Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, αφού εγκλημάτισε σε βάρος του ελληνικού λαού, χάρη των κερδών των καπιταλιστών του τουρισμού, όταν συνειδητοποίησε ότι η κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο και προσανατολίστηκε σε ένα αναγκαστικό μερικό λοκντάουν, έβαλε μπροστά μια γκεμπελίστικου τύπου εκστρατεία παραπληροφόρησης, με στόχο να φορτώσει τις αποκλειστικά δικές της ευθύνες στον ελληνικό λαό.
Τμήμα αυτής της εκστρατείας ήταν και η προκαταβολική απαγόρευση της πορείας του Πολυτεχνείου, 15 μέρες πριν από την επέτειο. Στόχος της κυβέρνησης ήταν να διεγείρει αντικατασταλτικά ανακλαστικά και να διαστρέψει τη δημόσια συζήτηση από τα πραγματικά επίδικα των ημερών. Γιατί όταν στην ατζέντα κυριαρχεί το «ναι ή όχι στην πορεία», τότε όλα τα υπόλοιπα περνούν σε δεύτερη μοίρα.
Αυτό ήταν το τυράκι που δόλωσε τη φάκα. Δυστυχώς, δεν ήταν λίγοι αυτοί που τσίμπησαν. Το τελευταίο δεκαήμερο έχουμε διαβάσει δεκάδες ανακοινώσεις με κύριο ζήτημα την απαγόρευση της πορείας. Με ένα αντι-κατασταλτικό περιεχόμενο και με καμιά ή ελάχιστες αναφορές στην πανδημία και στις συνέπειες που έχει η διαχείρισή της για τον ελληνικό λαό.
Καναδυό κουβέντες για τις ΜΕΘ και για τις προσλήψεις γιατρών, άλλες καναδυό για τα μέσα μαζικής μεταφοράς και για την ανάγκη λήψης μέτρων προστασίας στους χώρους δουλειάς… και μετά ξανά και ξανά καταγγελίες για την καταστολή.
Αλήθεια, το μείζον ζήτημα της περιόδου είναι η πορεία; Ετσι, νέτα-σκέτα, χωρίς να αποκαλύπτονται οι κυβερνητικοί υπολογισμοί, χωρίς το ζήτημα να τίθεται στο ευρύτερο πλαίσιο της πανδημίας; Δεν αντιλαμβάνονται όσοι «τσίμπησαν» στην πρόκληση του Μητσοτάκη και του Χρυσοχοΐδη, ότι έτσι παίζουν το παιχνίδι τους; ‘Η μήπως η… μεγάλη σύγκρουση για την πορεία είναι βολική και για όσους δεν ασχολήθηκαν ποτέ με την πανδημία, αφήνοντας όλη την πρωτοβουλία των κινήσεων στην κυβέρνηση Μητσοτάκη; Για όσους, ακόμα και στο πρώτο λοκντάουν φλυαρούσαν αντικατασταλτικά, λέγοντας ότι τα μέτρα περιορισμού δεν είναι υγειονομικά απαραίτητα;
Απ’ όλους αυτούς δεν ακούσαμε ποτέ ούτε λέξη ενάντια στο εγκληματικό άνοιγμα των συνόρων στον τουρισμό (ελπίζουμε να μη θεώρησαν αυτό το αίτημα… εθνικιστικό). Ο κοροναϊός είχε αρχίσει να κάνει πάρτι στη χώρα μας, αυτοί όμως δεν μπορούσαν να κατέβουν από τον Πήγασο και να ασχοληθούν με τόσο… ταπεινά πράγματα. Θεωρούσαν μήπως ότι δεν αξίζει τον κόπο;
Οταν τα πράγματα έδειχναν ότι βαδίζουμε σε καταστάσεις Μπέργκαμο, από τα χείλη τους δεν ακούστηκε η λέξη λοκντάουν, ως αίτημα για την προστασία του ελληνικού λαού. Μόνο αιτήματα για προσλήψεις γιατρών και νοσηλευτών, για δημιουργία ΜΕΘ κτλ. Σωστά, ολόσωστα είν’ αυτά τα αιτήματα, όμως δεν απαντούν στο μείζον. Το οποίο είναι να φτάσουν στις ΜΕΘ όσο το δυνατόν λιγότεροι άνθρωποι, γιατί οι μισοί που θα φτάσουν στις ΜΕΘ δε θα ξαναδούν το φως του ήλιου. Για να γίνει αυτό, θα πρέπει να σταματήσει η διασπορά του ιού. Κι από ένα σημείο και μετά η διασπορά δε σταματάει παρά μόνο με λοκντάουν, δηλαδή με τα έσχατα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης.
Γενικό λοκντάουν με πληρωμή μισθών και ασφάλισης των εργαζόμενων, είναι το αίτημα που θα έπρεπε να σαρώσει τη χώρα. Από τα χείλη των «αντι-κατασταλτικών» δεν το ακούσαμε ποτέ.
Ακούσαμε και διαβάσαμε πολλές φορές το σύνθημα: «τα δικαιώματά μας δε θα μπουν σε καραντίνα». Σωστό, σωστότατο. Ως σύνθημα ζύμωσης, βέβαια, γιατί στην πράξη το εργατικό κίνημα δεν μπόρεσε να σταματήσει την αντιλαϊκή επίθεση. Για την υγειονομική καραντίνα, όμως, δεν ακούσαμε λέξη. Γιατί; Δεν αφορά τα εργατολαϊκά στρώματα; Αυτοί που στοιβάζονται στα νοσοκομεία κι αυτοί που πεθαίνουν (πενήντα την ημέρα γράφει πλέον το κοντέρ) στην αστική τάξη ανήκουν;
Οι αστοί, μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό που κόστισε τη ζωή και κάποιων απ’ αυτούς, έχουν βρει τον τρόπο να προστατευθούν. Τα κωλόπαιδά τους ξημεροβραδιάζονται στα corona party, ενώ οι ευπαθείς και οι μεγαλύτεροι στην ηλικία φυλάγονται. Ο κοσμάκης την πληρώνει. Αυτοί που δεν μπορούν να απομονωθούν από τα εγγόνια τους (γιατί το διαμέρισμα δε φτάνει για πραγματική απομόνωση), ούτε από τα παιδιά τους που στοιβάζονται στα εργοστάσια, στα γραφεία, στις αποθήκες, στα λεωφορεία, και γίνονται φορείς του ιού χωρίς να το καταλάβουν.
Μ’ αυτά και μ’ αυτά, κάποιοι ετοιμάζονται να παίξουν στο γκροτέσκο έργο «οι άνθρωποι που έβλεπαν τα φέρετρα να περνούν, φωνάζοντας αντι-κατασταλτικά συνθήματα».
Π.Γ.