«Σας ρίχνουν το τυρί και δεν σας δείχνουν τη φάκα», δήλωσε στους εκπροσώπους των ΜΜΕ ο Χρήστος Τσιγαρίδας, αποχωρώντας από το ειδικό δικαστήριο του Κορυδαλλού, μετά την ανακοίνωση της απόφασης για την υπόθεση του ΕΛΑ. Σε μια υπέροχη ένδειξη επαναστατικής συνέπειας ο αγωνιστής Τσιγαρίδας δεν θέλησε να μιλήσει για τον εαυτό του και για τα 800 και πλέον χρόνια φυλακή που συνεπάγεται αυτή η απόφαση, αλλά προσπάθησε να τραβήξει την προσοχή μας σ’ αυτό που συνεπάγεται αυτή η απόφαση για το κοινωνικό μας κίνημα.
Εχουμε άραγε συνειδητοποιήσει τί δρόμος άνοιξε με αυτή την απόφαση; Eχουμε συνειδητοποιήσει τί σημαίνει η νομολόγηση της αρχής της «συλλογικής ευθύνης» στην πολιτική και κοινωνική δράση; Αυτό ακριβώς το καμπανάκι χτύπησε ο Χρ. Τσιγαρίδας, χαρακτηρίζοντας «δευτερεύον» θέμα τη δική του ποινική μεταχείριση. Το ζήτημά μας, βέβαια, δεν είναι η γενναία στάση Τσιγαρίδα. Αυτός είναι φτιαγμένος από εκείνη την παλιά καλή πάστα των αγωνιστών που ξέρουν να βάζουν μπροστά το «εμείς» και όχι το «εγώ», το κοινωνικό και όχι το ατομικό (το έδειξε, άλλωστε, και την επόμενη μέρα, αρνούμενος να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο για τις εισαγγελικές προτάσεις επί των ποινών και δηλώνοντας ότι το κύριο ζήτημα είναι η απεργία πείνας των πολιτικών κρατούμενων). Το ζήτημα είναι η άποψη που εξέφρασε ο Τσιγαρίδας και η ιδιαίτερη έμφαση που της έδωσε μόνον αυτός. Μακριά από κάθε στενά νομική ερμηνεία, κατευθείαν στην καρδιά του πολιτικού ζητήματος που εγείρεται.
Η συγκεκριμένη δικαστική απόφαση έχει τα «πριν» και τα «μετά» της. Τα «πριν» τα γνωρίζουμε. Είναι οι διαδοχικοί τρομονόμοι και η ελληνική εκδοχή του δόγματος Μπους, όπως την βλέπουμε να εφαρμόζεται την τελευταία διετία. Τα «μετά» δεν τα είδαμε ακόμη, αλλά μπορούμε να τα φανταστούμε. Η απειλή της «συλλογικής ευθύνης» ρίχνει βαριά τη σκιά του τρόμου πάνω στο μαχόμενο κοινωνικό κίνημα, με στόχο να λειτουργήσει αποτρεπτικά στους μελλοντικούς αγώνες. Οχι κατ’ ανάγκη ένοπλους, αλλά μαχητικούς, βίαιους, έξω από τα πλαίσια της αστικής νομιμότητας.
Κομμάτι αυτών των «μετά», αν και διεξάγεται στο παρόν, είναι και η έσχατη λύση που επέλεξαν οι πολιτικοί κρατούμενοι για την υπόθεση της 17Ν, να βάλουν την ίδια τους τη ζωή «ενέχειρο» για να κερδίσουν το δικαίωμα να βλέπουν ένα κομμάτι ουρανό μέσα στη φυλακή.
Οσες και όσοι είναι έτοιμοι να «καταπιούν» και αποφάσεις ναζιστικού τύπου, όπως αυτή για τη «συλλογική ευθύνη», και καθεστώτα εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων του συστήματος, είτε αδιαφορώντας είτε -ακόμη χειρότερα- επινοώντας ντροπιασμένες θεωρίες, επιλέγουν να ζήσουν στη σκιά του τρόμου, να συμβιώσουν μ’ αυτόν, να αρκεστούν στα όρια που τους βάζει. Οσοι θέλουμε να δούμε τον ήλιο, ν’ ανασάνουμε ελεύθερο αέρα, ας κινηθούμε από τώρα. Γιατί αύριο οι συνθήκες θα είναι χειρότερες.