Οποιος παρακολουθεί τα τεκταινόμενα των τελευταίων ημερών στην ΕΕ (σύνοδοι των τεσσάρων του G8 στο Παρίσι και του Ecofin στο Λουξεμβούργο) το πρώτο συμπέρασμα που βγάζει είναι ότι η πολυδιαφημισμένη «κοινοτική αλληλεγγύη» έχει πάει περίπατο. Η πρόταση του Σαρκοζί (που την υποστήριξε και ο Μπερλουσκόνι) για τη δημιουργία ενός διακρατικού fund που θα παρεμβαίνει για να ενισχύσει τις παραπαίουσες τράπεζες, απορρίφθηκε, λόγω της σθεναρής αντίθεσης της Μέρκελ. Το έργο επαναλήφθηκε στο Ecofin, το οποίο κατέληξε στο συμπέρασμα «ο καθένας μόνος του και όπως μπορεί, φτάνει να μη δημιουργεί προβλήματα στους άλλους». Για πρώτη φορά η ΕΕ δοκιμάζεται από μια τόσο επιθετική και βαθιά κρίση κι αμέσως η έννοια της «κοινοτικής αλληλεγγύης» εξαφανίστηκε.
Στην πραγματικότητα «κοινοτική αλληλεγγύη» ουδέποτε υπήρξε μ’ αυτή την έννοια. Κοινοτική αλληλεγγύη υπήρχε (και εξακολουθεί να υπάρχει) μεταξύ των καπιταλιστικών χωρών απέναντι στο προλεταριάτο και τους λαούς. Ουδέποτε στην ιστορία της ΕΕ υπήρξε φαινόμενο διάσπασης της αλληλεγγύης των κυβερνήσεων όταν αποφασίζουν και προωθούν αντεργατικά και αντιλαϊκά μέτρα. Ακόμη και τώρα, αποφάσισαν να χαλαρώσουν το Σύμφωνο Σταθερότητας όταν πρόκειται να στηρίξουν παραπαίουσες τράπεζες, όχι όμως για να στηριχτούν μισθοί και συντάξεις και να διευρυνθεί η ισχνή βάση κοινωνικής προστασίας που απέμεινε από το πάλαι ποτέ ευρωπαϊκό «κοινωνικό κράτος». Αν κάποια κυβέρνηση –στριμωγμένη έστω από κινητοποιήσεις εντός της επικράτειάς της– δοκιμάσει να κάνει κάτι τέτοιο, ο πέλεκυς της κοινωνικής επιτήρησης θα πέσει βαρύς επί της κεφαλής της.
Οχι όμως «κοινοτική αλληλεγγύη» που θα εμποδίσει τη διεξαγωγή του διιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού. Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός αναπτύσσεται μονόπλευρα και προπαντός ανισόμετρα. Η κρίση επιφέρει καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και υπαξίωση κεφαλαίων. Η κρίση επιταχύνει τις διαδικασίες συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης του κεφάλαιου (τις βλέπουμε ήδη με τις εξαγορές γιγάντιων τραπεζικών μονοπωλίων από άλλα). Η κρίση οξύνει τον διιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό για το ξαναμοίρασμα των αγορών και των σφαιρών τοποθέτησης κεφάλαιου. Ενα ξαναμοίρασμα που δε μπορεί να γίνει παρά μόνο με ένα τρόπο: ανάλογα με τη δύναμη του κεφάλαιου, όπως έγραφε ο Λένιν στο μεγαλοφυές έργο του «Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», την επικαιρότητα του οποίου επαναβεβαιώνουμε τούτες τις μέρες.
Πώς ξαναμοιράζεται η «πίτα» στο πλαίσιο της «Ευρωλάνδης»; Δε μπορούμε να το πούμε, γιατί η κρίση βρίσκεται ακόμα στην αρχή. Αυτή τη στιγμή ζούμε τη φάση της υπαξίωσης του χρηματικού κεφάλαιου, η οποία επεκτείνεται στην παραγωγή και στην κυκλοφορία των εμπορευμάτων. Τα «μεγάλα χτυπήματα» άρχισαν από τις τράπεζες και θα επεκταθούν στη βιομηχανία. Οι κυβερνήσεις αναδιπλώνονται σε «εθνικιστικές στάσεις», όπως σημειώνουν οι αθεράπευτοι ευρωλάγνοι. Στην πραγματικότητα, αυτό που συμβαίνει είναι η (εγγενής και στο μονοπωλιακό καπιταλισμό) τάση ενίσχυσης της εθνικής βάσης εξόρμησης του χρηματιστικού κεφάλαιου, ώστε να μπορέσει πρώτο να διαχειριστεί αμυντικά την κρίση και δεύτερο να βγει ενισχυμένο έναντι των ανταγωνιστών του απ’ αυτή.
Τι δουλειά έχει το προλεταριάτο μ’ όλ’ αυτά; Απολύτως καμία. Το προλεταριάτο πρέπει να κάνει αυτό που δεν κάνει: ν’ αλλάξει την ατζέντα. Να διαχωριστεί απόλυτα από τον εθνικισμό του κεφάλαιου και να βάλει στο κέντρο τα δικά του ταξικά συμφέροντα.