Πριν δούμε τις τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο των ευρωενωσιακών θεμάτων, ας αφιερώσουμε λίγο χώρο στην υπουργό Εργασίας Λ. Κατσέλη, η οποία εμφανίζεται ως ο σοσιαλιστικός-κεϊνσιανός πόλος της κυβέρνησης, που αντιτίθεται στο νεοφιλελεύθερο πόλο του Γ. Παπακωνσταντίνου. Την περασμένη Τρίτη, η κ. Κατσέλη μίλησε στο συνέδριο του Ελληνοαμερικάνικου Επιμελητήριου, στη θεματική ενότητα «Η Ελληνική Οικονομία: Σε αναζήτηση στρατηγικής – Μέτρα για μια μεταρρυθμιστική πολιτική». Από την αρχή ακόμα της ομιλίας της έκανε την εξής επισήμανση: «Η εγχώρια αγορά είναι περιορισμένη. Αρα, η διεύρυνση της προστιθέμενης αξίας προϋποθέτει διεύρυνση της εξωστρέφειας και διεύρυνση του μεριδίου μας στις διεθνείς αγορές. Προϋποθέτει, επομένως, καλύτερες τιμές ή και βελτίωση της ποιότητας προϊόντων και υπηρεσιών, δηλαδή βελτίωση ανταγωνιστικότητας».
Γιατί είναι περιορισμένη η εσωτερική αγορά δεν το είπε η κ. Κατσέλη, το γνωρίζουμε όμως όλοι. Είναι περιορισμένη πρώτο γιατί έχουν τσακίσει τα λαϊκά εισοδήματα και δεύτερο γιατί έχουν ξεπατώσει την εγχώρια παραγωγή, της αγροτικής συμπεριλαμβανόμενης (η Ελλάδα έχει φτάσει να έχει αρνητικό εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων). Το ζουμί, όμως, βρίσκεται στο επόμενο σημείο. Είναι δυνατόν ο ψωριάρικος ελληνικός καπιταλισμός να διευρύνει το μερίδιό του στις διεθνείς αγορές; Υπό τον όρο της «βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας», που θέτει η Λ. Κατσέλη (και όχι μόνο), μπορεί να πει κανείς πως μια τέτοια δυνατότητα, θεωρητικά τουλάχιστον, υπάρχει. Φτάνουμε, λοιπόν, πάλι στην «κινεζοποίηση» του ελληνικού προλεταριάτου.
Αυτό εισηγείται και η σοσιαλίστρια-κεϊνσιανή Λ. Κατσέλη. Εξευτελιστικά μεροκάματα, δυνατότητα αποκόμισης απόλυτης υπεραξίας μέσω των εργασιακών σχέσεων, πάμφθηνες πρώτες ύλες και κράτος-υπηρέτης των καπιταλιστικών επιχειρήσεων είναι το κουαρτέτο της επιτυχίας. Η Λ. Κατσέλη, μιλώντας σ’ ένα ακροατήριο που απεχθάνεται τις δημαγωγικές κορόνες (αυτές είναι για τα προεκλογικά μπαλκόνια και τα τηλεοπτικά πάνελ), το θέτει ευθέως: «Η αύξηση των επενδύσεων και των εξαγωγών δεν μπορεί να γίνει από τον δημόσιο τομέα. Προϋποθέτει την ενεργοποίηση του ιδιωτικού τομέα και τη βελτίωση της επιχειρηματικότητας. Υπάρχει κάποιος που διαφωνεί ότι για να γίνει αυτό χρειάζεται σταθερό φορολογικό και θεσμικό πλαίσιο, ριζική απλούστευση όλων των διαδικασιών ίδρυσης, αδειοδότησης και λειτουργίας επιχειρήσεων, μείωση του υψηλού μη-μισθολογικού κόστους εργασίας, διοχέτευση της αναγκαίας ρευστότητας στην αγορά από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και διασφάλιση εργασιακής ειρήνης;».
Ολες οι «τάσεις» στο κυβερνητικό στρατόπεδο, λοιπόν, συμπίπτουν στη γενική κατεύθυνση, που δεν είναι άλλη από την «κινεζοποίηση» του ελληνικού προλεταριάτου. Ειδικά για το ΠΑΣΟΚ μπορούμε να πούμε ότι στις συνθήκες της κρίσης ολοκληρώνει τον κύκλο του σε κόμμα του σύγχρονου ραγιαδισμού. Υπ’ αυτό το πρίσμα οφείλουμε να δούμε και τις τελευταίες εξελίξεις στην Ευρωένωση.
Αν αφήσουμε στην άκρη τις επιμέρους πτυχές, τον άγριο πόλεμο ανάμεσα στα διάφορα κέντρα του χρηματιστικού κεφάλαιου, είτε μέσα είτε έξω από την ευρωζώνη, το παιχνίδι των νομισμάτων και των ομολόγων και πάμε στον πυρήνα των εξελίξεων, θα διαπιστώσουμε ότι κυρίαρχη τάση είναι η αποκρυστάλλωση και σε θεσμικό επίπεδο της λεγόμενης «Ευρώπης των δυο ταχυτήτων». Δηλαδή, από τη μια ένας πυρήνας ιμπεριαλιστικών κρατών, με επικεφαλής τη Γερμανία και σύμμαχό της τη Γαλλία (κυρίως λόγω του ειδικού πολιτικού της βάρους στα ευρωπαϊκά πράγματα) και μια περιφέρεια εξαρτημένων χωρών, οι οποίες θα βρεθούν σε κατάσταση αποικίας.
Η κρίση οδηγεί σε ριζικές λύσεις. Τα ιδεολογήματα περί «μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας», «οικονομικής και πολιτικής σύγκλισης» και τα παρόμοια πετιούνται στα σκουπίδια. Αυτό σημαίνει ότι πετιούνται στα σκουπίδια και οι διάφορες πολιτικές που αποτελούσαν την έμπρακτη οφθαλμαπάτη αυτών των ιδεολογημάτων. Τα διάφορα διαρθρωτικά ταμεία παραμένουν, όμως είναι πια άνευ οικονομικής σημασίας. Δεν είναι τυχαίο που ουδείς στην ΕΕ συζητά πλέον για τον κοινοτικό προϋπολογισμό, ενώ –αν παίρναμε τοις μετρητοίς τα παλιά ιδεολογήματα– θα περίμενε κανείς να γίνεται συζήτηση για την έκφραση της κοινοτικής αλληλεγγύης προς τις χώρες που πλήττονται περισσότερο από τη χρηματοπιστωτική διάσταση της κρίσης.
Οι συζητήσεις και τα παζάρια στο εσωτερικό της ΕΕ και ιδιαίτερα της ευρωζώνης θυμίζουν πλέον συζητήσεις τοκογλύφων με υπερχρεωμένους που καταφεύγουν σ’ αυτούς. Εγινε ένα μεγάλο παζάρι τον περασμένο Απρίλη με την Ελλάδα, ένα δεύτερο το Νοέμβρη με την Ιρλανδία και πλέον το νέο καθεστώς βρίσκεται στη φάση της τελικής του διαμόρφωσης, περιμένοντας τη σειρά της Πορτογαλίας και της Ισπανίας. Σας δανείζουμε τόσα, με επιτόκιο υπερδιπλάσιο απ’ αυτό που δανείζεται η Γερμανία, πρέπει να μας τα αποπληρώσετε σε τόσα χρόνια και για να είμαστε σίγουροι ότι θα τα αποπληρώσετε, αναλαμβάνουμε τη διοίκηση του κράτους σας με όργανο την τρόικα. Μπορεί διάφορες λεπτομέρειες ν’ αλλάξουν (το παζάρι είναι ακόμα ανοιχτό, ακόμα και μεταξύ Γερμανίας και Γαλλίας που έχουν συμφωνήσει επί της αρχής στη γαλλογερμανική σύνοδο της Ντοβίλ), όμως η ουσία δεν πρόκειται ν’ αλλάξει.
Το προλεταριάτο στις εξαρτημένες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας πρέπει να «κινεζοποιηθεί». Κινέζικο είναι δύσκολο να γίνει (η απόσταση είναι τεράστια και μόνο με ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο θα μπορούσε να διανυθεί), όμως τείνοντας προς τα εκεί δημιουργεί όρους συνεχούς αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης, επομένως και της κερδοφορίας του κεφάλαιου. Ακόμη χειρότερη είναι η τύχη που επιφυλάσσεται στην πολυπληθή φτωχή αγροτιά των χωρών της εξαρτημένης περιφέρειας, την οποία το ευρωπαϊκό κεφάλαιο έχει προγράψει. Η προλεταριοποίηση της φτωχής αγροτιάς θα δημιουργήσει κύματα εσωτερικής μετανάστευσης και θα αυξήσει το σταθεροποιημένο υπερπληθυσμό, ο οποίος θα ασκεί ακόμα μεγαλύτερη πίεση πάνω στους μισθούς και τις εργασιακές σχέσεις.
Η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να δημαγωγήσει πολιτικά, υποσχόμενη χαλάρωση της μνημονιακής πολιτικής μετά το 2013 και κρύβοντας τη στρατηγική της «κινεζοποίησης». Δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε πόσο πιάνει αυτή η δημαγωγία, είναι όμως βέβαιο ότι η εργατική τάξη δε μπορεί να συλλάβει το βάθος και την έκταση της στρατηγικής της «κινεζοποίησης», διότι της λείπουν δεδομένα, τα οποία βέβαια δεν μπορούν να συναχθούν από τη φιλτραρισμένη και αποσπασματική ενημέρωση των απόλυτα ελεγχόμενων αστικών ΜΜΕ. Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία η οργανωμένη ζύμωση. Ολόπλευρη πολιτική ζύμωση. Με στόχο να κατανοηθεί από το σύνολο της τάξης η στρατηγική του κεφάλαιου και μέσα (και) απ’ αυτή την κατανόηση να φανεί το τεράστιο κενό πολιτικής εκπροσώπησης της εργατικής τάξης. Το κλείσιμο αυτού του κενού, η πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για να υπάρξει συγκροτημένη και αξιόμαχη ταξική απάντηση.
Πέτρος Γιώτης