Οταν στα τέλη του Ιούλη η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακοίνωσε ότι ο κατώτατος μισθός και το κατώτατο μεροκάματο θα αυξηθούν κατά 2% από 1.1.2022 (τα 13 ευρώ το μήνα δεν κάνουν ούτε ένα κουλούρι την ημέρα), ο Χατζηδάκης δήλωνε ότι πρόκειται για μια «συνετή αύξηση η οποία στηρίζει όσο γίνεται την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας». Διένειμε και μια ανακοίνωση που… επιχειρηματολογούσε για ποιο λόγο δεν έπρεπε να δοθεί καμιά αύξηση το 2021. Διότι το 2021 οι εργάτες και οι εργαζόμενοι μισθωτοί έχουν ήδη πάρει αυξήσεις με έμμεσο τρόπο: 1,63% από τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών συν 1,3%, διότι ο πληθωρισμός είναι αρνητικός (-1,3%).
Είναι εξ ορισμού πρόκληση να χαρακτηρίζεται «έμμεση αύξηση» η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών. Μείωση των ασφαλιστικών εισφορών σημαίνει μείωση της σύνταξης. Παλιά αυτό το έκρυβαν κάπως, όμως με το νόμο Κατρούγκαλου-Βρούτση προβάλλει γυμνή η άμεση σύνδεση των ασφαλιστικών εισφορών με τη λεγόμενη ανταποδοτική σύνταξη. Η λεγόμενη εθνική σύνταξη είναι στάνταρ (384 ευρώ η πλήρης), ενώ η ανταποδοτική σύνταξη υπολογίζεται με βάση τις συντάξιμες αποδοχές ολόκληρου του εργασιακού βίου, επί το ποσοστό αναπλήρωσης που προκύπτει από τα χρόνια δουλειάς. Επομένως, όταν μειώνονται οι ασφαλιστικές εισφορές, μειώνονται οι συντάξιμες αποδοχές και τελικά μειώνεται η λεγόμενη ανταποδοτική σύνταξη.
Το δίδυμο του νεοφιλελευθερισμού, Μητσοτάκης-Χατζηδάκης, λένε στους εργαζόμενους μισθωτούς: «Σας μειώνουμε τις ασφαλιστικές εισφορές τώρα και θα σας… τα κρατήσουμε από τη σύνταξη, όταν βγείτε»!
Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι οι ασφαλιστικές εισφορές δεν μειώνονται μόνο κατά το σκέλος που ονομάζεται «ασφαλιστική εισφορά εργαζόμενου», αλλά και κατά το σκέλος που ονομάζεται «ασφαλιστική εισφορά εργοδότη». Αυτό το δεύτερο σκέλος είναι σε μέγεθος διπλάσιο από το πρώτο. Το ποσοστό των εργοδοτικών εισφορών είναι διπλάσιο από αυτό των εργατικών εισφορών. Αλλωστε, για τους καπιταλιστές εργοδότες έγινε η μείωση, όχι για να πάρουν «έμμεση αύξηση» οι εργάτες. Οι εργάτες και μισθωτοί εργαζόμενοι, όμως, θα δουν τη σύνταξή τους να μειώνεται από το σύνολο των μειωμένων εισφορών: εργοδοτικών και εργατικών.
Η πρόκληση γίνεται πιο μεγάλη, όταν το θέμα καθαριστεί από τη σκόνη της αστικής πολιτικής οικονομίας και τοποθετηθεί σε καθαρή επιστημονική βάση. Δεν υπάρχουν εργοδοτικές εισφορές, υπάρχουν μόνο εργατικές εισφορές. Αυτό που βαφτίζεται «εργοδοτικές εισφορές» είναι τμήμα της υπεραξίας που έχει αποσπαστεί από τους εργάτες και κατατίθεται ως έμμεσος μισθός στο ασφαλιστικό ταμείο τους.
Εμείς δίνουμε εδώ και χρόνια αγώνα για να περάσει ως αίτημα στην εργατική τάξη η απαίτηση να πληρώνουν οι καπιταλιστές και το κράτος τους το σύνολο των δαπανών για πλήρη ασφάλιση όλων των εργατών και εργαζόμενων μισθωτών. Αν αυτό το αίτημα είχε γίνει πλατιά εργατική συνείδηση, τότε δε θα μπορούσαν οι αστικές κυβερνήσεις να ισχυρίζονται ότι δίνουν «έμμεση αύξηση» στους εργαζόμενους μειώνοντας το ποσοστό της «εισφοράς εργαζομένου» και την ίδια στιγμή να μειώνουν σε διπλάσιο ποσοστό την «εισφορά εργοδότη» και να το βαφτίζουν αυτό «μείωση του έμμεσου εργατικού κόστους». Η πλειοψηφία των εργατών θα το έπιανε αμέσως. Και θα απαιτούσε να σταματήσει να χρησιμοποιείται ο όρος «κόστος εργασίας», γιατί η εργασία δεν αποτελεί κόστος. Αντίθετα, η εργασία είναι ο δημιουργός όλων των νέων αξιών, οι οποίες αρπάζονται ως υπεραξία, πραγματώνονται ως κέρδος και μετατρέπονται σε πλούτο για τους καπιταλιστές όλων των κλάδων.
Ας κρατήσουμε, λοιπόν, ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, που με θράσος παρουσιάζεται ως «έμμεση αύξηση μισθού» (μόνο στο σκέλος της «εισφοράς εργαζομένου», γιατί η μείωση της «εισφοράς εργοδότη» μετατρέπεται κατευθείαν σε αύξηση της υπεραξίας), δεν είναι παρά μείωση του έμμεσου μισθού, ο οποίος μειώνει το ύψος της σύνταξης (και τις άλλες ασφαλιστικές παροχές, γιατί αυτά τα λεφτά αφαιρούνται από τον ΕΦΚΑ).
Τη δεύτερη… έμμεση αύξηση μισθού, αυτήν που υποτίθεται ότι προκύπτει από τον αρνητικό πληθωρισμό του -1,3%, δεν την μνημονεύουν πλέον τα κυβερνητικά στελέχη. Αλλάξανε τα κόζα, όπως λένε οι τζογαδόροι.
Χτες, ας πούμε, ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-υπουργός απάντησε σε επίκαιρη ερώτηση του ΚΙΝΑΛ για την «Προστασία και στήριξη των νοικοκυριών και ιδιαίτερα των ευάλωτων, ύστερα από το κύμα ανατιμήσεων σε βασικά καταναλωτικά αγαθά» και τον ακούσαμε να λέει: «Ο μέσος πληθωρισμός σε ετήσια βάση τον μήνα Αύγουστο στην Ελλάδα ήταν 1,9%».
Ωπα, τι έγινε ρε παιδιά; Πώς από το -1,3% φτάσαμε στο 1,9% σε λιγότερο από δυο μήνες; Αρα, οι τιμές αυξάνονται με εκρηκτικό τρόπο. Αν πάμε στις ανακοινώσεις Χατζηδάκη για τις «έμμεσες αυξήσεις» που πήραν οι εργαζόμενοι και γι’ αυτό δεν χρειαζόταν καμιά αύξηση στον κατώτατο μισθό και στο κατώτατο μεροκάματο και ακολουθήσουμε την απατηλή του μεθοδολογία, θα διαπιστώσουμε ότι οι υποτιθέμενες έμμεσες αυξήσεις έγιναν ήδη μείωση: 1,63% από τη μείωση ασφαλιστικών εισφορών, μείον 1,9% ο πληθωρισμός, ίσον -0,27%.
Αυτή βέβαια είναι… ανωτάτη μπακαλική (τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο), όμως και με την ανωτάτη μπακαλική δεν τους βγαίνει πια το «στόρι» των δήθεν έμμεσων αυξήσεων σε μισθούς και μεροκάματα.
Φυσικά, ο ακροδεξιός τηλεπλασιέ-υπουργός δεν έχει τέτοια προβλήματα. Εγκαταλείπει την ανωτάτη μπακαλική και περνάει στο «ακούτε τι σας λέω εγώ;». Είπε στη Βουλή: «Ωστόσο, κλείνω λέγοντας μόνο, για να μη δημιουργούμε κάποια ψεύτικη εικόνα σε σχέση με την πραγματικότητα, ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ που προσφάτως δημοσιοποιήθηκαν, το διαθέσιμο εισόδημα των ελλήνων πολιτών μέσα στο 2021 εξακολούθησε να αυξάνεται κυρίως λόγω της μείωσης των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών που έφερε η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, κάτι που έδωσε την ευκαιρία και στις επιχειρήσεις και στα νοικοκυριά να έχουν περισσότερα χρήματα για επενδύσεις και για κατανάλωση». Οπως είδατε, ο «αρνητικός πληθωρισμός» έφυγε από τη μέση.
Η τιμή της εργατικής δύναμης (ο μισθός) δεν πρέπει να συνδέεται με τα σκαμπανεβάσματα της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά με την αξία της εργατικής δύναμης (με τα έξοδα συντήρησης της εργατικής οικογένειας).
Σε πρόσφατο άρθρο του eksegersi.gr (Ο πληθωρισμός χτυπά αισθητά πια την Ευρώπη) γράφαμε: «Η εργατική τάξη σε Ευρώπη και ΗΠΑ ήδη πληρώνει την υγειονομική κρίση με ανεργία και μείωση των μεροκάματων. Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο ζοφερή με τον πληθωρισμό. Το μόνο εμπόρευμα του οποίου η τιμή δεν αυξάνεται είναι η εργατική δύναμη: το σύνολο των μυϊκών και εγκεφαλικών δεξιοτήτων-ικανοτήτων του εργάτη, που αξιοποιεί για να δουλεύει και να παράγει την υπεραξία που καρπώνεται το σύνολο της κεφαλαιοκρατίας (βιομήχανοι, έμποροι, τραπεζίτες, κτηματίες), παρότι οι μύες και εγκεφαλικές ίνες χρειάζονται τα ανατιμημένα τρόφιμα για να αναπαραχθούν».
Αυτό μπορεί ν’ αλλάξει μόνο με τον αγώνα για αυξήσεις σε μισθούς και μεροκάματα.
Με τίποτε άλλο.
Π.Γ.