«Εχουμε απεγκλωβίσει ξανά ανθρώπους σε ναυάγια, αλλά αυτή τη φορά… παιδιά γυναίκες… το έγκλημα ήταν πέρα από κάθε λογική. Γιατί αν δεν είναι έγκλημα αυτό που κάνουν οι λαθρέμποροι, τότε ποιο είναι;».
Δύτης του Λιμενικού, ονόματι Δημήτρης (αλήθεια, επώνυμο δεν έχει;) περιγράφει στον Στ. Θεοδωράκη («Τα Νέα Σαββατοκύριακο», 15-16.2.2014) πώς βρήκε τα νεκρά γυναικόπαιδα στο καΐκι που βυθίστηκε στο Φαρμακονήσι. «Μικρά παιδιά, γυναίκες, κλεισμένοι στην καμπίνα, με άσχημο καιρό, σε ένα σαπιοκάραβο χωρίς σωσίβια».
Ο δύτης ξέρει πολύ καλά τα περιστατικά και σκόπιμα παρακάμπτει μια κρίσιμη λεπτομέρεια: όταν το σαπιοκάραβο βυθίστηκε δεν ήταν στα χέρια των δουλέμπορων, ήταν στα χέρια του ελληνικού Λιμενικού, που το είχε πλευρίσει με το ταχύπλοο και ασφαλές σκάφος του, το είχε δέσει και το ρυμουλκούσε. Δεν έχει καμιά σημασία αν το ρυμουλκούσε προς το Φαρμακονήσι, όπως ισχυρίζεται το Λιμενικό, ή προς τα τουρκικά παράλια, όπως υποστηρίζουν (απολύτως βάσιμα οι πρόσφυγες). Σημασία έχει ότι είχαν υπό τον έλεγχό τους ένα σκάφος γεμάτο ανθρώπους, ότι είχαν δει πως στην καμπίνα του υπήρχαν άνθρωποι (κι αν δεν το είχαν δει αμέσως, όφειλαν να το δουν ανεβαίνοντας στο καΐκι) κι ότι έδεσαν και άρχισαν να ρυμουλκούν ένα σκάφος χωρίς οι ίδιοι να πάρουν οποιοδήποτε μέτρο ασφάλειας για τους επιβάτες του. Οταν έχει καιρό, το πρώτο που κάνεις είναι να μοιράσεις σωσίβια. Ειδικά όταν ξέρεις ότι οι άνθρωποι που επιβαίνουν στο παλιοκάικο δεν έχουν ιδέα από θάλασσα, είναι «άναυτοι», όπως δήλωσε ο… θαλασσόλυκος Βαρβιτσιώτης.
Ο δύτης παρέλειψε αυτή την κρίσιμη λεπτομέρεια και ο δημοσιογράφος έκανε πως δεν κατάλαβε την παράλειψη. Δεν χρειάζεται να είσαι άνθρωπος της θάλασσας για να καταλάβεις, αρκεί η απλή λογική. Οταν το σαπιοκάικο βρίσκεται υπό τον έλεγχο του Λιμενικού, που υποτίθεται ότι κάνει επιχείρηση διάσωσης, πώς μπορεί να αναζητά κανείς ευθύνες σε οποιονδήποτε άλλο;
Ο δημοσιογράφος ξέρει την αλήθεια, όπως αποκαλύπτεται απ’ αυτά που γράφει: «Αλλος περίμενε 5 μήνες, άλλος 2. Και τελικά οι δουλέμποροι βρήκαν έναν 20χρονο Σύρο που είχε μόνο 400 ευρώ, τον όρισαν καπετάνιο και το βράδυ της Κυριακής 19 Γενάρη του είπαν να ξεκινήσει για την Ελλάδα. Η βάρκα χάλασε λίγα μέτρα από το Φαρμακονήσι με 6 μποφόρ και κύματα 2 μέτρων. Εντεκα πνίγηκαν, δεκαέξι διασώθηκαν».
Πλήρης παραποίηση των γεγονότων. Σαν να ναυάγησαν οι πρόσφυγες μόνοι τους και το Λιμενικό έσπευσε για διάσωση, αλλά δεν πρόλαβε να τους σώσει όλους. Ενώ όλοι γνωρίζουμε ότι το Λιμενικό έφτασε τη βάρκα με τους πρόσφυγες, την έδεσε και κατά τη ρυμούλκησή της έγινε το ναυάγιο. Ο Θεοδωράκης, πίσω από ένα δακρύβρεχτο τοίχος για τους δυστυχείς πρόσφυγες, προσπαθεί να κρύψει ένα εν ψυχρώ έγκλημα, για το οποίο οι άνδρες του Λιμενικού έπρεπε να είναι ήδη κατηγορούμενοι με πολλαπλά κακουργήματα ως φυσικοί αυτουργοί και οι πολιτικοί και υπηρεσιακοί τους προϊστάμενοι ως ηθικοί αυτουργοί.
Ο προκλητικός τρόπος με τον οποίο προσπαθούν να συγκαλύψουν το έγκλημα η κυβέρνηση, οι δικαστικές αρχές και οι «ενσωματωμένοι» δημοσιογράφοι τους καθιστά συνένοχους. Και αποδεικνύει –από μια άλλη πλευρά– πως το έγκλημα δεν ήταν εξ αμελείας, αλλά εκ προμελέτης. Βούλιαξαν το σαπιοκάικο και έπνιξαν τους πρόσφυγες για να στείλουν μήνυμα σε όσους δοκιμάζουν να διασχίσουν το Αιγαίο, ότι θα αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο του πνιγμού.
Π.Γ.