Μια απλή σύγκριση αρκεί για να μας δώσει το στίγμα της περιόδου που διανύουμε, σε ό,τι αφορά τις πολιτικές δυνάμεις που διαχειρίζονται το σύστημα για λογαριασμό του κεφαλαίου.
Ο ίδιος ο Τσίπρας εμφανίστηκε στο πλευρό του Ιερώνυμου για να ανακοινώσει ότι χαρίζει στο ιερατείο περιουσία του Δημοσίου (που οι δεσποτάδες διεκδικούσαν ως δική τους, επικαλούμενοι χρυσόβουλα και φιρμάνια, λες και το ελληνικό κράτος αποτελεί συνέχεια της βυζαντινής και της οθωμανικής αυτοκρατορίας), την ίδια στιγμή που οι υπουργοί του καταθέτουν σωρηδόν εφέσεις εναντίον δικαστικών αποφάσεων για αναδρομικά συνταξιούχων και προαναγγέλλουν με ωμότητα ότι αναδρομικά δεν πρόκειται να δοθούν.
Λεφτά για το σύστημα του ιερατείου υπάρχουν (όπως υπάρχουν και για παραγγελίες οπλικών συστημάτων), δεν υπάρχουν όμως για μια -μικρή έστω- ανακούφιση των συνταξιούχων, που από το 2010 υπέστησαν απανωτές επιδρομές στη σύνταξή τους.
Ετσι, οι συνταξιούχοι οδηγούνται ως πρόβατα επί σφαγήν στον πάγκο μεγαλοδικηγόρων που τους υπόσχονται δικαίωση μέσω δικαστικών προσφυγών, ενώ η κυβέρνηση εναγκαλίζεται με την πλειοψηφία του ιερατείου, η οποία προσφέρεται -έναντι αδράς αμοιβής, φυσικά- να τη στηρίξει στον προεκλογικό της αγώνα.
Το προεκλογικό σκηνικό της απάτης στήνεται και πάλι. Ο,τι λέγεται και ό,τι γίνεται αποτελεί στοιχείο αυτού του σκηνικού. Δεν είναι βέβαια ίδιο μ' αυτό του 2014, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έταζε πως αν του δοθεί η κοινοβουλευτική πλειοψηφία, θα καταργήσει τα Μνημόνια και όλους τους εφαρμοστικούς τους νόμους με ένα νόμο σε ένα άρθρο. Είναι, όμως, ίδιο επί της ουσίας: σκηνικό απάτης και εξαπάτησης.
Δεν είναι ίδιο και το κοινό για το οποίο προορίζεται η παράσταση των «μάγων». Μέχρι το 2015, το κοινό πίστευε ότι οι «μάγοι» θα του λύσουν όλα τα προβλήματα. Αυτά που δεν μπόρεσε να λύσει το ίδιο με τις ατελείς και ατελέσφορες κινητοποιήσεις του, είτε επρόκειτο για τις 24ωρες απεργίες της ΓΣΕΕ είτε για τις πλατείες της οργής.
Με διαψευσμένες εκείνες τις -εξαρχής φρούδες- ελπίδες, το κοινό έχει γονατίσει, έχει απογοητευθεί, έχει καταληφθεί από το σύνδρομο της ήττας. Πάνω σ' αυτό το σύνδρομο της ήττας πατούν τώρα οι νικητές κι αλλάζουν τα «μαγικά» τους. Οχι μεγάλες υποσχέσεις πλέον. Τα Μνημόνια ήταν σκληρά, αλλά παρ' όλα τα λάθη τους ήταν απαραίτητα. Η επιστροφή στο παρελθόν της… ευμάρειας απαγορεύεται.
Πρέπει να ασκηθεί μια «λελογισμένη» οικονομική και κοινωνική πολιτική. Διότι ο μέγας στόχος, η νέα «μεγάλη ιδέα του έθνους» είναι η ανάπτυξη. Την οποία μόνο οι ξένοι επενδυτές μπορούν να φέρουν. Η Ελλάδα πρέπει να γίνει χώρα «φιλική στις επενδύσεις». Και να ξανακερδίσει την «εμπιστοσύνη των αγορών», για να τη δανείζουν με «λογικά» επιτόκια, ώστε με τα νέα δάνεια να μπορεί να ξεπληρώνει τις δόσεις και τους τόκους των παλιών.
Οποιος δεν έχει χάσει τη δυνατότητα στοιχειώδους οικονομικής σκέψης γνωρίζει πολύ καλά ότι για να είναι μια οικονομία «φιλική στις επενδύσεις», πρέπει να είναι εχθρική στους εργαζόμενους. Δε γίνεται αλλιώς. Μισθοί, ασφάλιση, εργασιακές σχέσεις είναι συγκοινωνούντα δοχεία με τα καπιταλιστικά κέρδη.
Ολα τριγύρω αλλάζουνε κι όλα τα ίδια μένουν, τραγουδούσε ο Παπάζογλου σε στίχους του Ρασούλη. Μόνο η εργατική τάξη μπορεί να διαψεύσει το στίχο, αλλάζοντας τη δική της συμπεριφορά. Οχι προσδοκίες από τις κάλπες, αλλά αγώνες στους δρόμους.