Με μεγάλη έκπληξη διαβάσαμε στο σαββατιάτικο φύλλο των «Νέων» δισέλιδο αφιέρωμα με τίτλο «Στάλινγκραντ – Η πιο μεγάλη μάχη του πολέμου». Το αφιέρωμα έγινε με αφορμή την έκδοση ενός βιβλίου από τον γερμανό ιστορικό Γιόχεν Χέλμπεκ, με τίτλο «Τα πρωτόκολλα του Στάλινγκραντ». Οπως πληροφορούμαστε, ο Χέλμπεκ είχε πρόσβαση σε μερικές χιλιάδες συνεντεύξεις με στρατιώτες και αξιωματικούς του Κόκκινου Στρατού που φυλάσσονταν στη Σοβιετική Ακαδημία Επιστημών, ένα μικρό μέρος από τις οποίες είδε το φως της δημοσιότητας μετά το 1945. Μιλούν, δηλαδή, οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές της μάχης από τη σοβιετική πλευρά και όχι αναθεωρητές ιστορικοί και χολιγουντιανοί σεναριογράφοι, σαν αυτούς που πριν μερικά χρόνια παρουσίασαν τον θρυλικό Βασίλι Ζάιτσεφ σαν έναν πολιτικά αδιάφορο νεαρό, που συνέχισε να πολεμά εκβιαζόμενος από το κόμμα, που έφτιαχνε μ’ αυτόν έναν προπαγανδιστικό μύθο. Στο βιβλίο του Χέλμπεκ μιλάει ο ίδιος ο Ζάιτσεφ και μιλά με συγκλονιστικό τρόπο, για τα εγκλήματα των ναζί που είδε μπροστά στα μάτια του. «Δεν μπορείς να κάνεις τίποτε, το κρατάς μέσα σου», λέει ο Ζάιτσεφ. «Και αισθάνεσαι μόνο μια επιθυμία: να σκοτώσεις όσο πιο πολλούς Γερμα- νούς μπορείς».
«Από ιστορικής απόψεως –γράφει η εφημερίδα– τα πρωτόκολλα είναι σημαντικά επειδή αμφισβητούν ισχυρισμούς των Ναζί και αργότερα των αντιπάλων της Σοβιετικής Ενωσης στον Ψυχρό Πόλεμο ότι οι στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού πολέμησαν τόσο αποφασιστικά μόνο και μόνο επειδή διαφορετικά θα τους εκτελούσε η σοβιετική μυστική αστυνομία». Στη συνέχεια, ξεμπροστιάζει τα ψεύδη του άγγλου ιστορικού Αντονι Μπίβορ για δήθεν 13.000 στρατιώτες του Κόκκινου Στρατού που εκτελέστηκαν από τους δικούς τους και 50.000 σοβιετικούς πολίτες που πολέμησαν στο πλευρό των Γερμανών. «Σύμφωνα όμως με τα σοβιετικά ντοκουμέντα –γράφει– ως τα μέσα Οκτωβρίου 1942 –τρεισήμισι μήνες πριν από τη γερμανική ήττα– είχαν γίνει λιγότερες από 300 εκτελέσεις. Ο Χέλμπεκ επισημαίνει επίσης πως στη σοβιετική πλευρά του Στάλινγκραντ ο αριθμός των μελών του Κομμουνιστικού Κόμματος αυξήθηκε, από τον Αύγουστο ως τον Οκτώβριο του 1942 από 28.500 σε 53.500».
Χρόνια πριν τη ναζιστική εισβολή στη Σοβιετική Ενωση, που άλλαξε τον ρουν του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ο Στάλιν είχε διατυπώσει, με τη σαφήνεια και τη λακωνικότητα που τον διέκρινε, το αμυντικό δόγμα της Σοβιετικής Δημοκρατίας. Δεν στηριζόταν στη στρατιωτική υπεροπλία ή έστω στην ισοπλία (γιατί αυτό θα έβαζε την ΕΣΣΔ σ’ ένα καταστροφικό κυνηγητό των εξοπλισμών, που θα οδηγούσε τη νεαρή σοβιετική οικονομία σε κατάρρευση), αλλά στην ηθικοπολιτική ενότητα των λαών της ΕΣΣΔ και στην ισχύ των μετόπισθεν. Στη διάρκεια του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, όπως χαρακτηρίστηκε από σοβιετικής πλευράς, αυτό το δόγμα επιβεβαιώθηκε πλήρως. Η ΕΣΣΔ νίκησε τη ναζιστική Γερμανία.
Πολλές ιμπεριαλιστικές χώρες θα ήθελαν ν’ αντιγράψουν αυτό το αμυντικό δόγμα, όμως δεν μπορούσαν. Γιατί η άρνηση του κυνηγητού των εξοπλισμών προσκρούει στη λειτουργία του βασικού οικονομικού νόμου του μονοπωλιακού καπιταλισμού (που περιλαμβάνει τη στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και τον πόλεμο), ενώ καμιά ηθικοπολιτική ενότητα δεν μπορεί να υπάρξει σε κοινωνίες που σπαράσσονται από ανταγωνιστικές, αγεφύρωτες ταξικές αντιθέσεις. Γι’ αυτό και κατέφυγαν στη συκοφαντία, ότι δήθεν οι σοβιετικοί στρατιώτες λιποτακτούσαν μαζικά και η ηγεσία συγκρατούσε τις λιποταξίες με μαζικές εκτελέσεις. Το βιβλίο-ντοκουμέντο του Χέλμπεκ, σύμφωνα με όσα έγραψαν τα… υπεράνω υποψίας «Νέα», αποκαθιστά την αλήθεια των ιστορικών γεγονότων. Τα υπόλοιπα, οι αναλύσεις, είναι δική μας δουλειά.
Π.Γ.