Λαμπρό μάθημα πολιτικού οπορτουνισμού παρέδωσε ο Περισσός, με την ομιλία της γενικής γραμματέα του Αλ. Παπαρήγα, στο πολιτικό μνημόσυνο για τον Γ. Ράλλη, που έγινε στη Βουλή στις 22 Μάρτη. Το θέμα αυτό καθαυτό δεν είναι μείζον, όμως η στάση ενός πολιτικού κόμματος ακόμα και στα ελάσσονα ζητήματα δείχνει τη φύση του.
Οταν γίνεται μια πολιτική εκδήλωση στη Βουλή, κατεξοχήν χώρο πολιτικών αντιπαραθέσεων, η οποία αφορά μάλιστα έναν κορυφαίο αστό πολιτικό παράγοντα, περιμένεις ν’ ακούσεις πολιτικές κουβέντες. Ν’ ακούσεις την πολιτική αποτίμηση για την ιστορική διαδρομή του προσώπου στο οποίο αναφέρεται η εκδήλωση. Ειδικά όταν πρόκειται για νεκρό πολιτικό αντίπαλο, απαιτείται συγκροτημένη και νηφάλια τοποθέτηση για τη δράση του, χωρίς ύβρεις, αλλά και χωρίς την παραμικρή ωραιοποίηση. Στο κάτω-κάτω, στη Βουλή μιλάς, σε πολιτικό αναφέρεσαι. Δεν αναφέρεσαι σε κάποιον καλλιτέχνη ή επιστήμονα.
Ιδού τώρα ο πολιτικός οπορτουνισμός σε απλά βήματα:
ΒΗΜΑ ΠΡΩΤΟ: Αποφεύγεις να μιλήσεις για την πολιτική διαδρομή του αστού πολιτικού. Αναφέρεσαι στα «πολύ ιδιαίτερα προσωπικά χαρακτηριστικά» που έχει «κάθε άνθρωπος». Λες δηλαδή μια κοινοτυπία, λες και μιλάς για κάποιο νεκρό στην παρέα σου.
ΒΗΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ: Δηλώνεις ότι δεν τον γνώριζες προσωπικά για να αναφερθείς σ’ αυτά τα χαρακτηριστικά και επιλέγεις να αναφερθείς σε ορισμένα εντελώς δευτερεύοντα πολιτικοπροσωπικά χαρακτηριστικά. Στην «διακριτική παρουσία του, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, στην πολιτική και κοινωνική ζωή, την ορθή στάση του απέναντι σε μια τάση να διαμορφώνεται ο πολιτικός λόγος και η πολιτική συμπεριφορά με όρους επικοινωνιακούς». Δηλώνει ότι «συγκίνησε» το ότι «ζήτησε να μην υπάρξουν πολιτικές ομιλίες κατά τη διάρκεια του αποχαιρετισμού του στην τελευταία του κατοικία» (το ότι αυτό μπορεί να είναι και η τελευταία εκδήλωση ελιτισμού ενός διαπιστωμένα ελιτιστή ούτε που σου περνά από το μυαλό).
ΒΗΜΑ ΤΡΙΤΟ: Αναφέρεσαι στη θετική στάση του νεκρού στο ζήτημα της καθιέρωσης της δημοτικής ως επίσημης γλώσσας του κράτους (ξεχνώντας ότι και αυτή η μεταρρύθμιση έγινε με όσο πιο κουτσουρεμένο τρόπο γινόταν).
Ετσι, καταθέτεις τη δική σου συνεισφορά στη φιλοτέχνηση της πολιτικής αγιογραφίας ενός ανθρώπου που -πέραν όλων των άλλων- δεν δίστασε να καλύψει πολιτικά ακόμα και τους ΜΑΤάδες δολοφόνους των Κουμή-Κανελλοπούλου, παρομοιάζοντάς τους με τον «αρχάγγελο Μιχαήλ με τη ρομφαία».
Γιατί επιλέγεις αυτή την τακτική; Υπάρχουν μήπως κάποιοι λαϊκοί ηθικοί κανόνες που το επιβάλλουν; Οχι βέβαια. Ο μόνος ηθικός κανόνας που υπάρχει εδώ είναι η αστική υποκρισία. Γιατί, λοιπόν, προσχωρείς σ’ αυτή; Γιατί αισθάνεσαι κομμάτι της αστικής πολιτικής. Γιατί υποκριτική είναι η επαναστατική φυσιογνωμία σου. Γιατί θέλεις και σένα και τους συντρόφους σου να σε αποχαιρετίσουν με τον ίδιο τρόπο. Με υποκριτικά πολιτικά μνημόσυνα, στα οποία θα σου φτιάχνουν την αγιογραφία, αναγνωρίζοντας το «εθνικώς ωφέλιμον» της πολιτικής σου διαδρομής. Εν κατακλείδι, γιατί δεν έχεις καμιά σχέση με τον κομμουνισμό.
Π.Γ.