«Ημέρα ΔΕΘ» σήμερα. Ο Μητσοτάκης θα κάνει τις ανακοινώσεις του για την οικονομική πολιτική (όπως κάθε πρωθυπουργός εδώ και πολλές δεκαετίες) και απέξω θα γίνουν οι εθιμοτυπικές διαδηλώσεις.
Ηδη, οι μηχανές της κυβερνητικής προπαγάνδας έχουν πάρει μπροστά και τα παπαγαλάκια μεταφέρουν από το υπόγειο του μεγάρου Μαξίμου «αποκλειστικές πληροφορίες» για τα «αντισταθμιστικά μέτρα» που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός.
Αντισταθμιστικά σε τι; Στην ακρίβεια που καλπάζει και κατατρώει σαν σμήνος από ακρίδες τα περιορισμένα βαλάντια των λαϊκών νοικοκυριών; Κάτι για τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στα καύσιμα ακούγεται, κάτι για διεύρυνση των κριτηρίων χορήγησης του επιδόματος θέρμανσης και άλλα τέτοια, όλα δημοσιονομικής φύσης.
Ομως, οι τιμές των προϊόντων και των υπηρεσιών, με τα οποία η εργατική τάξη συντηρεί και αναπαράγει την εργατική της δύναμη (αυτή που αποτελεί την πηγή κάθε πλούτου και την πηγή των κερδών της κεφαλαιοκρατίας) είναι άμεσα συναρτημένη με το μεροκάματο και το μισθό. Το μεροκάματο και ο μισθός επαρκούν για να αγοράσεις σε ορισμένες ποσότητες τα χρειώδη. Οταν οι τιμές των χρειωδών αυξάνονται, τότε το μεροκάματο και ο μισθός δεν επαρκούν. ‘Η θα πάρεις αύξηση στο μισθό, ώστε να ισοφαρίσεις τις ανατιμήσεις των χρειωδών, ή -αν δεν πάρεις αύξηση- αναγκαστικά θα προμηθεύεσαι μικρότερη ποσότητα από τα χρειώδη.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη είχε μια ευκαιρία. Ο τρόπος που τη διαχειρίστηκε δείχνει τις προθέσεις της. Αναφερόμαστε στον κατώτατο μισθό που, κατά τα μνημονιακά χρόνια, πρώτα πετσοκόπηκε και μετά έγινε αποκλειστική αρμοδιότητα της κυβέρνησης (και όχι της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας).
Στα τέλη του Ιούλη, λοιπόν, σε συνθήκες που η ακρίβεια στην αγορά είχε ήδη κάνει την εμφάνισή της και ήταν γενικά παραδεκτό πως θα καλπάσει τους επόμενους μήνες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακοίνωσε το νέο κατώτατο μισθό: 13 ευρώ αύξηση, από 1.1.2022! Ούτε ένα κουλούρι την ημέρα, σχολιάζαμε στο σχετικό άρθρο μας.
Είναι μια «συνετή αύξηση η οποία στηρίζει όσο γίνεται την αγοραστική δύναμη των εργαζομένων, χωρίς να θέτει σε κίνδυνο επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας», δήλωνε, με το νεοφιλελεύθερο θράσος που τον χαρακτηρίζει, ο Χατζηδάκης. Στην απόφασή της, η κυβέρνηση επικαλούνταν τις προβλέψεις διεθνών οργανισμών για την ανάπτυξη, που κυμαίνονταν για το 2021 μεταξύ 3,3% και 4,3% και για το 2022 μεταξύ 5,3% και 6%, για να δώσει αύξηση στον κατώτατο μισθό 0% το 2021 και 2% (κάτι λιγότερο από ένα κουλούρι την ημέρα το 2022).
Ανεξάρτητα από την ορθότητα ή μη αυτών των προβλέψεων και ανεξάρτητα από το ότι η τιμή της εργατικής δύναμης (ο μισθός) δεν πρέπει να συνδέεται με τα σκαμπανεβάσματα της καπιταλιστικής παραγωγής, αλλά με την αξία της εργατικής δύναμης (με τα έξοδα συντήρησης της εργατικής οικογένειας), η κυβέρνηση Μητσοτάκη έλεγε «μέσα στα μούτρα» των εργατών, ότι από μια αύξηση του ΑΕΠ περίπου μεταξύ 9% και 11% σωρευτικά τη διετία, οι εργάτες θα πάρουν μόνο 1% (τόσο κάνει το 2% σε επίπεδο διετίας). Το υπόλοιπο θα πάει στους καπιταλιστές!
Οι εργάτες και γενικότερα οι μισθωτοί εργαζόμενοι έχουν ν’ αντιμετωπίσουν και την ακρίβεια. Τι έλεγε τον Ιούλη η κυβέρνηση Μητσοτάκη στις ανακοινώσεις της; Οτι οι πραγματικές αυξήσεις στα κατώτατα όρια μισθών και μεροκάματων είναι μεγαλύτερες, γιατί έχουμε και… αρνητικό πληθωρισμό (-1,3%)! Σε κάθε επίσκεψη στο σούπερ μάρκετ οι εργαζόμενοι τον βλέπουν τον… αρνητικό πληθωρισμό.
Ναι, αλλά και οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις, οι ελαφρύνσεις υπέρ των ασθενέστερων είναι έμμεση ενίσχυση των εργαζόμενων, φωνάζουν τα παπαγαλάκια, νομίζοντας πως απευθύνονται σε ηλίθιους.
Στη μέση περίπου της μνημονιακής δεκαετίας, καθιερώθηκε το διαβόητο «κοινωνικό μέρισμα». Πρώτοι οι Σαμαροβενιζέλοι μοίρασαν κάτι πεντακοσάρικα. Ακολούθησαν οι Τσιπροκαμμένοι, ενώ ο Μητσοτάκης δεν μοιράζει «ζεστό» χρήμα, αλλά στοχευμένες μειώσεις κάποιων φόρων. Το ίδιο ετοιμάζεται να κάνει και σήμερα στη Θεσσαλονίκη.
Τι είναι αυτό το «κοινωνικό μέρισμα»; Είναι ό,τι περισσεύει από την υπεραπόδοση των σκληρών μνημονιακών μέτρων. Αρα, δεν μοιράζει έμμεσο μισθό η κάθε κυβέρνηση, αλλά δίνει πίσω ένα απειροελάχιστο ποσοστό αυτών που έχει αρπάξει με τα κάθε είδους χαράτσια.
Αυτό που περισσεύει και διανέμεται υπό τον βαρύγδουπο τίτλο «κοινωνικό μέρισμα» διανέμεται με προνοιακά κριτήρια. Συχνά δε υποκρύπτει περισσότερη στήριξη συγκεκριμένων καπιταλιστικών κλάδων. Για παράδειγμα, η διεύρυνση των κριτηρίων χορήγησης του επιδόματος θέρμανσης (αν γίνει) θα αφορά και πάλι μια μειοψηφία εργαζόμενων και χαμηλοσυνταξιούχων, όχι τη μεγάλη πλειοψηφία που θα πληγεί σφοδρά, όχι μόνο για να εξασφαλίσει τη θέρμανσή της το χειμώνα, αλλά και για τις αναγκαίες μετακινήσεις της. Η διεύρυνση των κριτηρίων για το λεγόμενο κοινωνικό τιμολόγιο της ΔΕΗ (αν γίνει) θα αφορά κι αυτή μια μειοψηφία, ενώ η πλειονότητα των εργαζόμενων νοικοκυριών πλήττεται ήδη από τα φουσκωμένα τιμολόγια ενός άκρως απαραίτητου για τη διαβίωση αγαθού (ούτε στην ασετυλίνη ούτε στη φουφού μπορούμε να γυρίσουμε). Οσο για τον μειωμένο ΦΠΑ στους σερβιριζόμενους καφέδες, τι να πούμε; Πρόκειται για κοροϊδία, που υποκρύπτει τη σκοπιμότητα της ενίσχυσης του κλάδου των κάθε είδους καφεπωλείων.
Προσπαθήσαμε με απλές σκέψεις και αδιαμφισβήτητα επιχειρήματα να δείξουμε αυτό που έχει αποκαλύψει ο Μαρξ, ως μεγάλος δάσκαλος της Πολιτικής Οικονομίας, και που το εργατικό κίνημα για πάνω από έναν αιώνα θεωρούσε ως βασικό κανόνα των διεκδικήσεών του: η αύξηση των τιμών στα είδη πλατιάς κατανάλωσης αντισταθμίζεται μόνο με την αύξηση μεροκάματων και μισθών.
Σε χθεσινή ανάλυσή μας για τον πληθωρισμό, καταλήγαμε ως εξής: Η εργατική τάξη σε Ευρώπη και ΗΠΑ ήδη πληρώνει την υγειονομική κρίση με ανεργία και μείωση των μεροκάματων. Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο ζοφερή με τον πληθωρισμό. Το μόνο εμπόρευμα του οποίου η τιμή δεν αυξάνεται είναι η εργατική δύναμη (δηλαδή το σύνολο των μυϊκών και εγκεφαλικών δεξιοτήτων-ικανοτήτων του εργάτη, που αξιοποιεί για να δουλεύει και να παράγει την υπεραξία που καρπώνεται το σύνολο της κεφαλαιοκρατίας: βιομήχανοι, έμποροι, τραπεζίτες, κτηματίες), παρότι οι μύες και εγκεφαλικές ίνες χρειάζονται τα ανατιμημένα τρόφιμα για να αναπαραχθούν.
H κρίση είναι διπλή. Δεν πρόκειται μόνο για ένα κύμα πληθωρισμού και ακρίβειας, που κάθε άλλο παρά παροδικό είναι, αλλά και για την υγειονομική κρίση. Η πανδημία εξακολουθεί να είναι παρούσα και να σωριάζει μια εκατόμβη νεκρών κάθε δυόμισι μέρες. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως έδειξε και το καλοκαίρι, δεν είναι διατεθειμένη να εγκαταλείψει την εγκληματική της πολιτική.
Από Δευτέρα ανοίγει τα σχολεία, με υγειονομικά πρωτόκολλα του αίσχους. Ακόμα και η νεόκοπη αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, που είναι γιατρός πνευμονολόγος, δεν μπόρεσε να υπερασπιστεί τα πρωτόκολλα της Κεραμέως (και των λοιμωξιολόγων – κυβερνητικών υπαλλήλων) και αναγκάστηκε να δηλώσει πως «εάν υπάρξουν πολλά κρούσματα στα σχολεία, θα δούμε αν πρέπει να γίνουν αλλαγές»! Κοντολογίς, ενώ είχαν όλο το χρόνο να κάνουν αυτά που δεν έκαναν πέρυσι (μικρότερα τμήματα, περισσότεροι εκπαιδευτικοί, κυρίως), άφησαν τα πράγματα ως είχαν και παίζουν τη δημόσια υγεία στα ζάρια.
Θα το ξαναγράψουμε, λοιπόν, χωρίς να ζητάμε συγγνώμη για την επανάληψη: αν δεν πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας, η διπλή πλέον κρίση, υγειονομική και οικονομική, θα μας λιώσει αλύπητα σαν μέγκενη.