Η ψηφοφορία στο Συμβούλιο της Ευρώπης δεν είχε αίσιο τέλος για τους εμπνευστές του αντικομμουνιστικού μνημόνιου. Μπορεί το κατάπτυστο κείμενο να υπερψηφίστηκε από 85 μέλη της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης (50 καταψήφισαν, 11 ψήφισαν λευκό, ενώ οι περισσότεροι φρόντισαν να απόσχουν), δεν συγκέντρωσε όμως την απαιτούμενη πλειοψηφία των 2/3 των ψηφισάντων, ώστε να εισαχθεί για συζήτηση στο Συμβούλιο των Υπουργών. Ετσι, το ψήφισμα παίρνει τη μορφή του «μη συνιστώμενου», που σημαίνει ότι έχει απλώς φιλολογική-ιστορική σημασία.
Εκείνο που φάνηκε καθαρά όλο αυτό το διάστημα είναι ότι στην Ελλάδα αναπτύχθηκαν οι μεγαλύτερες αντιδράσεις ενάντια στο μνημόνιο. Αντιδράσεις που ανάγκασαν ακόμα και τη ΝΔ να στραφεί ενάντιά του και να δηλώσει ότι αν έφτανε στο Συμβούλιο Υπουργών ο Μολυβιάτης θα το καταψήφιζε. «Τό φοβάστε και δεν το ψηφίζετε, φοβάστε τους Ελληνες;», ούρλιαζε κατά τη συζήτηση στο ΣτΕ ο φασίστας Ζιρινόφσκι, μπας και καταφέρει να συγκινήσει συντηρητικούς βουλευτές.
Γιατί άραγε στην Ελλάδα υπήρξε τέτοια καθολική αντίδραση; Μήπως επειδή κινητοποιήθηκε ο Περισσός; Ποιο είναι το ειδικό πολιτικό βάρος του Περισσού για να μπορέσει να ρυμουλκήσει τον υπόλοιπο αστικό κόσμο; Πιο κοντά στην αλήθεια θα είμασταν αν λέγαμε, ότι ο αστικός πολιτικός κόσμος σπεκουλάρισε μ’ αυτή την υπόθεση, από τη στιγμή που την ανέδειξε ο Περισσός, προσπαθώντας να αποκομίσει πολιτική υπεραξία; Που βρισκόταν, όμως, αυτή η πολιτική υπεραξία για να μπορέσουν να την εισπράξουν;
Ας δώσουμε το λόγο σε έναν από τους υπερασπιστές του μνημόνιου, τον Πάσχο Μανδραβέλη («Απογευματινή»): «Στην αγορά των ιδεών, για λόγους ιστορικούς, η σταλινική Αριστερά παίζει χωρίς αντίπαλο. Η αστική παράταξη κέρδισε στρατιωτικά τον εμφύλιο και τον έχασε στο ιδεολογικό πεδίο… Ο στείρος και βασισμένος στον εμφύλιο αντικομμουνισμός συνετρίβη, αλλά μαζί του ηττήθηκε και όλο το φτωχό ιδεολογικό υπόβαθρο της Δεξιάς».
Είναι δύσκολο στην Ελλάδα να περάσει ο ιστορικός αναθεωρητισμός. Γιατί είναι πολύ μεγάλο το βάρος των κομμουνιστών στην ιστορία αυτού του τόπου. Ποτάμια το αίμα που έχουν χύσει. Αμέτρητες οι θυσίες που έχουν υποστεί. Ακόμα και συντηρητικοί άνθρωποι υποκλίνονται σ’ αυτές τις θυσίες. Γιατί γνωρίζουν πολύ καλά ότι είχαν ένα χαρακτηριστικό, πολύ σημαντικό για τους απλούς λαϊκούς ανθρώπους: την ανιδιοτέλεια. Ακόμα και εκείνοι που βρέθηκαν στο απέναντι χαράκωμα στη διάρκεια του εμφύλιου (μιλάμε πάντοτε για τους ανθρώπους του λαού) ξέρουν ότι οι κομμουνιστές δεν κυνήγησαν προνόμια και εξουσίες ατομικές. Ξέρουν ότι ξεκληρίστηκαν ολόκληρες φαμίλιες στη διάρκεια της αντικατοχικής Αντίστασης και αυτοί που έμειναν ζωντανοί συνέχισαν τον αγώνα, χωρίς να ζητήσουν τίποτα για τον εαυτό τους. Και τί είδαν από τη μεριά των νικητών οι απλοί άνθρωποι του λαού; Είδαν τους δωσίλογους να κάνουν περιουσίες, είδαν τα λαμόγια να γίνονται εξουσία και να τους πίνουν το αίμα.
Γι’ αυτούς τους λόγους οι παλιοί κομμουνιστές (και όχι οι εκπρόσωποι του «λάιφ στάιλ» που κοσμούν τον Περισσό) είναι τόσο ψηλά στη συνείδηση του ελληνικού λαού και αυτό έχει περάσει ως ιστορική μνήμη και στις νεότερες γενιές.