«Η συμβολή της Σοβιετικής Ενωσης στη Νίκη ήταν καθοριστική. Η έκβαση του πολέμου κρίθηκε στις μάχες της Μόσχας, του Λένινγκραντ, του Στάλινγκραντ, του Κουρσκ. Η πιο αιματηρή, εκείνη του Στάλιγκραντ, διήρκησε από τον Ιούλιο 1942 έως τον Φεβρουάριο 1943 και στοίχισε στον Κόκκινο Στρατό 1.130.000 ανθρώπους (μαζί με τραυματίες), ενώ οι απώλειες του «άξονα» ανήλθαν στο 1,5 εκατ. Αυτή η μάχη σημάδεψε την αρχή του τέλους του Γ’ Ράιχ. Το ιερό όνομα της σοβιετικής πόλης πήραν πλατείες και λεωφόροι σε αρκετές ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. (…)
Δημιουργούν κακόβουλα ψευδείς ερμηνείες της ιστορίας, υπονομεύουν τον ρόλο της ΕΣΣΔ, αποσιωπούν τις επιτυχίες του Κόκκινου Στρατού. Ανακηρύσσουν την φασιστική Γερμανία και τη Σοβιετική Ενωση ως “συνένοχους“ για την έναρξη του πολέμου. “Ξεχνούν“ την φασιστική ιδεολογία της φυλετικής ανωτερότητας. Ενώ ακόμα και στα χρόνια του “ψυχρού πολέμου“ κανείς δεν τόλμησε να αμφισβητήσει τη μέγιστη συμβολή της ΕΣΣΔ ως κύριας δύναμης που έσωσε την Ευρώπη.
Οι κυνικές πολιτικές αναθεωρητισμού αποτελούν προσβολή στον μαζικό ηρωισμό του πολυεθνικού σοβιετικού λαού, στη μνήμη των εκατομμυρίων προγόνων μας που έπεσαν στις μάχες, εξοντώθηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, πέθαναν από την πείνα και φρικτά βασανιστήρια. Οι παραποιητές της ιστορίας προφανώς καθοδηγούνται από την επιθυμία να αποκρύψουν το γεγονός ότι ορισμένες δυτικοευρωπαϊκές χώρες εφάρμοζαν την “πολιτική κατευνασμού“ του Χίτλερ και ήθελαν να κατευθύνουν την επιθετικότητά του προς τη Μόσχα».
Τα αποσπάσματα είναι από άρθρο του ρώσου πρέσβη Αντρέι Μάσλοφ, με τίτλο «75 χρόνια από τη νίκη που διέσωσε την ανθρωπότητα», που δημοσιεύτηκε στο «Βήμα» την περασμένη Κυριακή.
Θα μπορούσε να παρατηρήσει κάποιος ότι πλέον η Σοβιετική Ενωση έχει μετονομαστεί σε Ρωσική Ομοσπονδία, το Λένινγκραντ σε Σανκτ Πέτερμπουργκ (ούτε καν Πέτρογκραντ, όπως ονομαζόταν μέχρι την Οκτωβριανή Επανάσταση), και το Στάλινγκραντ σε Βόλγογκραντ (πάλι καλά που δεν το ξαναείπαν Τσαρίτσιν). Τι γυρεύουν τα θρυλικά ονόματα στα χείλη του ρώσου πρέσβη;
Ρητορικό είναι το ερώτημα. Γνωρίζουμε όλοι ότι το ιμπεριαλιστικό καθεστώς του Πούτιν, παρά το δεδηλωμένο αντικομμουνισμό του, προσπαθεί να ενσωματώσει το Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο και την Αντιφασιστική Νίκη στη δική του εθνικιστική ιδεολογία. Γι’ αυτό και τα βάζει με τους σύγχρονους αναθεωρητές της Ιστορίας.
Οι γερμανοί ιμπεριαλιστές βάλλουν κατά του ναζισμού. Είτε το κάνουν υποκριτικά είτε με ειλικρίνεια, σημασία έχει ότι δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Αντίθετα, οι ρώσοι ιμπεριαλιστές προσπαθούν να καπηλευτούν τη μεγάλη αντιφασιστική νίκη, που επετεύχθη από ένα σοσιαλιστικό καθεστώς, το οποίο κατά τα άλλα καταδικάζουν.
Δεν είναι τόσο η ανάγκη του σημερινού ρωσικού ιμπεριαλιστικού εθνικισμού να ενσωματώσει αυτή τη νίκη στο εθνικιστικό του αφήγημα. Θα μπορούσε κάλλιστα να διαμορφώσει αυτό το αφήγημα χωρίς την Αντιφασιστική Νίκη. Είναι τα 27 εκατομμύρια των νεκρών, οι βετεράνοι που ζουν ακόμα, οι οικογένειες που κρατούν ως ακριβά κειμήλια τα παράσημα και τις φωτογραφίες των ηρώων της οικογένειάς τους. Που αισθάνονται περηφάνεια όταν βαδίζουν κρατώντας αυτές τις φωτογραφίες (ο αδίστακτος Πούτιν βαδίζει μαζί τους κάθε χρόνο, κρατώντας το πορτρέτο του πατέρα του).
Είναι η δύναμη της Ιστορίας που σφραγίζει τον καιροσκοπισμό ενός ιμπεριαλιστικού καθεστώτος. Αυτό που δεν μπορείς να το νικήσεις καλύτερα να το παρουσιάζεις σαν δικό σου. Για να τραβάς -όσο μπορείς- το λαό πίσω σου. Γι’ αυτό ο ρώσος πρέσβης μπορεί να μιλάει αφ’ υψηλού στα αντίπαλα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα. Γιατί σ’ αυτό το θέμα έχει μαζί του τη συντριπτική πλειοψηφία του ρωσικού λαού.
Π.Γ.