Βγήκαν τα μεγάλα μαχαίρια, ενόψει της κρίσιμης συνόδου κορυφής της ΕΕ το Δεκέμβρη, που θα συζητήσει την αναθεώρηση της συνθήκης της Λισαβόνας. Δεν θυμόμαστε άλλη φορά μια αναθεώρηση συνθήκης της ΕΕ –και μάλιστα περιορισμένη, που θα πρέπει να εγκριθεί σε χρόνο ρεκόρ από τα εθνικά κοινοβούλια– να τροφοδοτεί τέτοιες αντιπαραθέσεις. Τις προηγούμενες φορές μπορεί πίσω από τις κλειστές πόρτες να ειπώνονταν πολλά, δημόσια όμως οι πάντες εμφανίζονταν ενωμένοι. Τώρα, έχουμε ήδη στρατόπεδα που διασταυρώνουν δημόσια τα ξίφη τους.
Αλλοι καιροί, άλλα ήθη. Οταν ολόκληρος ο καπιταλιστικός κόσμος είναι βυθισμένος στην κρίση, όταν η Ευρωένωση και το κοινό της νόμισμα αντιμετωπίζουν την πρώτη μεγάλη απειλή από την ίδρυσή τους, όταν μαίνεται ο ανταγωνισμός ανάμεσα σε όλα τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, σε πλανητικό επίπεδο, δεν υπάρχουν περιθώρια για διπλωματικό σαβουάρ βιβρ.
Υποτίθεται ότι στην προηγούμενη σύνοδο κορυφής πάρθηκαν αποφάσεις για την περιορισμένη αναθεώρηση της Συνθήκης, με ελαφρά τροποποίηση της γερμανογαλλικής πρότασης περί «ελεγχόμενης χρεοκοπίας». Πρόταση που συμφωνήθηκε προ μηνών από Μέρκελ και Σαρκοζί στη Ντοβίλ. Υποτίθεται ότι η Γερμανία έκανε υποχώρηση, αποδεχόμενη τη συμβιβαστική γαλλική πρόταση να μην υπάρχει αυτόματος μηχανισμός που θα θέτει μια χώρα σε ελεγχόμενη χρεοκοπία, αλλά η απόφαση να παίρνεται κατά περίσταση, ενώ οι υπόλοιποι δέχτηκαν τον πυρήνα της γερμανικής πρότασης, να ενσωματώνεται από εδώ και πέρα σε κάθε ομόλογο που εκδίδεται στην ευρωζώνη «ρήτρα συλλογικής δράσης», δηλαδή ρήτρα ελεγχόμενης χρεοκοπίας της χώρας που εκδίδει αυτό το ομόλογο. Και ξαφνικά, ένα άρθρο δυο διακεκριμένων ευρωπαίων πολιτικών σε διάσημη οικονομική εφημερίδα έδειξε να φέρνει τα πάνω κάτω, να αμφισβητεί την υποτιθέμενη συμφωνία και να θέτει την ατζέντα της συνόδου κορυφής σε μηδενική βάση.
Ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου και «αιώνιος» πρόεδρος του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και ο υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας Τζούλιο Τρεμόντι συνέγραψαν κοινό άρθρο που δημοσιεύτηκε στους Financial Times, στο οποίο παρουσίασαν σχέδιο για τη δημιουργία Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαχείρισης Δημόσιου Χρέους (European Debt Agency), που θα μπορεί να εκδίδει ευρωπαϊκά ομόλογα (E-bonds) ύψους μέχρι το 40% του ΑΕΠ της ΕΕ, με περιορισμό επίσης για κάθε χώρα-μέλος το 40% του ΑΕΠ της. Σύμφωνα με το σχέδιό τους, ο ευρωπαϊκός ΟΔΔΗΧ θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να μετατρέπει σε ευρωομόλογα και τα υπάρχοντα ομόλογα χωρών της ευρωζώνης που αντιμετωπίζουν προβλήματα, ενώ η δράση αυτού του μηχανισμού θα μπορούσε να ξεκινήσει ήδη από τον τρέχοντα μήνα, εφόσον υπάρξει έγκριση από τις χώρες της ΕΕ.
Από τους προσεκτικούς παρατηρητές των πολιτικοοικονομικών εξελίξεων δεν διέφυγε πως η πρόταση των Γι- ούνκερ-Τρεμόντι βρίσκεται στο ίδιο μήκος κύματος με την έκθεση που παρουσίασε την ίδια μέρα στο Eurogroup το ΔΝΤ, η οποία έκρινε ανεπαρκή τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM). Σύμφωνα με το αμερικανοκρατούμενο ΔΝΤ, «η ευρωζώνη θα πρέπει να έχει ένα πιο εύρωστο ταμείο διάσωσης και η ΕΚΤ θα πρέπει να επεκτείνει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων», διότι «το πακέτο διάσωσης, ύψους 85 δισεκατομμυρίων ευρώ, που αποφασίστηκε να δοθεί στην Ιρλανδία, και τα σχέδια για τη δημιουργία ενός μόνιμου μηχανισμού για την αντιμετώπιση των κρίσεων, στον οποίο θα παίρνει μέρος και ο ιδιωτικός τομέας, είναι μεν ευπρόσδεκτα, δεν είναι όμως αρκετά».
Η αντίδραση της Γερμανίας υπήρξε άμεση, καθόλου υστερική ή πανικόβλητη, αλλά αποφασιστική. Η ίδια η Αγκελα Μέρκελ απέρριψε την πρόταση για την έκδοση ευρωομόλογου, διότι «δεν επιτρέπει τον ανταγωνισμό μεταξύ των επιτοκίων, που συνδέεται με το χρέος της κάθε χώρας» (τη δήλωση έκανε στη διάρκεια συνάντησής της με τον πρωθυπουργό της Πολωνίας Ντ. Τουσκ). «Ο ανταγωνισμός των επιτοκίων είναι ένα έναυσμα για να γίνονται σεβαστά τα κριτήρια σταθερότητας», συμπλήρωσε η Μέρκελ, «διότι οι επενδυτές ανταμείβουν με χαμηλά επιτόκια τις χώρες με μικρό χρέος». «Κάθε χώρα της ευρωζώνης είναι υπεύθυνη για τη δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική της πολιτική και τα ευρωομόλογα θα παρέκκλιναν από αυτήν την αρχή», κατέληξε με νόημα. Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε το ‘ριξε στα θεσμικά, μιλώντας στους Financial Times. Η έκδοση κοινά εγγυημένων ευρωομολόγων, είπε, απαιτεί θεμελιώδεις αλλαγές στη Συνθήκη της ΕΕ (ενώ προφανώς η ελεγχόμενη χρεοκοπία, που προωθεί η Γερμανία, είναι… ψιλολεπτομέρεια).
Η αντίδραση της Γερμανίας είναι απολύτως λογική και κρίνοντας από το διεθνές κλίμα μπορούμε να προβλέψουμε ότι δεν πρόκειται να κάνει πίσω. Οταν το επιτόκιο του νέου γερμανικού ομόλογου (λήξης 2021) διαμορφώθηκε τη Δευτέρα σε 2,85% έναντι 2,5% που ήταν το επιτόκιο αναφοράς, με αποτέλεσμα το επιτόκιο των γερμανικών ομολόγων να πλησιάσει αυτό των αμερικανικών (2,95%), μπορούμε να καταλάβουμε γιατί η Γερμανία αποκλείεται να μπει στο μίξερ ενός ευρωομόλογου, που και το επιτόκιο δανεισμού της ίδιας της Γερμανίας θα αυξήσει και τη δυνατότητα των γερμανικών τραπεζών να γδέρνουν τις ασθενέστερες οικονομίες της ευρωζώνης θα μειώσει και την επέλαση της γερμανικής ηγεμονίας στην ΕΕ θα ανακόψει.
«Δεν έχουμε καμία νέα απόφαση να σας ανακοινώσουμε», δήλωσε στους δημοσιογράφους ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, μετά την πεντάωρη σύσκεψη των 16 υπουργών Οικονομικών, την περασμένη Δευτέρα. Η Γερμανία είχε μπλοκάρει κάθε απόφαση –έστω και καταρχήν– περί ευρωομόλογου. Μπλοκαρίστηκαν ακόμα και οι δυο προτάσεις για ενίσχυση του ESM των 750 δισ. ευρώ. «Δεν βλέπω την ανάγκη να ενισχύσουμε το fund αυτή τη στιγμή. Εχει χρησιμοποιηθεί μόνο ένα μικρό ποσοστό του», είχε διαμηνύσει η Μέρκελ. Σ’ αυτή τη σύνοδο εμφανίστηκε ένα συμπαγές μπλοκ Γερμανίας-Ολλανδίας-Αυστρίας, ενώ η Γαλλία παρέμεινε διακριτικά στην άκρη. Ποιος θα τολμούσε να πάει κόντρα σ’ αυτό το μπλοκ; Ο Γιούνκερ του Λουξεμβούργου; ‘Η μήπως ο Τρεμόντι της παραπαίουσας Ιταλίας. Για τα PIGS δεν γεννάται λόγος, βέβαια. Η θέση τους δεν επιτρέπει στις εξαρτημένες χώρες της ευρωζώνης ούτε καν να ενταχθούν σε αντι-γερμανική συμμαχία.
«Κάθε κράτος οφείλει να είναι υπεύθυνο για το χρέος του», έκλεισε προς το παρόν τη συζήτηση ο Γιούργκεν Σταρκ, επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, απορρίπτοντας την ιδέα του ευρωομόλογου, σε συνέντευξή του στη Suddeutsche Zeitung.
Περιμένουμε, λοιπόν, να δούμε τι θα γίνει στην κρίσιμη σύνοδο κορυφής, μετά από μερικές μέρες. Τα ιμπεριαλιστικά κέντρα θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους. Η Γερμανία με τους συμμάχους της θα υπερασπιστεί τη δυνατότητά της να εγκαταστήσει κανονική κατοχή στην ευρωζώνη, ενώ το αντίπαλο στρατόπεδο, με επικεφαλής την Ιταλία και χωρίς τη Γαλλία μάλλον δεν έχει καμιά τύχη. Ισως, όμως, να έχουμε μπλοκάρισμα του γερμανικού σχεδίου για ελεγχόμενη χρεοκοπία, γιατί αυτό πλέον αφορά και ιμπεριαλιστικές χώρες.
Πέτρος Γιώτης