Είχαν κάθε λόγο τα αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ να στήσουν πανηγύρια για τις εργατικές κινητοποιήσεις της περασμένης Πέμπτης. Γιατί τόσο άνευρη και απολύτως ελεγχόμενη αντιπολιτευτική άσκηση είναι γι’ αυτούς θείο δώρο. Και στην κυβέρνηση ασκείται αντιπολιτευτική πίεση και το σύστημα δεν κινδυνεύει από ανεξέλεγκτες ταξικές κινητοποιήσεις και συγκρούσεις.
Η εργατική τάξη, όμως, οι εργαζόμενοι, έχουν κανένα λόγο να χαίρονται για τα όσα έγιναν την Πέμπτη; Επειδή μερικές χιλιάδες διαδηλωτές, που συνολικά δεν ξεπερνούσαν τις 10.000, βάδισαν με τρεις διαφορετικές πορείες τη συνηθισμένη διαδρομή μέχρι τη Βουλή και μετά διαλύθηκαν ήσυχα-ήσυχα και τράβηξαν για τη μεσημεριανή τους σιέστα;
Είχε τίποτα το ταξικό αυτή η κινητοποίηση; Εθεσε ζητήματα, έβαλε υποθήκες, ανανέωσε ραντεβού για επόμενες κινητοποιήσεις, αποτέλεσε την απαρχή μιας αντεπίθεσης του εργατικού κινήματος; Μόνο οι καραγκιόζηδες της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας τολμούν και λένε τέτοια πράγματα, όταν μιλούν από τα μπαλκόνια ή μπροστά στα ραδιοτηλεοπτικά μικρόφωνα, και μετά, όταν δεν υπάρχουν καταγραφικά μηχανήματα, ξεκαρδίζονται στα γέλια, γιατί ξέρουν καλά ότι αυτές οι παπαριές δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα και τις λένε γιατί είναι μέρος του επαγγέλματος.
Η πλειοψηφία των εργαζόμενων γνωρίζει πολύ καλά ότι τέτοιες κινητοποιήσεις έχουν το χαρακτήρα εθιμοτυπικών πυροβολισμών. Ούτε καν για την τιμή των όπλων. Κάθε χρόνο το Πάσχα δεν είναι μόνο η κορυφαία γιορτή των χριστιανών, αλλά και η ημερομηνία λήξης της συνδικαλιστικής σεζόν. Ο,τι προλάβει να γίνει μέχρι τότε. Μετά ετοιμαζόμαστε για τα… μπάνια του λαού. Και βέβαια, τα τελευταία χρόνια έχουν αραιώσει και οι προπασχαλινές εθιμοτυπικές ντουφεκιές. Τα πασχαλινά βαρελότα κάνουν περισσότερο θόρυβο.
Από την άλλη, κάθε εργαζόμενος έχει τις δικές του ευθύνες. Οχι επειδή δεν συμμετέχει στις εθιμοτυπικές εκδηλώσεις της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, αλλά επειδή αρκείται στο να τις σχολιάζει σηκώνοντας αδιάφορα τους ώμους του ή κάνοντας περιφρονητικές γκριμάτσες. Αυτή η στάση, αυτή η συμπεριφορά αποτελεί βούτυρο στο ψωμί της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Γιατί της επιτρέπει να έχει λυμένα τα χέρια της και να διαχειρίζεται τις εργατικές υποθέσεις όπως βολεύει την κεφαλαιοκρατία και το πολιτικό της σύστημα.
Το να σιχτιρίζουμε τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν αρκεί. Οχι μόνο δεν αρκεί, αλλά οδηγεί και σε μια ιδιόμορφη αυτοπαγίδευση. Δίπλα στην άρνηση πρέπει να υπάρξει η θέση. Η αντίθεση στους πουλημένους. Μια αντίθεση που μπορεί να εκφραστεί μόνο με θετική κίνηση, με αναζήτηση μορφών αντίστασης, με την έναρξη μιας διαδικασίας επανοικειοποίησης της συλλογικότητας, της ανεξάρτητης ταξικής οργάνωσης και δράσης.