Για μια ακόμη φορά μέσα σε λίγους μήνες η Γαλλία μας βάζει τα γυαλιά. Για διαφορετικό λόγο και με διαφορετικά μέσα πάλης αυτή τη φορά, όμως στο ίδιο φόντο. Στο φόντο της καπιταλιστικής βαρβαρότητας, που δε γνωρίζει όρια, δε γνωρίζει σύνορα.
Το «χωρίς όρια» αφορά την αποθράσυνση των καπιταλιστών και του πολιτικού προσωπικού που τους υπηρετεί, που δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα, που κατεδαφίζει με ρυθμό χιονοστοιβάδας κατακτήσεις και δικαιώματα, προσπαθώντας να γυρίσει την εργατική τάξη στην εποχή του «Ζερμινάλ», στην εποχή των απαρχών του καπιταλισμού, σ’ ένα μεσαίωνα που μόνο από τα βιβλία γνώριζαν οι σημερινές γενιές των προλετάριων.
Το «χωρίς σύνορα» αφορά την παγκοσμιότητα του φαινόμενου. Δεν διαφέρουν σε τίποτα, επί της ουσίας, το CPE της γαλλικής κυβέρνησης από την Agenda 2010 της γερμανικής ή από τις «μεταρρυθμίσεις» της κυβέρνησης Καραμανλή. Τον ίδιο στόχο υπηρετούν: την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, για να πέσει κατακόρυφα η τιμή της εργατικής δύναμης και να αυξηθεί έτσι η καπιταλιστική κερδοφορία.
Εκεί που υψώνονται σύνορα είναι οι αντιστάσεις, ο τρόπος που η εργατική τάξη αντιδρά σε κάθε χώρα. Ούτε στη Γαλλία τα πράγματα είναι ρόδινα. Κι εκεί βλέπει κανείς τα πλατιά εργατικά στρώματα να παρακολουθούν αμέτοχα τα τεκταινόμενα. Βλέπεις, όμως, αντιστάσεις από κοινωνικά κομμάτια που συγκλονίζουν τη χώρα. Είδαμε πριν από λίγο καιρό το ξέσπασμα της νεολαίας των εργατικών γκέτο, που έβαλε φωτιά σε όλη τη χώρα. Βλέπουμε τώρα το ξέσπασμα της φοιτητικής και μαθητικής νεολαίας, που εξανάγκασε και τις γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες να συρθούν σε κινητοποιήσεις, προκηρύσσοντας ακόμα και γενική απεργία και κάνει το θρόνο του πρωθυπουργού ντε Βιλπέν να τρίζει επικίνδυνα. Αν μάλιστα αυτό το νεολαιίστικο ξέσπασμα αναγκάσει την κυβέρνηση να αποσύρει το νόμο που ψήφισε, θα πρόκειται για μια μεγάλη νίκη, όχι μόνο για τη Γαλλία αλλά για ολόκληρη την Ευρώπη.
Θα είναι; Από μια άποψη ναι, αφού όχι μόνο η γαλλική αλλά όλες οι κυβερνήσεις θα είναι περισσότερο προσεκτικές, ειδικά όταν πρόκειται για προεκλογικές περιόδους. Για πόσο, όμως, θα κρατήσει αυτή η «αυτοσυγκράτηση» των κυβερνήσεων, αν η δύναμη του παραδείγματος δεν λειτουργήσει στην πράξη, αν δεν υπάρξει ένα ντόμινο αντιστάσεων και κινητοποιήσεων; Το πολύ για μερικούς μήνες. Η δυναμική του συστήματος απαιτεί τις «μεταρρυθμίσεις» που προωθούν οι κυβερνήσεις και στο βαθμό που δε βρουν αντιστάσεις θα τις προωθήσουν. Δε μπορούν να κάνουν αλλιώς, δεν είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης.
Ας μην εκστασιαζόμαστε, λοιπόν, με τα όσα συμβαίνουν στη Γαλλία, έχοντας ταυτόχρονα εγκαταλείψει κάθε ιδέα αντίστασης μέσα στην ίδια μας τη χώρα. Αυτό αφορά πρωτίστως όσους και όσες διεκδικούν για τον εαυτό τους το ρόλο της πρωτοπορίας, που ρέπουν προς την πολιτική έκσταση.