελάδες» του συστήματος. Αν τα επιδημιολογικά δεδομένα ήταν υποφερτά, μην έχουμε καμιά αμφιβολία ότι η κυβέρνηση θα έσπευδε να ανοίξει και τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας.
Εκτός όλων αυτών, κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας έχουν εξοργίσει την εκπαιδευτική κοινότητα (ακόμη και τους πατενταρισμένους αστογραφειοκράτες συνδικαλιστές) με την προκλητική υποκρισία τους και τους χειρισμούς τους στην εκπαίδευση εν μέσω πανδημίας. Ψήφισαν εν μέσω πανδημίας την αύξηση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα. Στοίβαξαν τους μαθητές σε πολυπληθή τμήματα των 25, 27 και 28 μαθητών στα αστικά κέντρα, κουνώντας τη σημαία της… δημιουργικής γεωμετρίας του καταγέλαστου πλέον Μαγιορκίνη, ακόμη και σε περιοχές όπου το επιδημιολογικό φορτίο ήταν τεράστιο. Διένειμαν μάσκες-σώβρακα και τέσσερις μήνες μετά δεν έχουν στείλει ακόμη στα σχολεία τις μάσκες με το σωστό μέγεθος. Εβαλαν σε κίνδυνο την υγεία και τη ζωή εκπαιδευτικών, μαθητών και των οικογενειών τους εφαρμόζοντας πρωτόκολλα-λάστιχο, χωρίς να κάνουν την πρέπουσα ιχνηλάτηση, ενώ αρνούνταν τον καθολικό εργαστηριακό έλεγχο των ασυμπτωματικών στενών επαφών. Η διενέργεια τεστ επαφιόταν στην καλή θέληση και συνείδηση των γονιών (στο τμήμα που υπήρχε κρούσμα), ενώ δεν προβλεπόταν δωρεάν τεστ για μαθητές και εκπαιδευτικούς.
Δεν προχώρησαν στην πρόσληψη του αναγκαίου εκπαιδευτικού προσωπικού, ώστε να σπάσουν τα τμήματα στη μέση, ούτε έδειξαν το παραμικρό ενδιαφέρον να κατασκευάσουν ή έστω να βρουν νέες σχολικές αίθουσες μετά το τέλος του πρώτου κύματος της πανδημίας, ενώ μεσολαβούσε το καλοκαίρι και αναμενόταν μετά βεβαιότητας νέο φθινοπωρινό δεύτερο κύμα. Για να μη μιλήσουμε για τις συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας και την κτιριακή υποδομή των δημόσιων σχολείων.
Οι ευθύνες τους είναι τεράστιες και εγκληματικές. Οχι μόνο γιατί δεν έγιναν τίποτε από τα παραπάνω και πάμε σε επαναλειτουργία των σχολείων της Πρωτοβάθμιας (σε πρώτη φάση) με τους όρους και τις συνθήκες που ίσχυαν ως τώρα, αλλά και γιατί δεν έχουμε ξεμπερδέψει ακόμη με το δεύτερο κύμα και ο κίνδυνος ενός τρίτου χειμερινού κύματος, κολλητά με το δεύτερο, είναι υπαρκτός. Οι Εντατικές είναι στα όριά τους, οι θάνατοι στα ύψη, οι ελλείψεις στην Υγεία τεράστιες και το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό κατάκοπο.
Ακόμη και τώρα, τα μέτρα που πρότεινε η Κεραμέως και αποδέχτηκαν ως επαρκή οι «ενσωματωμένοι» λοιμωξιολόγοι και επιδημιολόγοι είναι για γέλια και κλάματα: διαφοροποιημένη ώρα προσέλευσης και αποχώρησης των μαθητών, χρήση όλων των εισόδων της σχολικής μονάδας (εφόσον υπάρχουν) και δημιουργία ειδικής πλατφόρμας, μέσω της οποίας οι εκπαιδευτικοί θα μπορούν «να αιτούνται δωρεάν εξέταση για κοροναϊό» (δε διευκρινίζεται αν πρόκειται για μοριακό τεστ ή για το παντελώς αναξιόπιστο rapid test, αλλά είμαστε σίγουροι ότι πρόκειται για το δεύτερο).
Ακόμη και τώρα, δεν προβλέπεται ο καθολικός εμβολιασμός των εκπαιδευτικών, που ως γνωστό είναι σε μεγάλο βαθμό ένας γερασμένος πληθυσμός λόγω της δεκάχρονης αδιοριστίας, ούτε καν εμβολιασμός των ευπαθών ομάδων τους.
Τεράστιες και εγκληματικές είναι και οι ευθύνες των «ενσωματωμένων» ειδικών, που έχουν ακυρώσει το ρόλο τους ως επιστήμονες. Είναι γνώστες όλων των μελετών που αναφέρονται στη μετάδοση του κοροναϊού από τα παιδιά και όμως άναψαν το πράσινο φως στον Μητσοτάκη να επαναλειτουργήσει σε πρώτη φάση τα Δημοτικά και τα Νηπιαγωγεία. Παλαιότερων μελετών, αλλά και πρόσφατων.
Είναι η μελέτη του επικεφαλής του Ινστιτούτου Ιολογίας Charite του Βερολίνου Κριστιάν Ντρόστεν και της ομάδας του, που συμπεραίνει ότι το ιικό φορτίο στα παιδιά δε διαφέρει σημαντικά από αυτό την ενηλίκων και ότι «η δυναμική της μετάδοσης στα σχολεία και τα νηπιαγωγεία πρέπει να αξιολογείται χρησιμοποιώντας τις ίδιες παραδοχές μολυσματικότητας όπως και για τους ενήλικες». Είναι η μελέτη κινέζων επιστημόνων, που δημοσιεύτηκε στο Science και δείχνει ότι η μετάδοση του ιού από τα παιδιά είναι περίπου στο 1/3 των ενηλίκων. Είναι το παράδειγμα της Δανίας, που μετά το πρόωρο άνοιγμα των σχολείων στην πρώτη φάση της πανδημίας αυξήθηκε ο βαθμός μεταδοτικότητας (R0) (δείτε εδώ). Είναι η νοτιοκορεάτικη μελέτη που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα του αμερικάνικου Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC) στις 16 Ιούλη, η έκθεση της αμερικάνικης Ακαδημίας Παιδιατρικής, που δημοσιεύτηκε στις 27 Αυγούστου, η έκθεση που δημοσιεύτηκε στο αμερικάνικο ακαδημαϊκό περιοδικό Jama Pediatrics στις 30 Ιούλη, σύμφωνα με την οποία τα παιδιά κάτω των πέντε ετών, όταν νοσούν, φέρουν 10 εως 100 φορές περισσότερο ιικό φορτίο SARS-CoV-2 στο ανώτερο αναπνευστικό τους σύστημα (δηλαδή από το φάρυγγα μέχρι τη μύτη).
Ολες αυτές οι μελέτες συνηγορούν στο συμπέρασμα ότι ο ρόλος των παιδιών στη μετάδοση του κοροναϊού έχει υποβαθμιστεί.
Τέλος, είναι η έρευνα που διεξάγεται από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης σε συνεργασία με άλλα τρία πανεπιστημιακά ιδρύματα (τα Πανεπιστήμια των Γκρατς, Ινσμπρουκ και Λιντς) για λογαριασμό του υπουργείου Παιδείας της Αυστρίας. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της αυστριακής έρευνας Μίχιαελ Βάγκνερ, καθηγητή Μικροβιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης, εξαιτίας του ότι τα παιδιά είναι συχνά ασυμπτωματικά, δεν υποβάλλονται σε τεστ. Αυτό τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι υπάρχει μεγάλος αριθμός μη καταγεγραμμένων κρουσμάτων στα παιδιά.
Βάσει των μέχρι τώρα αποτελεσμάτων της έρευνας, ο Βάγκνερ επισημαίνει ότι «οι μαθητές κάτω των 14 χρόνων μολύνονται σε ρυθμό παρόμοιο με αυτό των δασκάλων» και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι τα σχολεία δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «νησιά των μακάρων», ομολογώντας ότι τους ξάφνιασε το γεγονός ότι τα παιδιά μολύνονται το ίδιο ή ακόμα και πιο συχνά από τους ενήλικες!
Να μην ανοίξουν τα σχολεία
Μετά από όλα αυτά, το καθαρό συμπέρασμα είναι ότι σε αυτήν τη φάση που
α) ακόμη δεν έχουμε ξεμπερδέψει με το δεύτερο κύμα (τα επιδημιολογικά δεδομένα είναι τρομακτικά), ενώ ένα τρίτο τους επόμενους μήνες της βαρυχειμωνιάς μπορεί να εμφανιστεί σε συνέχεια του δεύτερου
β) το ίδιο το κυβερνητικό επιτελείο «προβληματίζεται» για τη Δυτική Αττική, το Περιστέρι, το Ιλιον, το Κερατσίνι τη Δραπετσώνα, την Καλλιθέα και άλλες περιοχές στην Ελλάδα που συνεχώς προστίθονται στην κατακόκκινη λίστα όπου η πανδημία «βράζει», οι εργασιακοί χώροι μεγάλης συγκέντρωσης εργατικού δυναμικού είναι ωρολογιακές βόμβες, καθώς οι καπιταλιστές λειτουργούν ασύδοτα και οι επιχειρήσεις πνίγουν τα κρούσματα
γ) στις ώρες αιχμής οι εργαζόμενοι «παστώνονται» σαν τις σαρδέλες στα μέσα μαζικής μεταφοράς
δ) επιστημονικές μελέτες τονίζουν ότι τα σχολεία δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «νησιά των μακάρων» και ότι τα παιδιά, αν και σε μεγάλο βαθμό ασυμπτωματικά, και νοσούν και μεταδίδουν τον ιό,
τα σχολεία όλων των βαθμίδων πρέπει να είναι κλειστά, αν προτεραιότητά μας είναι η προστασία της δημόσιας υγείας, του λαού μας.
ΥΓ. Αγωνία υπάρχει σχετικά με το πώς θα αντιμετωπιστούν τα Εσπερινά Λύκεια, όταν έρθει η ώρα να ανοίξουν τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας, επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των φοιτούντων σε αυτά είναι ενήλικες και «η ηλικιακή σύνθεση των Εσπερινών ΕΠΑ.Λ. δείχνει να έχει μέσο όρο άνω των 40 ετών και η πλειοψηφία αυτών να εργάζεται», όπως επισημαίνει η ΟΛΤΕΕ (Προβληματισμοί για τα Εσπερινά σχολεία και την επανέναρξη μαθημάτων).
Γιούλα Γκεσούλη