Στον απόηχο των μεγάλων κινητοποιήσεων της εκπαιδευτικής κοινότητας (φοιτητές αρχικά, δάσκαλοι στη συνέχεια, μαθητές στο τέλος), που συγκλόνισαν τη χώρα τους τελευταίους μήνες και που αποτέλεσαν προάγγελο νέων κινητοποιήσεων (τίποτα δεν έχει τελειώσει), έχει αρχίσει μια δημόσια συζήτηση για το ρόλο του Λυκείου και τη διασύνδεσή του με την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μια συζήτηση η οποία δεν φέρνει τίποτα το καινούργιο σε όσους ασχολούνται επί σειρά ετών μ’ αυτά τα ζητήματα. Μια συζήτηση που επαναλαμβάνεται με αφόρητη μονοτονία κάθε φορά που ο χώρος της εκπαίδευσης αντιμετωπίζει μια κρίση.
Η συζήτηση ξεκινά από την αυτονόητη διαπίστωση, ότι το Λύκειο έχει χάσει κάθε σημασία ως αυτόνομη εκπαιδευτική βαθμίδα και έχει καταντήσει ένα σκαλοπάτι για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, στο οποίο οι μαθητές περνούν καταναγκαστικά την ώρα τους, γιατί η προετοιμασία για τις εισαγωγικές εξετάσεις γίνεται στο φροντιστήριο. Με συγχωρείτε, αλλά έτσι ήταν και πριν τριάντα χρόνια, εποχή που ο γράφων φοιτούσε στο Λύκειο και προετοιμαζόταν να δώσει εξετάσεις για το πανεπιστήμιο. Το ίδιο γινόταν αργότερα με τις δέσμες και μέχρι σήμερα με όλα τα συστήματα που έχουν εφαρμοστεί στο πολύπαθο Λύκειο.
Γιατί, λοιπόν, να είναι διαφορετικά αύριο, αν εφαρμοστεί για παράδειγμα η πρόταση διάφορων πανεπιστημιακών για εξετάσεις έξω από το Λύκειο, την ευθύνη των οποίων θα έχουν τα πανεπιστήμια; Οι μαθητές θα προετοιμάζονται γι’ αυτές τις εξετάσεις και οι καθηγητές του Λυκείου, ιδιαίτερα στην τελευταία τάξη, θα δείχνουν κατανόηση στο ζόρι που τραβάνε οι μαθητές γι’ αυτή την προετοιμασία.
Θέλει πολλή σκέψη για να καταλάβουμε ότι όλη η ουσία βρίσκεται σ’ αυτό για το οποίο κανένας δε μιλάει; Οι εξετάσεις είναι το πρόβλημα που απαξιώνει το Λύκειο και το μετατρέπει σε διεκπεραιωτικό εκπαιδευτικό θεσμό. Ομως κανείς δε μιλάει για τις εξετάσεις, γιατί όλοι θέλουν να παραμείνει ανέπαφος ο numerus clausus, ο κλειστός αριθμός εισακτέων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μόνο αν όσοι παίρνουν απολυτήριο Λυκείου αποκτούν αυτόματα τη δυνατότητα να εγγραφούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση (ο μηχανισμός κατανομής είναι πρακτικό πρόβλημα που λύνεται) μπορεί να αποκτήσει το Λύκειο σημασία ως αυτόνομη εκπαιδευτική μονάδα και τα φροντιστήρια να χάσουν τη σημασία τους ως παρασιτικοί μηχανισμοί που δε μορφώνουν αλλά προετοιμάζουν καλούς παπαγάλους (με τη μέθοδο της τσελεμεντοποίησης των μορφωτικών πεδίων).
Τους βλέπεις, όμως, όλους προσηλωμένους στις εξετάσεις, τις οποίες εξέχοντες θεωρητικοί έχουν χαρακτηρίσει μηχανισμό παρένθετο στην εκπαιδευτική διαδικασία, δηλαδή άχρηστες από μορφωτική άποψη. Γιατί; Γιατί ανομολόγητος πόθος όλων είναι να καταφέρουν κάποια στιγμή να ανακόψουν τη βαθιά ριζωμένη τάση της εργαζόμενης ελληνικής κοινωνίας να αναζητά για τα παιδιά της τριτοβάθμια εκπαίδευση. Μια τάση που, ανεξάρτητα από την πρόθεση που είναι η επαγγελματική αποκατάσταση, έχει αντικειμενικά προοδευτικό χαρακτήρα, αφού φέρνει περισσότερους νέους σε επαφή με τη γνώση. Γι’ αυτό εκείνο που ψάχνουν κάθε φορά είναι ένας διαφορετικός μηχανισμός απόρριψης και η αγωνία τους είναι σκέτη υποκρισία.
Π.Γ.