Οι φετινές νομαρχιακές και δημοτικές εκλογές επιβεβαίωσαν με τον πιο σαφή και κατηγορηματικό τρόπο την πλήρη αποπολιτικοποίηση της εκλογικής διαδικασίας. Για πρώτη φορά τόσο φανερά τα κόμματα έπαιξαν με την εικόνα των υποψηφίων, βάζοντας στη μπάντα την ουσία και τα προγράμματα (την προεκλογική υποσχεσιολογία). Το γεγονός ότι δεν υπήρχε λαϊκό ενδιαφέρον διευκόλυνε ώστε το πολιτικό παιχνίδι να παιχτεί σε επίπεδο μάρκετινγκ και διαφήμισης και να φτάσουμε για πρώτη φορά σε καθαρή αμερικανοποίηση μιας εκλογικής διαδικασίας.
Δημιουργείται έτσι σιγά-σιγά μια καινούργια πολιτική παράδοση, που την αποδέχονται και οι ψηφοφόροι (πάντα αυτές οι διαδικασίες είναι αμφίπλευρές). Για να ξανακερδίσει ύστερα από χρόνια τον Πειραιά το ΠΑΣΟΚ χρειάστηκε να επιστρατεύσει ένα διάσημο πρόσωπο, που η αθλητική του φήμη υπερτερεί και σκεπάζει το όποιο πολιτικό του μπαγκράουντ. Για να κάνει το «μπαμ» στο Δήμο Αθήνας ο ΣΥΝ χρειάστηκε να επιστρατεύσει ένα πρόσωπο που «έγραφε» στο γυαλί και του οποίου προβλήθηκε μόνο η εικόνα και όχι το πολιτικό της περιεχόμενο. Μπορεί ο Τσίπρας να αποδειχτεί ένα αξιόλογο στέλεχος του ΣΥΝ και του πολιτικού συστήματος, το ποσοστό όμως σ’ αυτές τις εκλογές το πήρε η εικόνα του συμπαθούς νέου και όχι το πολιτικό στέλεχος Τσίπρας. Αντίθετα, την προηγούμενη τετραετία ο Φ. Κουβέλης, πολιτικό στέλεχος πρώτης γραμμής, πήρε μόνο το μισό ποσοστό του Τσίπρα. Το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να πάρει και να κρατήσει την υπερνομαρχία Αθήνας-Πειραιά με ένα χαμογελαστό πρόσωπο που δε μπορεί να αρθρώσει περισσότερες από τρεις προτάσεις και πολιτικά κουβαλάει μόνο το όνομα του πατέρα της και τίποτ’ άλλο.
Μπορεί κανείς να δει το ίδιο φαινόμενο και αντίστροφα. Ο Χαλβατζής είναι σημαίνον πολιτικό στέλεχος του Περισσού, δεκαετίες στην ηγετική ομάδα, όσο και να προσπαθήσει, όμως, δεν πρόκειται να πιάσει το ποσοστό του μακαρίτη Λ. Αυδή, που ήταν ένα πρόσωπο που «έγραφε» στο γυαλί και κέρδιζε ευρύτερη συμπάθεια. Στη ΝΔ το ρεκόρ πρώτου γύρου στην Αθήνα εξακολουθεί να το έχει ο Αβραμόπουλος, ο άνθρωπος των μίντια, με δεύτερη τη Ντόρα και τρίτο τον Κακλαμάνη.
Πρέπει να θεωρούμε σίγουρο ότι τα αστικά κόμματα, βλέποντας αυτή την εξέλιξη, θα φροντίσουν (αρχής γενομένης από τις ερχόμενες βουλευτικές εκλογές) να ρίξουν περισσότερο βάρος σ’ αυτό το πολιτικό «λάιφ στάιλ», που κυριαρχεί το φαίνεσθαι και όχι το είναι. Αναζητώντας την εύνοια (έστω και μερική) των ΜΜΕ, που για τους δικούς τους λόγους αναζητούν νέα πρόσωπα που να «περνά» η εικόνα τους. Γιατί με την προβολή αυτών των προσώπων δυναμώνουν το δικό τους διαμεσολαβητικό ρόλο. Σπάνε σε κρίσιμους κρίκους τη σχέση «αστικά κόμματα – εκλογικό σώμα», παρεμβαίνουν διαμεσολαβητικά και έτσι ανεβάζουν τη δική τους δύναμη και εξαρτούν ακόμη περισσότερο τα αστικά κόμματα και τα πολιτικά τους στελέχη, δημιουργώντας «λόμπι».
Θα το ξαναπούμε για πολλοστή φορά. Εμείς δεν έχουμε κανένα λόγο να θρηνούμε για την κατάντια της αστικής πολιτικής και την απαξίωση του πολιτικού συστήματος. Μέλημά μας ήταν και παραμένει η ανατροπή των διεργασιών στο κοινωνικό σώμα, για να προκύψει επανενεργοποίηση και η αναζήτηση μιας νέας πολιτικής.
Π.Γ.