Ο Δημήτρης Κουφοντίνας, συμπληρώνοντας την 50ή μέρα απεργίας πείνας και την 4η μέρα απεργίας δίψας, απέδειξε ότι δεν είναι διατεθειμένος να ζήσει αναξιοπρεπώς. Να βλέπει να τον αντιμετωπίζουν σαν ανθρώπινο σκουπίδι, παραβιάζοντας ακόμα και το φωτογραφικό νόμο που οι ίδιοι ψήφισαν για να τον διώξουν από την αγροτική φυλακή.
Σήμερα, που η οικογένειά του κατάφερε να του κάνει επισκεπτήριο, ανακοίνωσε στους αγαπημένους του ότι η βούλησή του είναι, αν χάσει την επικοινωνία με το περιβάλλον, να μην του γίνει ανάνηψη.
Κι όταν τέλειωσε το επισκεπτήριο, αρνήθηκε να πάρει την αντιβίωση που του χορηγούσαν οι γιατροί για την αντιμετώπιση μιας λοίμωξης. Ετσι, εξέλιπαν και οι ελάχιστες σταγόνες ενυδάτωσης που έπαιρνε με την αντιβίωση.
Είναι μια σκληρή εξέλιξη. Σκληρή πάνω απ’ όλα για τους δικούς του ανθρώπους, για τη σύντροφό του και για το γιο του. Σκληρή και για όσους τον γνωρίσαμε όλ’ αυτά τα χρόνια της φυλακής. Σίγουρα σκληρή και για τον κόσμο που δεν τον γνωρίζει προσωπικά, όμως του στάθηκε σε όλες τις απεργίες πείνας που έχει πραγματοποιήσει μέχρι τώρα.
Αυτή η εξέλιξη, όμως, δείχνει παλικαριά και συνέπεια. Απαντά σε όλα τα λυσσασμένα σκυλιά που αλυχτούν, σε όλα τα γουρούνια που κοπρίζουν.
Ο Κουφοντίνας έκανε μια δήλωση όταν ξεκίνησε την απεργία πείνας. Τη θυμίζουμε:
«Το έγγραφο του υπουργείου που μου γνωστοποιήθηκε χθες αποκαλύπτει την πρωτοφανή του μεθόδευση απέναντί μου, καθώς σύμφωνα με αυτό στη μιάμιση ώρα που διήρκεσε η μεταγωγή μου από την Κασσαβέτεια στον Δομοκό, όπου και όπως απαιτούσε η εγχώρια Φαμίλια, φαίνεται ότι μετάχθηκα και στον Κορυδαλλό, για να φαίνεται ότι τηρήθηκε αυτό που απαιτούσε ο φωτογραφικός νόμοςγια τις αγροτικές, που έφτιαξαν για να με εκτοπίσουν από αυτές.
Πλήρης εξευτελισμός του κράτους δικαίου, για το οποίο φλυαρούν, πλήρες κουρέλιασμα των ίδιων τους των νόμων. Ομως δεν πρόκειται μόνο για μεθόδευση εξόντωσης ενός πολιτικού κρατούμενου. Ούτε απλά για το χάιδεμα της πιο ακροδεξιάς της τάσης, από μια ολοένα και πιο ακροδεξιά κυβέρνηση. Πρόκειται για την προσπάθεια να συντρίψουν ένα πρόσωπο, όχι γι’ αυτό που είναι, αλλά για αυτό που σηματοδοτεί, με την άρνησή του να υποκύψει στις αφόρητες πιέσεις που το σύστημα του ασκεί, όπως ζητούσαν επίμονα και πρόσφατα στη Βουλή οι εκπρόσωποι της οικογένειας και ο εκλεκτός της Πρεσβείας.
Μετά τα όσα απροκάλυπτα γίνονται και όσα κυνικά αποκαλύπτονται στον πόλεμο εναντίον μου, η απεργία πείνας αποτελεί πια ζήτημα προσωπικής συνέπειας και ατομικής αξιοπρέπειας.
Αφού επιμένουν στο νόμο που τόσο προκλητικά μηχανεύτηκαν, οφείλουν να τον εφαρμόσουν, τουλάχιστον αυτόν, και να με ξαναφέρουν στο υπόγειο του Κορυδαλλού, στην ειδική πτέρυγα που έκτισε ο ίδιος ο υπουργός της καταστολής, ο Μ. Χρυσοχοΐδης, για να θάψει τη 17Ν, και όπου πέρασα τα 16 από τα 18 χρόνια που είμαι στη φυλακή».
Εκτοτε δεν ξαναμίλησε. Μιλάει με τις πράξεις του.
Με τη συνέπειά του σε μια απεργία πείνας, επί 46 μέρες μόνο με νερό (χωρίς κανένα πρόσθετο, ούτε λίγο αλάτι ούτε λίγη ζάχαρη) και από το απόγευμα της 46ης μέρα και χωρίς τον ορό ενυδάτωσης (νερό από το στόμα έτσι κι αλλιώς δεν μπορούσε να πιει).
Kαι με τον τελευταίο λόγο του σήμερα: «αν χάσω την επαφή με το περιβάλλον, δε θέλω να μου γίνει ανάνηψη».
Οι βρομιάρηδες θα μιλήσουν και τώρα για εκβιασμό; Είναι δυνατόν να εκβιάζει ένας άνθρωπος που κάνει τέτοια δήλωση στα αγαπημένα του πρόσωπα και στους γιατρούς της ΜΕΘ;
Ας πουν ευθέως ότι μιμούνται τη Θάτσερ, που είχε δηλώσει για τον Μπόμπι Σαντς ότι «επέλεξε να θέσει μόνος του τέλος στη ζωή του».
Η καθημερινή καταστολή κάθε απόπειρας διαδήλωσης αλληλεγγύης, που σήμερα εκτός από τους διαδηλωτές περιέλαβε και τους δημοσιογράφους (αρκετοί ανακοίνωσαν ότι θα υποβάλουν μήνυση), φαίνεται σαν επίδειξη δύναμης, όμως είναι επίδειξη αδυναμίας. Οσα κεφάλια και ν’ ανοίξουν, όσα πανό και να σκίσουν, όσες δικογραφίες κι αν σχηματίσουν σε βάρος συλληφθέντων που απλά διαδήλωναν, ο Δημήτρης Κουφοντίνας είναι παρών. Με τη ζωή του να κρέμεται πλέον κυριολεκτικά από μια κλωστή, αλλά παρών. Και είναι αυτός που βάζει τα διλήμματα. Σε όλους.
Καθήκον μας είναι να δώσουμε τη μάχη μέχρι την τελευταία ώρα. Δίνουμε μάχη για ζωή και όχι για θάνατο. Κι αυτή η μάχη μπορεί και πρέπει να κερδηθεί.