Την εικόνα την είδαμε όλοι, και δεν είναι η πρώτη φορά. Οι διαδηλωτές πιάνονται αγκαζέ και προχωρούν καταπάνω στον κλοιό των ΜΑΤ. Δεν κρατούν τίποτα στα χέρια τους, δεν φορούν κράνη, μόνο κάποιες χάρτινες μάσκες. Οταν πλησιάζουν στα δυο μέτρα, οι μπάτσοι αρχίζουν το ψέκασμα. Οταν τους ζαλίσουν σαν κοτόπουλα, βγάζουν τα κλομπ και τους αποτελειώνουν. Το έργο τους είναι πιο εύκολο, καθώς οι διαδηλωτές παραπατούν ζαλισμένοι οπισθοχωρώντας. Οι μπάτσοι –για να τελειώνουν πιο γρήγορα– τους στρώνουν στο κυνήγι και σε δυο-τρία λεπτά ο δρόμος είναι γεμάτος από παπούτσια, κοντάρια από σημαίες και πεταμένα πανό. Η τελευταία σκηνή του τηλεοπτικού πλάνου δείχνει τον επικεφαλής των ΜΑΤάδων με σηκωμένο το χέρι να δίνει το σύνθημα «σταματάμε». Αρκετά τους κυνηγήσαμε, άσ’ τους τώρα να φύγουν.
Από το μπλοκ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ οργανώθηκε και πάλι το σόου «Ο καρπαζοεισπράκτορας διαδηλωτής». Αλλωστε, η μια συνιστώσα αυτού του σχήματος, το ΝΑΡ, είναι αυτή που πρωτοκαθιέρωσε τον γελοίο όρο «ελεγχόμενη σύγκρουση», θέλοντας με τέτοιες κινήσεις να εκτονώσει τους φοιτητές της (η άλλη συνιστώσα, το ΣΕΚ, κρατιέται πάντοτε σε απόσταση ασφαλείας). Από τότε πέρασαν δυο δεκαετίες και ήδη αυτή η επικίνδυνη πρακτική έχει μετατραπεί σε ιδεολογία.
Οργανώνουμε ένα «χάπενινγκ» για να προσφέρουμε στα κανάλια εικόνες του ξυλοδαρμού μας και να μπορέσουμε στη συνέχεια να κάνουμε με μεγαλύτερο εύρος δημοσιότητας τις καταγγελίες μας για την αστυνομική βαρβαρότητα. Καταγγελίες οι οποίες πλέον δεν συγκινούν κανέναν, καθώς κομίζουν γλαύκα εις Αθήνας. Ολος ο ελληνικός λαός γνωρίζει πια πως τα ΜΑΤ κατεβαίνουν στο δρόμο για να δείρουν και όχι για να μαζέψουν τα σκουπίδια.
Αν μιλούσαμε για ατομικό φαινόμενο, θα λέγαμε ότι ένα τσούρμο μαζοχιστές γουστάρουν να τρώνε ξύλο από τα ΜΑΤ. Ομως πρόκειται για πολιτικό φαινόμενο και στα πολιτικά φαινόμενα δε χωράνε καλαμπούρια. Γιατί επιλέγεις τη σύγκρουση με την αστυνομία; Για να σπάσεις μια απαγόρευση υποτίθεται. Οταν όμως δεν την οργανώνεις στοιχειωδώς, τότε δεν πρόκειται καν για επιλογή σύγκρουσης, αλλά για σόου με προορισμό την τηλεοπτική κατανάλωση. Επιδιώκεις τη σωματική επαφή με τους ΜΑΤάδες και μάλιστα χωρίς εσύ να έχεις ούτε δυνατότητα άμυνας. Δένεσαι σε αλυσίδες για να επιτεθείς (υποτίθεται), όταν αυτοί είναι σε ευέλικτο σχηματισμό ατόμων, που εκτός από την ευελιξία έχουν και υπεροπλία. Πας, δηλαδή, όχι για να συγκρουστείς με ελάχιστες έστω πιθανότητες να σπάσεις τον κλοιό τους, αλλά για να φας ξύλο.
Ποιο είναι το μήνυμα που περνάει; Οτι οι μπάτσοι είναι ανίκητοι. Κι όμως, ουκ ολίγες φορές, έχει αποδειχτεί ότι ακόμη και μ’ ένα στοιχειώδες σχέδιο μπορείς να τους διασπάσεις, να φέρεις τη σύγκρουση κοντά στις δικές σου επιχειρησιακές δυνατότητες και να τη διεξαγάγεις με αξιώσεις. Οταν μάλιστα η σύγκρουση είναι προαποφασισμένη από μια πολιτική οργάνωση, τότε θα πρέπει να υπάρχει σχεδιασμός, ώστε να είναι αποτελεσματική. Αλλιώς, είναι προτιμότερο να μην υπάρξει καθόλου σύγκρουση. Γυρνάς και φεύγεις, χωρίς να γίνεις καρπαζοεισπράκτορας των μπάτσων.
Η πρακτική αυτή, που φαίνεται αγωνιστική, ριζοσπαστική, στην πραγματικότητα είναι συντηρητική (για να μην πούμε αντιδραστική). Διαφημίζει το αήττητο των μπάτσων και τη ματαιότητα κάθε σύγκρουσης μαζί τους, εμποδίζοντας έτσι τους ριζοσπάστες των διαδηλώσεων να μελετήσουν και να εφαρμόσουν απλά σχέδια αποτελεσματικής αντιμετώπισης των ειδικών δυνάμεων της Αστυνομίας.
Π.Γ.