Βαίνομεν, λοιπόν, προς εκλογάς, όπως θα έγραφαν οι φυλλάδες της αλήστου μνήμης εποχής της καθαρεύουσας. Και το σκηνικό άλλαξε άρδην. Οι μαζορέτες ανέβηκαν ήδη στη σκηνή και προσπαθούν να προσελκύσουν το φιλοθεάμον κοινό δείχνοντάς του τα κάλλη τους και προσπαθώντας επιμελώς να κρύψουν την κυτταρίτιδα που καλύπτει όλο το σώμα τους.
Υπάρχουν κάποια δεδομένα που ασφαλώς δεν διαφεύγουν της προσοχής των εργαζόμενων και των νέων, που καλούνται να ασκήσουν το «ύψιστο δικαίωμα του πολίτη». Το βασικότερο απ’ αυτά τα δεδομένα είναι πως η πολιτική είναι καθορισμένη. Δεμένη με την ψήφο των 2/3 της σημερινής Βουλής, δεμένη με τις υπογραφές των αρχηγών των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, δεμένη με δανειακές συμβάσεις υπαγόμενες σε αλλοδαπό Δίκαιο (βρετανικό) και σε αλλοδαπά δικαστήρια (Λουξεμβούργου), δεμένη πάνω απ’ όλα με τη συμμετοχή της χώρας μας στο ιμπεριαλιστικό μόρφωμα της ΕΕ και της Ευρωζώνης, την οποία δεν αμφισβητούν τα εννέα δέκατα των πολιτικών σχηματισμών που ζητούν την ψήφο των εργαζόμενων-πολιτών και των νέων-πολιτών.
Ομως, ακόμη και αυτό το αδιαμφισβήτητο δεδομένο εμφανίζεται ως αμφισβητήσιμο από έναν μεγάλο αστερισμό κομμάτων, πλην των δύο κομμάτων της σημερινής συγκυβέρνησης (αν και από τη ΝΔ υπάρχει ένα συνεχές κλείσιμο του ματιού, που στέλνει το πονηρό μήνυμα «ψηφίστε μας, δώστε μας αυτοδυναμία και κάτι θα γίνει»). Είναι αυτή η μαγική εικόνα που σχηματίζεται σε κάθε προεκλογική περίοδο. Διαφορετική από εκλογή σε εκλογή, προσαρμοσμένη στη συγκυρία, αλλά πάντοτε μαγική. Ακόμη και σε περιόδους που τα πράγματα είναι πεντακάθαρα και αδιαμφισβήτητα. Σήμερα, για παράδειγμα, η καθαρότητα και σαφήνεια της πολιτικής που θ’ ακολουθηθεί είναι πρωτοφανής, όμως η μαγική εικόνα σχηματίζεται και πάλι. Η αστική πολιτική είναι σαν τη Λερναία Υδρα. Οταν απουσιάζει ο Ηρακλής, αυτή η Λερναία Υδρα γεννάει καινούργια κεφάλια με μοναδική άνεση. Δείτε πώς πολλαπλασιάστηκε ο «αντιμνημονιακός» αστερισμός, μόλις άλλαξε ο κυρίαρχος συσχετισμός με το πέρασμα της ΝΔ στη συγκυβέρνηση. Αυτός ο «αντιμνημονιακός» αστερισμός, δημιουργημένος κυρίως από πολιτικούς καριέρας που επιδιώκουν την πολιτική τους επιβίωση (από Κατσέλη και Καστανίδη, μέχρι Καμμένο και Κουβέλη), αποτελεί τη βαλβίδα ασφάλειας του πολιτικού συστήματος. Είναι τα τσοπανόσκυλα που αναλαμβάνουν να μαζέψουν τα ζωηρά πρόβατα και να τα επαναφέρουν στο κοπάδι. Να καλλιεργήσουν ψευδαισθήσεις, φρούδες ελπίδες. Να δουλέψει το σύστημα, περνώντας το πρώτο εκλογικό «κρας τεστ» μετά το ξέσπασμα της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης και τα όσα ακολούθησαν.
Υπάρχουν, όμως, και οι… σταθερές αξίες. Η «παραδοσιακή» ψευτοαριστερά, η οποία δεν μπορεί να κατηγορηθεί για όψιμη αντιμνημονιακή στάση. Και ο Περισσός και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ψήφισαν κανένα Μνημόνιο, κανέναν εφαρμοστικό νόμο, κανένα από τα αντιλαϊκά και αντεργατικά νομοθετήματα της τελευταίας διετίας. Με καθαρό το κούτελο, λοιπόν, ζητούν την ψήφο των «πολιτών» και ευελπιστούν ότι αυτή τη φορά θα εισπράξουν το αντίτιμο της συνεπούς τους στάσης. Καλού-κακού, βέβαια, παίρνουν και καμιά γάτα, διότι το ευχέλαιο δεν φτάνει. Ο Τσίπρας με τους Συριζαίους, φερειπείν, μαζεύει κάτι «λιμά» του ΠΑΣΟΚ. Κυρίως όσους και όσες δεν ταυτίστηκαν με καμιά φάση του Μνημόνιου. Κάτι «ορφανά» του Γιωργάκη σαν τον Κοτζιά, ακόμα και «ορφανά» του Ακη σαν τον Κοτσακά (ναι, υπάρχει πολιτικά και ο Κοτσακάς). Μόνο με μια ισχυρή δόση σοσιαλδημοκρατίας μπορείς να τσιμπήσεις «πράσινες» ψήφους διαμαρτυρίας. Οσο για τον Περισσό, δεν φτάνει σε επίπεδο οργανωτικής ξεφτίλας, φτάνει όμως σε επίπεδο πολιτικής ξεφτίλας, ζητώντας ψήφο όχι επί τη βάσει του προγράμματός του, αλλά ως αποτέλεσμα της… ειλικρίνειάς του (δες σχόλιο στη σελίδα 16 αυτού του φύλλου). Οσονούπω θα προστεθεί και η «εκτός των (κοινοβουλευτικών) τειχών» Αριστερά, η οποία επίσης ευελπιστεί ότι αυτή τη φορά η κρίση θα της χαμογελάσει.
Το ακριβές εκλογικό αποτέλεσμα δεν το γνωρίζουμε, γνωρίζουμε όμως το μετεκλογικό. Η δεδομένη και διπλοσφραγισμένη πολιτική θα συνεχιστεί και μένει να μάθουμε ποιο ακριβώς σχήμα θα τη διαχειριστεί ως κυβέρνηση. Η εγχώρια αστική τάξη και οι αποικιοκράτες ιμπεριαλιστές εύχονται να μην υπάρξει αυτοδυναμία και να συνεχίσει ένα συμμαχικό σχήμα ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, με τον Παπαδήμο πρωθυπουργό, κατά προτίμηση, έστω και με τον Σαμαρά στην ανάγκη (αν το ΠΑΣΟΚ υποστεί συντριβή και δεν έχει τον «κώλο» ν’ απαιτήσει να πρωθυπουργέψει τρίτο πρόσωπο).
Ναι, έρχεται η απάντηση, όμως η αντιπολίτευση θα είναι δυνατή. Πόσο δυνατή; Αν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ πάρουν μαζί το 50% των ψήφων (στη χειρότερη περίπτωση) θα έχουν γύρω στους 170-180 βουλευτές. Πλειοψηφία ικανή να κυβερνήσει με άνεση, έχοντας μάλιστα «νωπή λαϊκή εντολή». Η ισχυροποίηση της Αριστεράς στη Βουλή –επιμένουν οι οπαδοί του κοινοβουλευτικού κρετινισμού– θα επιτρέψει στο λαό να αγωνιστεί από καλύτερες θέσεις. Αυτό, ειλικρινά, ποτέ δεν το καταλάβαμε. Πώς ακριβώς γίνεται η σύνδεση κοινοβουλευτικής δύναμης και λαϊκών αγώνων; Να το θέσουμε και διαφορετικά: οι λαϊκοί αγώνες της τελευταίας διετίας κατέστησαν αναποτελεσματικοί επειδή δεν υπήρχε τόσο δυνατή κοινοβουλευτική εκπροσώπηση της λεγόμενης Αριστεράς;
Αστεία πράγματα. Η εφημερίδα μας έχει κατά κόρον αναλύσει την πορεία των εργατικών και λαϊκών αγώνων την τελευταία διετία και με επάρκεια κατά τη γνώμη μας. Οι αγώνες υπήρξαν αναποτελεσματικοί και η ποικιλώνυμη Αριστερά έχει τη δική της καθοριστική συμμετοχή σ’ αυτό, γιατί τους υπονόμευσε, τους αποσυντόνισε, τους ελεεινολόγησε, τους προβοκάρισε όταν ξέφυγαν από τα όρια της αστικής νομιμότητας. Για ποιους λαϊκούς αγώνες μιλά ο Περισσός που στις 20 Οκτώβρη του 2011 ανέλαβε να περιφρουρήσει το αστικό κοινοβούλιο μη τυχόν και ξεσπάσει πάνω του η οργή του κόσμου; Οσο για τον ΣΥΡΙΖΑ, μόνο ξεφτίλα και σπέκουλα με κινήματα τύπου «αγανακτισμένων» και «πατάτας».
Ο Ενγκελς είχε πει κάποτε μια σοφή κουβέντα: οι εκλογές μπορούν να λειτουργήσουν μόνο ως δείκτης ωριμότητας της εργατικής τάξης. Κι επειδή καμιά εκλογή δεν είναι ίδια με καμιά άλλη, διότι καμιά περίοδος δεν είναι ίδια με τις άλλες, μιλώντας για τις εκλογές που θα γίνουν σε λιγότερο από δυο μήνες πρέπει να πούμε ότι ο δείκτης ωριμότητας της εργατικής τάξης θα φανεί από το βαθμό αποδοκιμασίας της ίδιας της εκλογικής διαδικασίας, κυρίως από το ποσοστό της αποχής.
Και βέβαια, όπως και άλλες φορές έχουμε επισημάνει, αυτός ο βαθμός ωριμότητας είναι απολύτως σχετικός. Τι να την κάνεις την αυξημένη αποχή, όταν έχεις κοινωνική νηνεμία και τα κύματα της «κινεζοποίησης» τσακίζουν την εργατική οικογένεια; Ευκταίο το σπάσιμο της κοινωνικής νηνεμίας, ευκταία η όξυνση της ταξικής πάλης, όμως η ανάπτυξη της ταξικής αυτοσυνείδησης ακόμη δεν έχει αρχίσει. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα της εποχής, σ’ αυτό θα έπρεπε να επικεντρωθούν οι κομμουνιστές, όσοι οραματίζονται όχι μια καλύτερη θέση μέσα στο αστικό καθεστώς, αλλά την ολοσχερή καταστροφή του.
Πέτρος Γιώτης