Την ώρα που στην Ελλάδα η επικαιρότητα ασχολούνταν μόνο με το κάζο της κυβέρνησης για το βασικό μέτοχο και αντιπολίτευση και μιντιάρχες προσπαθούσαν να «κοντύνουν» τον Καραμανλή, στις Βρυξέλλες, στην εαρινή σύνοδο κορυφής της ΕΕ, παίρνονταν σοβαρότατες αποφάσεις, που θα καθορίσουν τις ζωές μας τα επόμενα χρόνια. Αποφάσεις που θα βαθύνουν το χάσμα ανάμεσα στις ιμπεριαλιστικές και τις μέσης καπιταλιστικής ανάπτυξης χώρες της ΕΕ, δημιουργώντας και θεσμικά μια ΕΕ «δυο ταχυτήτων», και αποφάσεις για σκλήρυνση της επίθεσης ενάντια στους εργαζόμενους σε όλη την έκταση της ΕΕ, στη βάση της λεγόμενης «στρατηγικής της Λισαβόνας».
Κι όμως, αυτές οι αποφάσεις πέρασαν στο ντούκου στη χώρα μας. Βλέπετε, εκείνοι που ελέγχουν ασφυκτικά την επικαιρότητα και καθορίζουν τι πρέπει και τι δεν πρέπει να γίνει αντικείμενο συζήτησης, δεν είχαν κανένα λόγο να βάλουν στο κέντρο της προσοχής μας αυτές τις πραγματικά σοβαρές εξελίξεις.
Ο Καραμανλής και ο Αλογοσκούφης πανηγύριζαν επειδή διασώθηκε το Σύμφωνο Σταθερότητας. Προφανώς, επειδή αυτό το Σύμφωνο αποτελεί ένα πρώτης τάξης άλλοθι για την εφαρμογή μιας παρατεταμένης πολιτικής σκληρής λιτότητας. Πράγματι, με τη συμφωνία που επιτεύχθηκε διατηρήθηκαν τα όρια του 3% για το έλλειμμα και του 60% για το χρέος. Γιατί, όμως, ήταν τόσο περιχαρείς ο Σρέντερ με τον επί των Οικονομικών υπουργό του Αϊχελ, όταν είναι γνωστό ότι η Γερμανία έχει ξεπεράσει το 3% και είναι αυτή που επέβαλε (μαζί με τη Γαλλία) την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας; Γιατί απλούστατα, με την αναθεώρηση οι ηγέτριες δυνάμεις της ΕΕ θα μπορούν να επικαλούνται κάποιες ειδικές συνθήκες και να παραβιάζουν το όριο του 3%, ενώ για χώρες τύπου Ελλάδας τα πράγματα θα είναι ακόμα πιο αυστηρά, αφού το κέντρο βάρους του Συμφώνου θα μεταφερθεί στον άξονα του χρέους (η Ελλάδα είναι σταθερά πολύ πάνω από το 100% και βλέπει ως ανέφικτο το στόχο του 60%).
Είναι χαρακτηριστική η περιφρόνηση με την οποία απάντησε ο Σρέντερ στο ερώτημα μήπως το «κόστος της ευρωπαϊκής ενοποίησης», που αναφέρεται στην απόφαση για το αναθεωρημένο Σύμφωνο δεν αφορά τη γερμανική ενοποίηση: «Αν δεν συμπεριλαμβάνει τις δαπάνες για την ενοποίηση της Γερμανίας, τότε ποιες δαπάνες θα συμπεριλάβουμε;». Η Γερμανία, λοιπόν, θα μπορεί να εξαιρεί από το έλλειμμα όσες δαπάνες γουστάρει, βαφτίζοντάς τες δαπάνες για την ενοποίηση; Και η Ελλάδα; Με τρία αιτήματα για εξαιρέσεις δαπανών προσήλθε στο Ecofin ο Αλογοσκούφης: κόστος Ολυμπιακών Αγώνων, μεγάλες πολεμικές δαπάνες, χρέη νοσοκομείων. Και τα τρία απορρίφθηκαν χωρίς συζήτηση.
Μπαίνουμε, λοιπόν, σε μια νέα περίοδο σκληρής λιτότητας, που θα συνοδεύεται από τα διαρθρωτικά (αντεργατικά) μέτρα της «στρατηγικής της Λισαβόνας», που πλέον δεν θα αφήνεται στην πρωτοβουλία κάθε κυβέρνησης αλλά θα ελέγχεται με «προγράμματα εφαρμογής» από την Κομισιόν.