Σχεδόν μισός αιώνας πέρασε από το βασιλικό πραξικόπημα του 1965, που οδήγησε στα Ιουλιανά και μετά στη χούντα, και ο τέως βασιλιάς «θυμήθηκε» να μας αποκαλύψει (στο πάντα πρόθυμο «Βήμα» του Λαμπράκη), ότι ένας από τους συντάκτες των διαβόητων επιστολών που έστειλε τότε στον Γ. Παπανδρέου ήταν ο ιδιοκτήτης και εκδότης της «Ελευθερίας» Π. Κόκκας, κολλητός του Μητσοτάκη.
Η στήλη δεν έχει σκοπό να ασχοληθεί με τα γεγονότα εκείνης της εποχής και την μετά μισό αιώνα «αυτοκριτική» του Γλίξμπουργκ (δεν αξίζει τον κόπο, άλλωστε). Ομως, σε ένα ενδιαφέρον (από την άποψη της παράθεσης πληροφοριών) άρθρο του Βίκτωρα Νέτα στην «Ελευθεροτυπία» (31.1.06) διαβάζουμε ότι ο Κόκκας «συγκρούστηκε με τον πρωθυπουργό του 53%, ζητώντας να τοποθετηθεί δικός του άνθρωπος διοικητής της Εθνικής Τράπεζας και όχι φίλος του συγκροτήματος Λαμπράκη». Ο Παπανδρέου -σύμφωνα με το Νέτα- τοποθέτησε στη διοίκηση της Εθνικής τον μέχρι τότε υπουργό Συντονισμού Γ. Μαύρο και «στον Πάνο Κόκκα πρόσφερε ως “δώρο” μια νέα τράπεζα: Μετέτρεψε τον ΟΒΑ (Οργανισμός Βιομηχανικής Αναπτύξεως) σε τράπεζα με την επωνυμία ΕΤΒΑ (Ελληνική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως) και τοποθέτησε διοικητή τον Πορφυρογένη, φίλο του εκδότη της “Ελευθερίας”». Στη συνέχεια, ο Νέτας παραθέτει στοιχεία για το πως ο Λαμπράκης πατρονάριζε την κυβέρνηση των αποστατών.
Γίνονταν τέτοια πράγματα τότε; Υπήρχε διαπλοκή; Δικαιούμαστε να θέσουμε αυτά τα ερωτήματα γιατί είναι γνωστή η φιλολογία που λέει ότι η ονομασθείσα διαπλοκή είναι φαινόμενο των δυο τελευταίων δεκαετιών, στη διάρκεια των οποίων γιγαντώθηκαν τα ΜΜΕ, έγινε κυρίαρχος ο ρόλος της τηλεόρασης και έφυγαν από την εκδοτική πιάτσα οι παραδοσιακοί εκδότες, παραχωρώντας τη θέση τους σε εργολάβους και προμηθευτές του Δημόσιου. Μιλούν για μια μετάλλαξη του συστήματος εξουσίας, που εγκυμονεί κινδύνους για τη δημοκρατία.
Βλέπουμε, όμως, ότι και πριν 40 χρόνια, το μακρινό 1965, όταν δεν υπήρχε τηλεόραση και στον Τύπο κυριαρχούσαν οι λεγόμενοι παραδοσιακοί εκδότες, τα ίδια πράγματα συνέβαιναν. Παζάρευαν με τις κυβερνήσεις και οι πρωθυπουργοί τους εξευμένιζαν παραχωρώντας τους ολόκληρες τράπεζες. Τις οποίες, βέβαια, οι εκδότες δεν τις ήθελαν από βίτσιο ή για να βολέψουν κάποια φιλαράκια τους, αλλά επειδή μέσα απ’ αυτές έκαναν μπίζνες. Μπίζνες αφανείς, παραοικονομία όπως λένε, με αχυρανθρώπους τους φίλους τους που τοποθετούσαν στις διοικήσεις ασκώντας πιέσεις και εκβιασμούς στις κυβερνήσεις.
Υστερα από 40 χρόνια κάποιος θα βρεθεί να αποκαλύψει ανάλογα περιστατικά της περιόδου της μεταπολίτευσης. Για ανασχηματισμούς που έγιναν με υπαγόρευση «βαρόνων των μίντια», για τοποθετήσεις διοικητών ΔΕΚΟ και τραπεζών που αποφασίστηκαν σε μυστικούς δείπνους υπουργών και πρωθυπουργών με ανθρώπους των ΜΜΕ και εργολάβους-προμηθευτές και άλλα τέτοια… δημοκρατικά πράγματα. Είναι νωρίς ακόμα για να μάθουμε πώς το πολιτικό σύστημα (στο οποίο συμπεριλαμβάνονται οι εκδότες) κατάφερε να ρυθμίσει τα μεγάλα σκάνδαλα που ξέσπασαν τα τελευταία 20 χρόνια (Κοσκωτά, Τσάτσων κ.ά.).
Π.Γ.