Η «21 Ιουλίου plus» είναι το νέο προπαγανδιστικό πυροτέχνημα του Βενιζέλου (σαν να διαφημίζει βενζίνη ή αντιπιτυριδικό σαμπουάν). Αυτοί που μέχρι τον περασμένο Ιούλη μας έλεγαν ότι κάθε συζήτηση για «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων ισοδυναμεί με εθνική προδοσία, αυτοί που μετά την 21η Ιούλη πάσχιζαν να μας πείσουν πως κάθε ιδέα για παραπάνω «κούρεμα» θα είναι εθνική καταστροφή, τώρα που βλέπουν το… κούρεμα με την ψιλή να πλησιάζει, γυρίζουν την προπαγάνδα και μιλούν για «plus». Βέβαια, ορισμένοι δεν έχουν συντονιστεί πλήρως, όπως ο πρώην Γ. Παπακωνσταντίνου που δήλωσε μόλις την πρασμένη Δευτέρα στα «Νέα», ότι «ένα μεγάλο “κούρεμα” ενέχει και πολύ μεγάλους κινδύνους για την οικονομία της χώρας, για το τραπεζικό σύστημα, τα ασφαλιστικά ταμεία, τη ρευστότητα στην οικονομία. Μπορεί να δημιουργήσει πολύ περισσότερα προβλήματα από όσα θα λύσει». Προφανώς η δήλωσή του αποτελεί καρφί για τον Βενιζέλο, ο οποίος του έχει φορτώσει ουκ ολίγα, χωρίς ο Παπακωνσταντίνου να βγάλει «κιχ». Σημασία, όμως, δεν έχει τι λέει ο Παπακωνσταντίνου, αλλά τι λέει ο Βενιζέλος, ο οποίος, προφανώς έχοντας τη σύμφωνη γνώμη του Παπανδρέου, επαναλαμβάνει συνεχώς πλέον το «plus», φτιάχνοντας το κλίμα. Τον επιβεβαίωσε, άλλωστε, και ο Μόσιαλος που κρατάει σεγόντο, επαναλαμβάνοντας μονότονα πως «κάθε βελτίωση στην 21η Ιουλίου είναι καλοδεχούμενη».
Αυτός είναι ο ρόλος τους. Ρόλος προπαγανδιστών στο εσωτερικό μέτωπο, των αποφάσεων που παίρνονται ερήμην τους στα ιμπεριαλιστικά διαβούλια. Τηρουμένων των αναλογιών, λειτουργούν όπως ακριβώς τα δικά τους παπαγαλάκια, που τους δίνουν τη γραμμή και την αναπαράγουν. Για να κρυφτούν, δε, διαρρέουν ειδήσεις για δήθεν τηλεφωνικές επικοινωνίες του Παπανδρέου με την Μέρκελ και τον Σαρκοζί, κάθε φορά που οι ηγέτες του γαλλογερμανικού άξονα συναντιούνται για να παζαρέψουν το μέλλον της Ευρωζώνης. Τηλεφωνικές επικοινωνίες που δεν τολμούν να τις ανακοινώσουν επίσημα, γιατί δεν συνέβησαν. Οχι ότι θ’ άλλαζε τίποτα, αν ο Παπανδρέου όντως είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τη Μέρκελ, όμως το τελευταίο χρονικό διάστημα είναι πρόδηλο ότι η κυβέρνηση Παπανδρέου αντιμετωπίζεται σαν αποικιακή διοίκηση που παίρνει εντολές από τη μητρόπολη και όχι ως κυβέρνηση ανεξάρτητου κράτους. Ορισμένοι ευρωπαίοι πολιτικοί δεν διστάζουν να το πουν αυτό με τον πιο χυδαίο τρόπο. Οπως ο αντιπρόεδρος της ΚΟ του κόμματος της Μέρκελ, Μίκαελ Φουκς, που δήλωσε σε ελληνική εφημερίδα ότι «η Ελλάδα έχει ήδη χρειαστεί να παραχωρήσει κάποιο μέρος της εθνικής κυριαρχίας της μέχρι σήμερα», αλλά αυτό δεν φτάνει και θα χρειαστεί «να δώσει κάτι, όπως μέρος της εθνικής της κυριαρχίας, τουλάχιστον προσωρινά».
Τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρωζώνη είναι σημαντικότατα και η περίπτωση της Ελλάδας είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Αν επρόκειτο μόνο για την Ελλάδα και το κρατικό της χρέος, θα είχαν ήδη δώσει λύσεις, δεδομένου ότι και ως ΑΕΠ, αλλά και ως χρέος η Ελλάδα αντιπροσωπεύει ένα μικρό μόνο τμήμα των αντίστοιχων μεγεθών της Ευρωζώνης. Ακόμα κι αν προστεθούν η Πορτογαλία και η Ιρλανδία, πάλι το πρόβλημα δεν καθίσταται δισεπίλυτο, όπως αποδείχτηκε στη διάρκεια του τελευταίου δεκαοχτάμηνου, που κατόρθωσαν να το διαχειριστούν με το μηχανισμό που έστησαν. Ομως, ακολουθούν η Ισπανία, με το μεγάλο της μέγεθος παρά το μέσο επίπεδο ανάπτυξης, η Ιταλία, η έκτη μεγαλύτερη ιμπεριαλιστική οικονομία του πλανήτη, το Βέλγιο και… στο βάθος η Γαλλία. Γι’ αυτό πλέον αναζητούν λύσεις πιο ριζοσπαστικές. Η Γερμανία που προώθησε την ιδέα της «ελεγχόμενης χρεοκοπίας», που εμπεριέχεται στο μόνιμο μηχανισμό (ESM), που θ’ αρχίσει να λειτουργεί από το 2013, βλέπει τώρα ότι αυτό θα χρειαστεί να γίνει πολύ πιο πριν και πρώτο πειραματόζωο είναι η Ελλάδα. Το «κούρεμα» ομολόγων της 21ης Ιούλη πρέπει να γίνει πιο βαθύ κι αυτό σχεδιάζεται να γίνει άμεσα. Δεν είναι καθόλου τυχαίο, ότι ο Μπαρόζο, ο υπάλληλος του γερμανογαλλικού άξονα, πήρε εντολή να βάλει και την Κομισιόν στο παιχνίδι και ήδη ανακοίνωσε την περασμένη Τετάρτη ότι η έναρξη του ESM πρέπει να γίνει στα μέσα του 2012, ενώ για την ανακεφαλαίωση των τραπεζών περιορίστηκε σ’ ένα γενικόλογο σχήμα: «Οι τράπεζες πρέπει πρώτα να χρησιμοποιούν ιδιωτικές πηγές κεφαλαίου, στις οποίες περιλαμβάνεται και η αναδιάρθρωση και μετατροπή του χρέους σε συμμετοχικούς τίτλους. Αν είναι απαραίτητο, οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να παρέχουν στήριξη και αν αυτή η στήριξη δεν είναι διαθέσιμη, η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να χρηματοδοτηθεί μέσω δανείων από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας». Ούτε είναι τυχαίο ότι την ίδια μέρα ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Φρ. Μπαρουάν περιέγραψε ένα ανάλογο μοντέλο για τα τρία γαλλικά τραπεζικά μονοπώλια (BNP Paribas, Societe Generale και Credit Agricole) που είναι περισσότερο «εκτεθειμένα» στο ελληνικό χρέος.
Ξέρουν, όμως, οι ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις της Δυτικής Ευρώπης πως μόλις «κουρευτεί» το ελληνικό χρέος, το χρηματιστικό κεφάλαιο θα επιτεθεί στο χρέος άλλων χωρών. Γι’ αυτό και η λύση που αναζητούν δεν είναι στενά ελληνική, αλλά ευρωζωνική. Ούτε είναι τυχαίο ότι θέλουν να καταλήξουν σε μια συμφωνία μέχρι τα τέλη Οκτώβρη, ώστε 3 και 4 Νοέμβρη να πάνε με ενιαία ευρωενωσιακή θέση στο μεγάλο παζάρι του G-20, που θα γίνει στις Κάννες. Γι’ αυτό και ανακοινώσεις σαν αυτές του Μπαρόζο και του Μπαρουάν έχουν περισσότερο… αλογομούρικο χαρακτήρα, παρά αντανακλούν συμφωνία επί ενός συγκεκριμένου σχεδίου αντιμετώπισης της κρίσης στη χρηματοπιστωτική σφαίρα. Δηλαδή, έχουν σαν σκοπό ν’ αντιμετωπίσουν τις επιθέσεις στα χρηματιστήρια και τις χρηματαγορές, έστω και για μερικές μέρες, μέχρις ότου Γερμανία και Γαλλία καταλήξουν σε κάποια συμφωνία, την οποία στη συνέχεια θα επιβάλλουν σε ολόκληρη την Ευρωζώνη.
Γιατί, όπως κατέστη σαφές την περασμένη Κυριακή, Μέρκελ και Σαρκοζί δεν ήταν ακόμη έτοιμοι να καταλήξουν σε συμφωνία. Αυτό φάνηκε αμέσως, από το γεγονός ότι δεν έκαναν δηλώσεις πριν τη συνάντησή τους, όπως είχε ανακοινωθεί. Αυτό σήμαινε ότι τα επιτελεία τους δεν είχαν καταλήξει σε συμφωνία, την οποία θα επικύρωναν οι δυο ηγέτες. Δεν ήταν δυνατόν, κατά συνέπεια, να περιμένουμε συμφωνία μετά από μια ώρα. Γι’ αυτό και όταν βγήκαν να κάνουν δηλώσεις αερολογούσαν και το μόνο σίγουρο που βγήκε ήταν η κοινή τους πρόθεση να στηρίξουν τις τράπεζες που θα χρειαστούν ανακεφαλαιοποίηση μετά το «κούρεμα» των ελληνικών ομολόγων. Ομως, για το πώς θα γίνει αυτή η στήριξη δεν είναι καθόλου εύκολο να συμφωνήσουν, δεδομένου ότι τα συμφέροντα σε Γερμανία και Γαλλία είναι διαφορετικά. Ποιος θα βγει περισσότερο ενισχυμένος; Αυτό είναι το πρακτικό ερώτημα που τίθεται μπροστά στις δυο πολιτικές ηγεσίες και δεν είναι καθόλου εύκολο ν’ απαντηθεί σ’ αυτό το τόσο ψηλό ιμπεριαλιστικό επίπεδο. Εδώ δεν μπορούν να συμφωνήσουν στο εσωτερικό της κάθε χώρας, όπως κατέστη σαφές από τη διαμάχη που έχει ξεσπάσει μέσα στη Γερμανία. Για παράδειγμα, ο διευθύνων σύμβουλος του BDB (Σύνδεσμος Γερμανικών Τραπεζών) Μίκαελ Κέμερ, μιλώντας για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, είπε ότι «δεν έχει νόημα μία γενική προσέγγιση για όλες τις τράπεζες» και ζήτησε η ανακεφαλαιοποίηση να γίνει ανά τράπεζα και με τη σωστή σειρά. Αντίθετα, ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ Γιεργκ Ασμουσεν υποστήριξε ότι «το καλύτερο είναι να μη γίνει η αύξηση των κεφαλαίων ξεχωριστά κατά τράπεζα», αλλά ταυτόχρονα «σε όλες τις συστημικά σημαντικές τράπεζες των 27 χωρών της ΕΕ», για να αποφευχθεί ο στιγματισμός μεμονωμένων τραπεζών. Μύλος, δηλαδή.
Θα καταλήξουν σε συμφωνία Μέρκελ και Σαρκοζί και στη συνέχεια οι «17» και οι «27» στην αναβληθείσα κατά μια εβδομάδα σύνοδο κορυφής; Η προϊστορία, σε συνδυασμό με την πιεστικότητα της στιγμής και την απουσία ισχυρής εναλλακτικής λύσης για κάθε μεμονωμένο ιμπεριαλιστικό κέντρο της Ευρωζώνης, δείχνει ότι μάλλον θα καταλήξουν. Και θ’ αποφασίσουν και τι ακριβώς θα κάνουν με το ελληνικό χρέος, τη διαχείριση του οποίου θ’ αναλάβουν εξ ολοκλήρου, με υποθήκη το σύνολο της ακίνητης περιουσίας του ελληνικού κράτους (αυτό εννοούν όταν λένε περιορισμός της εθνικής κυριαρχίας). Θα πουλάνε «φιλέτα» για να εξοφλούν χρέος.
Μια τέτοια συμφωνία, όμως, θα είναι εξαιρετικά βραχύβια, γιατί λύνοντας ένα πρόβλημα ανοίγουν το παράθυρο για τη δημιουργία περισσότερων. Τι θα κάνουν αν βρεθούν αντιμέτωποι με την ανάγκη «κουρέματος» των ισπανικών ομολόγων; Μπορούν να στηρίξουν και πάλι όλες τις τράπεζες μέσω των κρατικών προϋπολογισμών; Ούτε που θέλουν να σκέπτονται ένα τέτοιο –καθόλου απίθανο– ενδεχόμενο.
Ολ’ αυτά, όμως, αφορούν τεχνικές διαχείρισης της κρίσης και ρύθμισης του παιχνιδιού ανάμεσα στις διάφορες μερίδες του χρηματιστικού κεφά-λαιου. Η καταστροφή κεφάλαιου, που σίγουρα θα υπάρξει, θα συνοδευτεί με απείρως μεγαλύτερη καταστροφή εργατικής δύναμης, με ανείπωτα δεινά για το προλεταριάτο.
Πέτρος Γιώτης