Νεοναζί ή βλαξ; Το ερώτημα για τον ποδοσφαιριστή της ΑΕΚ και το ναζιστικό χαιρετισμό του, που ακόμα συζητιέται (όχι μόνο στα ποδοσφαιρικά στέκια). Η ΕΠΟ, που έσπευσε να ανακοινώσει ισόβιο αποκλεισμό του παίχτη από τις εθνικές ομάδες, δεν αξίζει ούτε το σάλιο μας. Οχι για την απόφασή της, αλλά για την υποκρισία της. Η ίδια αυτή ΕΠΟ δεν είναι που αβαντάριζε παρασκηνιακά τον Παναγιώταρο να στήνει «γαλάζιες στρατιές» και να στρατολογεί κόσμο στη νεοναζιστική συμμορία, χωρίς καν να το κρύβει;
Τον Λίνεν, όμως, πρέπει να τον πάρουμε στα σοβαρά. Εχει μια προσωπική διαδρομή, από τότε που ήταν ποδοσφαιριστής στη μεγάλη «Μπορούσια Μενχεγκλάντμπαχ». Βέβαια, ρεφόρμα του κερατά είναι πλέον, όπως συνάγεται από τις κατά καιρούς συνεντεύξεις του, αλλά ο αντιφασισμός του δεν αμφισβητείται. Ο Λίνεν, λοιπόν, μας είπε ότι ο Κατίδης δεν είναι παρά ένας βλάκας, ένα απροσάρμοστο που ζει στον κόσμο του, και πως η στάση του δεν είχε κανένα πολιτικό υπόβαθρο. Ως προς αυτό, διαφοροποιήθηκε πλήρως από τους οργανωμένους οπαδούς της ΑΕΚ, που αδιαφόρησαν για τη δεδομένη βλακεία του παίχτη, έμειναν στην πράξη του και «του πήραν το κεφάλι».
Με την εκτίμηση του Λίνεν φαίνεται να συμφωνεί και η αντίδραση των νεοναζί, οι οποίοι πρώτα ανήρτησαν εγκωμιαστικό σχόλιο για τον Κατίδη, μετά τις δηλώσεις του, όμως, και τα σιχτίρια που έριξε στο φασισμό και το ρατσισμό, έσπευσαν να το κατεβάσουν. «Δεν είναι δικός μας», σκέφτηκαν.
Το πραγματικό ερώτημα, λοιπόν, είναι άλλο: γιατί ένας βλαξ, ένα απροσάρμοστο, επιλέγει το συγκεκριμένο τρόπο για να πανηγυρίσει και να προκαλέσει τους οπαδούς που σε προηγούμενο αγώνα τον είχαν αποδοκιμάσει; Η ιστορία του ποδοσφαίρου έχει να επιδείξει μια τεράστια γκάμα πανηγυρικών χειρονομιών. Δεν λέμε ότι έπρεπε να πανηγυρίσει με υψωμένες γροθιές, όπως έκαναν πολλοί από τους παλιούς γκολτζήδες, αποδεικνύοντας τους ιστορικούς δεσμούς του ποδόσφαιρου με την εργατική παράδοση, όμως το ναζιστικό χαιρετισμό μόνο από τον δηλωμένο φασίστα Ντι Κάνιο τον έχουμε δει να απευθύνεται προς τις νεοφασιστικές συμμορίες των οργανωμένων της Λάτσιο.
Αλλοι καιροί, άλλα ήθη. Στην Ελλάδα του 2012-13 μισό εκατομμύριο ψηφοφόροι ψήφισαν ένα νεοναζιστικό μόρφωμα. Πιτσιρίκια χαράζουν αγκυλωτούς σταυρούς στα θρανία. Εφηβοι δημιουργούν συμμορίες και εκτονώνονται δέρνοντας μετανάστες. Σ’ αυτό το κλίμα λειτούργησε και ο βλαξ Κατίδης. Η βλακεία του συνίσταται όχι στην επιλογή του –η οποία εκ των πραγμάτων δεν μπορεί να είναι τυχαία– αλλά στην άγνοια κινδύνου που επέδειξε. Διότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει καθαρόαιμη φασιστική ομάδα, ενώ ειδικά η ΑΕΚ έχει μια παράδοση που δεν μπορούσε παρά να τιμήσει η πλειοψηφία των οργανωμένων οπαδών της. Ο βλαξ Κατίδης δεν είχε καν προσέξει πως, λίγο πριν αρχίσει ο αγώνας, αυτοί τους οποίους πήγε να προκαλέσει είχαν απλώσει ένα τεράστιο πανό στη μνήμη του δολοφονημένου από τους μπάτσους Κάρλο Τζουλιάνι.
Το επόμενο ερώτημα είναι «τι κάνουμε με τους Κατίδηδες;». Η απάντηση είναι μονοσήμαντη και διαφορετική απ’ αυτή που έδωσε ο πασιφιστής Λίνεν: «τους παίρνουμε το κεφάλι». Ακόμη κι αν πρόκειται για βλάκες, τους καταδικάζουμε στην εσχάτη –γι’ αυτούς– ποινή: τους κόβουμε τη μπάλα. Κάθε παιδαγωγική αντίληψη απέναντι σε ανθρώπους που μπορούν –λόγω της δημόσιας εικόνας τους– να μετατραπούν σε σύμβολα της νεολαίας, αποτελεί υποχώρηση στον φασισμό και φουσκώνει τα πανιά του.
Φυσικά και δεν λύνουμε το μέγα κοινωνικό πρόβλημα έτσι, όμως δεν στέλνουμε και θολά μηνύματα.
Π.Γ.