Πριν από μερικές μέρες, η Morgan Sta-nley, ένα από τα μεγαλύτερα μονοπώλια του διεθνούς χρηματιστικού κεφάλαιου, αιφνιδίασε τους πάντες με ένα κείμενό της, στο οποίο υποστήριζε ότι η συζήτηση για το αν η Ελλάδα θα παραμείνει στην ευρωζώνη και θα στηριχτεί ή θα αναγκαστεί να αποχωρήσει, δεν έχει και τόση σημασία, γιατί εκείνο που μπορεί να συμβεί είναι η αποχώρηση της Γερμανίας από μια αδύναμη ευρωζώνη και ένα αδύναμο ευρώ, ώστε να στηριχτεί (η Γερμανία) σε ένα ανατιμημένο, σκληρό νόμισμα.
Πριν μερικούς μήνες, μια τέτοια εκτίμηση θα φάνταζε εντελώς εξωπραγματική. Οι περισσότεροι θα την απέδιδαν σε κερδοσκοπικά παιχνίδια με το ευρώ. Σήμερα, όμως, προκάλεσε αμηχανία στο έδαφος της ΕΕ, γιατί πλέον είναι πολλοί αυτοί που θεωρούν τη διάλυση της ευρωζώνης σαν μια πιθανότητα, στις συνθήκες της κρίσης.
Aν δούμε από την άποψη της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας το μηχανισμό «στήριξης», που αποφασίστηκε αρχικά για την Ελλάδα και μελλοντικά για τις άλλες χώρες της ευρωζώνης που θα δεχτούν επιθέσεις στο χρέος τους, θα διαπιστώσουμε ότι δημιουργείται ήδη μια ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων δύο ταχυτήτων. Στις χώρες που αντιμετωπίζουν προβλήματα (όπως η Ελλάδα) οι αποδόσεις είναι υψηλές, ενώ στον «πυρήνα», δηλαδή τη Γερμανία και μερικές άλλες χώρες, οι αποδόσεις είναι χαμηλές. Ετσι, το ευρώ, που σχεδιάστηκε σαν ένα σκληρό νόμισμα, παύει να είναι τέτοιο. Θέλοντας και μη, η ΕΚΤ θα κόψει χρήμα για να καλυφθούν τα ελλείμματα των χωρών που θα προσφύγουν στο μηχανισμό «στήριξης» κι αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη γερμανική οικονομική στρατηγική. Να γιατί έχουν δίκιο εκείνοι που υποστηρίζουν ότι είναι εξίσου πιθανή η έξοδος της Γερμανίας από την ευρωζώνη, προκειμένου να καταφύγει σ’ ένα σκληρό νόμισμα.
Ολη αυτή η ρευστότητα στο οικονομικό και πολιτικό πεδίο της ΕΕ είναι αποτέλεσμα της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης. Η κρίση αποκάλυψε ότι η «βασίλισσα Ευρώπη» είναι γυμνή. Οτι το ενιαίο νόμισμα της ευρωζώνης, παρά την ισχύ που έδειχνε τα προηγούμενα χρόνια, δε μπορεί να αντέξει στις επιθέσεις που δέχεται στις συνθήκες της κρίσης. Αρκετοί ψιθύριζαν τα προηγούμενα χρόνια, ότι δεν υπάρχει ένα αλλά πολλά ευρώ (δεδομένου ότι η αγοραστική αξία του νομίσματος ήταν διαφορετική σε κάθε χώρα της ευρωζώνης), όμως τώρα αυτό φαίνεται καθαρά. Για παράδειγμα, η Γερμανία, στη σημερινή φάση, θέλει ένα σχετικά υποτιμημένο ευρώ, προκειμένου να διατηρήσει την εξαγωγική της ισχύ. Αύριο, που θα θελήσει ένα ισχυρό ευρώ, για να αποφύγει αυτό που οι αστοί οικονομολόγοι ονομάζουν «υπερθέρμανση» της οικονομίας, θα βρεθεί αντιμέτωπη με τα ελλείμματα άλλων χωρών της ευρωζώνης (όχι της Ελλάδας, που αντιπροσωπεύει ένα ελάχιστο ποσοστό του ΑΕΠ της ευρωζώνης, αλλά ιμπεριαλιστικών χωρών όπως η Ιταλία και η Γαλλία), θα οδηγηθεί στο δίλημμα της διατήρησης της ευρωζώνης ή της επιλογής ενός γερμανικού «σκληρού» νομίσματος.
Το πρόβλημα που δεν μπορούν να ξεπεράσουν οι ιμπεριαλιστικές χώρες είναι η ανισόμετρη ανάπτυξη του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Είναι η ανισόμετρη ανάπτυξη που δεν επιτρέπει την «ομογενοποίηση» των εθνικών οικονομιών σε μια ενιαία περιφερειακή οικονομία, όπως αυτή που υποτίθεται ότι θα ήταν η ευρωζώνη. Τα προβλήματα ποτέ δεν έλειψαν ως τώρα. Δεν είναι λίγες οι φορές που η ΕΕ έφτασε στα πρόθυρα της διάλυσης. Πάντοτε, όμως, γινόταν ένας πολιτικός συμβιβασμός και το όχημα προχωρούσε. Γιατί υπήρχαν ακόμη περιθώρια συμβιβασμού. Η κρίση στενεύει απελπιστικά αυτά τα περιθώρια, γι’ αυτό και η επόμενη πολιτική κρίση μπορεί να είναι και η τελευταία της ΕΕ όπως τη γνωρίζουμε.
Ολοι οι αστοί οικονομολόγοι που ασχολούνται με τις προοπτικές ανάκαμψης του καπιταλισμού στην Ευρώπη συμφωνούν σε ένα πράγμα: ότι ο ρυθμός ανάπτυξης δεν θα είναι ο ίδιος σε όλες τις χώρες. Ηδη γίνεται λόγος για «διεύρυνση του χάσματος Βορρά-Νότου», ενώ στο Νότο δεν συμπεριλαμβάνεται μόνο η Ιρλανδία –μαζί με την Ισπανία, την Ελλάδα και την Πορτογαλία– αλλά και η Ιταλία. Την περασμένη εβδομάδα, στις Βρυξέλλες, η εταιρία Ernst & Young παρουσίασε μια έρευνα που έκανε για πρώτη φορά σε ολόκληρη την ευρωζώνη. Εκτός από την ανεργία, το φούντωμα της οποίας προβλέπεται για όλες τις χώρες (και τη Γερμανία), όλα τα άλλα μεγέθη δείχνουν αύξηση των αποκλίσεων και όχι σύγκλιση. Αύξηση των αποκλίσεων στο έδαφος μιας εντελώς αναιμικής ανάπτυξης, ο μέσος όρος της οποίας για την περίοδο 2010-2014 θα είναι για την ευρωζώνη σαν σύνολο μόλις 1,8% (-4% ήταν η ανάπτυξη στην ευρωζώνη το 2009).
Αποκλίνουσες –δηλαδή ανισόμετρα αναπτυσσόμενες– οικονομίες στο πλαίσιο μιας αναιμικής ανάπτυξης σημαίνει απλούστατα ένταση του ανταγωνισμού. Είναι γνωστή, για παράδειγμα, η γερμανική αντίληψη για την ευρωζώνη ως μια περίπου κλειστή αγορά εξαγωγής των γερμανικών προϊόντων και παρασιτικής κερδοσκοπίας των γερμανικών τραπεζών. Με τις πολιτικές συμφωνίες που κλείνονταν ως τώρα, στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού άξονα, η Γερμανία άφηνε ζωτικό χώρο στο γαλλικό μονοπωλιακό κεφάλαιο. Πλέον, όμως, η Γερμανία έχει γίνει εξαιρετικά επιθετική όχι μόνο στο οικονομικό αλλά και στο πολιτικό επίπεδο. Η στάση της Μέρκελ έναντι του «ελληνικού προβλήματος», που αποτελεί μόνο την κορυφή του παγόβουνου, είναι μια ένδειξη πολιτικής επιθετικότητας έναντι του βασικού «εταίρου», της Γαλλίας. Οι χωριστές γερμανορωσικές συνομιλίες για οικονομικά και πολιτικά ζητήματα είναι μια άλλη σαφής ένδειξη ότι η Γερμανία αποστασιοποιείται από την «κοινή ευρωπαϊκή πολιτική», εγγύηση της οποίας ήταν ο γαλλογερμανικός άξονας. Γι’ αυτό «γρυλλίζει» συνεχώς η «γερακίνα» Κριστίν Λαγκάρντ, που βλέπει τον γερμανικό ιμπεριαλισμό να επελαύνει σε όλες τις ευρωπαϊκές αγορές και να κατακλύζει ακόμα και τη Γαλλία.
Τα μεγάλα ζόρια για την ευρωζώνη τώρα αρχίζουν. Η Γερμανία έχει ήδη κάνει σαφείς τις προθέσεις της. Δεν θέλει απλώς να κατακτήσει απόλυτα την αγορά σε όλες τις χώρες-μέλη της ΕΕ, αλλά θέλει να έχει και τον πολιτικό έλεγχο. Γι’ αυτό και από την αρχική άρνηση πέρασε αμέσως στην υιοθέτηση της πρότασης για δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου, υπό τον όρο ότι αυτός ο μηχανισμός θα εφαρμόζει μέτρα πιο σκληρά απ’ αυτά που προβλέπει το Σύμφωνο Σταθερότητας. Πώς θα αντιδράσει η Γαλλία, που αντιμετωπίζει μεγάλα ελλείμματα και ψηλό χρέος; Ιδού η διαμάχη που θα σφραγίσει την ευρωζώνη κατά την επόμενη διετία.
Πέτρος Γιώτης
ΥΓ: Μιλώντας πρόσφατα στην Επιτροπή οικονομικών και θεσμικών θεμάτων του ευρωκοινοβούλιου, ο Ολι Ρεν παραδέχτηκε ότι «και άλλες κυβερνήσεις –της Γερμανίας, της Ιταλίας, του Βελγίου, της Πολωνίας– είχαν κάνει χρήση παραγώγων για να κρύψουν τα χρέη τους»! Συμπλήρωσε, όμως, ότι οι άλλες κυβερνήσεις «διόρθωσαν αναδρομικά τα στοιχεία τους, ενώ η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα που δεν έχει προβεί στις ανάλογες διορθώσεις». Η αρχική ομολογία, που έρχεται με καθυστέρηση πολλών χρόνων, αποτελεί μια ακόμα επιβεβαίωση για το ότι η ευρωζώνη δε μπορεί να μετατραπεί σε ενιαίο καπιταλιστικό κράτος, έστω και συνομοσπονδιακής μορφής. Η ανισόμετρη ανάπτυξη του καπιταλισμού χαλάει κάθε σχετική προσπάθεια.