Ηταν θλιμμένη (και) η φετινή Πρωτομαγιά. Οχι (μόνο) γιατί παραγκωνίστηκε κατά δέκα μέρες από το ορθόδοξο Πάσχα, αλλά γιατί δεν υπήρξε τίποτα που να μας κάνει πιο χαρούμενους, πιο αισιόδοξους σε σχέση με πέρυσι. Λες και ο χρόνος δεν κύλησε. Λες και τα ρολόγια έμειναν ακίνητα.
Τίποτα, όμως, δεν έμεινε ακίνητο. Τίποτα δεν μένει ακίνητο ποτέ. Ολα αλλάζουν. Πολλά άλλαξαν μέσα σ’ αυτό το χρόνο. Κι αν βάλουμε ως σημείο αναφοράς την εργατική τάξη, πολλά άλλαξαν σε βάρος της. Η ανεργία αυξήθηκε, η ακρίβεια θερίζει και τα μεροκάματα μένουν παγωμένα, η κεφαλαιοκρατία με την κυβέρνησή της ετοιμάζουν τη μεγάλη ανατροπή στις εργασιακές σχέσεις, το ασφαλιστικό μπαίνει και πάλι στην κλίνη του Προκρούστη.
Για κάποιους από μας η φετινή Πρωτομαγιά στο Πέραμα ήταν μια ανάσα. Μια ανάσα που την ρουφήξαμε αχόρταγα και μας αναζωογόνησε. Δεν πάθαμε παράκρουση, όμως. Ούτε τυφλωθήκαμε. Ξέρουμε πολύ καλά, πως αυτή η τόσο σημαντική εκδήλωση δεν αγκάλιασε το σύνολο της εργατικής τάξης, ούτε καν την πλειοψηφία των εργατών της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης, που ήταν οι οικοδεσπότες μας. Οπως δεν την αγκάλιασαν και οι διάφορες κομματικές φιέστες που στήθηκαν, που μπορεί συνολικά να είχαν περισσότερο κόσμο απ’ αυτόν που μαζεύτηκε στο Πέραμα, ήταν και πάλι φανερό, όμως, ότι δεν αφορούσαν την εργατική τάξη, αλλά τις κομματικές και συνδικαλιστικές γραφειοκρατίες.
Δεν περιμέναμε να γίνει τίποτα το διαφορετικό. Γιατί το ζήτημα δεν είναι ποιος και πώς καλεί την εργατική τάξη, αλλά σε τί κατάσταση βρίσκεται η ίδια η εργατική τάξη. Ποια είναι τα κουράγια της, τί αντιστάσεις αναπτύσσει, αν αισιοδοξεί ή είναι βουτηγμένη στην απογοήτευση. Πρέπει να είναι κανείς εντελώς εκτός πραγματικότητας για να υποστηρίξει πως η κατάσταση στο εργατικό κίνημα είναι καλή. Οχι, είναι κακή και δεν ξέρουμε αν υπάρχει περιθώριο να γίνει χειρότερη.
Ας μη διαβαστεί αυτό σαν κήρυγμα απογοήτευσης και αποστράτευσης. Τούτη η εφημερίδα και η συλλογικότητα που την εκδίδει έχουν κατηγορηθεί μόνο για υπεραισιοδοξία. Δεν μας αντιστοιχεί, όμως, τέτοιες μέρες, να παραμυθιάζουμε τον κόσμο με ταρατατζούμ και εγερτήρια σαλπίσματα. Είναι για μας (και) μέρες περισυλλογής. Μέρες ταξικού απολογισμού, που αποτελεί πάντοτε τη βάση για κάθε νέο ξεκίνημα.
Εμείς θέτουμε το ερώτημα: «ως πότε;». Είναι δουλειά της εργατικής τάξης και όχι δική μας να δώσει την απάντηση. Εμείς για ένα μπορούμε να δεσμευτούμε. Οτι θα είμαστε πάντοτε παρόντες, ενεργοί, μάχιμοι. Θα ξεσκεπάζουμε κάθε πτυχή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας. Θα κάνουμε ζύμωση με βάση τις επαναστατικές ιδέες. Θα είμαστε αλληλέγγυοι σε κάθε κίνημα, σε κάθε αγωνιστή, σε κάθε σκίρτημα. Δεν μπορούμε, όμως, να υποκαταστήσουμε την εργατική τάξη. Δεν σπρώχνουμε στην «ανάθεση». Δεν ζητούμε να μας αναθέσει η εργατική τάξη να την εκπροσωπήσουμε. Πρέπει η ίδια να πάρει την υπόθεσή της στα δικά της χέρια.