Ο διάλογος είναι αυθεντικός και καταγράφηκε από συντάκτη της «Κ» μέσα σε ασανσέρ της Βουλής. Ο πρόεδρος της ΟΤΟΕ Τσουκαλάς προσέρχεται στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή συζητώντας με κάποιον συνάδελφό του, άγνωστο σε μας:
― Κι αν ψηφιστεί το νομοσχέδιο, τί κάνουμε πρόεδρε;
― Τί να κάνουμε, θα βρούμε άλλα μέσα.
Ο τρόπος που ενήργησε,ενεργεί και σκοπεύει να ενεργήσει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία των τραπεζοϋπάλληλων είναι χαρακτηριστικός και δηλωτικός των προθέσεων σύμπασας της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας.
Εδώ και χρόνια παζαρεύει με τις διοικήσεις των Τραπεζών και τις κυβερνήσεις για τη δημιουργία ενός Ενιαίου Ταμείου Ασφάλισης Τραπεζοϋπαλλήλων, καλλιεργώντας συντεχνιακές αντιλήψεις, αποπολιτικοποιώντας το ασφαλιστικό πρόβλημα και αναγορεύοντάς το σε τεχνοκρατικό, περιθωριοποιώντας τους τραπεζοϋπάλληλους και συγκεντρώνοντας τα πάντα στα χέρια της. Στήριξε το νόμο 3029/2002 (νόμος Ρέππα), ο οποίος προβλέπει αυτά που υλοποιεί σήμερα η κυβέρνηση της ΝΔ.
Οταν έγινε σαφές ότι Τράπεζες και κυβέρνηση θέλουν να λύσουν πάση θυσία το πρόβλημα, επειδή οι Τράπεζες ήταν υποχρεωμένες πλέον να εμφανίσουν τα ελλείμματα (η σχετική πρόθεση διαφάνηκε το περασμένο φθινόπωρο), η ΟΤΟΕ άρχισε τα παζάρια, χωρίς να ενδιαφερθεί καθόλου για να προετοιμάσει ένα μέτωπο αντίστασης.
Οταν η κυβέρνηση κατέστησε σαφές ότι μέσα σε λίγες μέρες προχωρά σε νομοθετική ρύθμιση (σύμφωνα με τις απαιτήσεις των Τραπεζών), φυσικά, η ΟΤΟΕ δεν μπορούσε παρά να προκηρύξει απεργία. Μια απεργία απροετοίμαστη, χωρίς πνοή, χωρίς κλιμάκωση, κάτι σαν «ντουφεκιές για την τιμή των όπλων». Απεργία με ημερομηνία λήξης την ψήφιση της νομοθετικής ρύθμισης.
Και μετά; Μετά έχουν σειρά τα «άλλα μέσα» του Τσουκαλά. Ηδη, τα στελέχη γνωστών μεγαλοδικηγορικών γραφείων έχουν σηκώσει τα μανίκια και ετοιμάζουν τις προσφυγές κατά του νόμου και των διοικητικών πράξεων εφαρμογής του που θα ακολουθήσουν. Ενας αγώνας που έπρεπε και μπορούσε να δοθεί στους δρόμους, θα δοθεί στις αίθουσες των διοικητικών δικαστηρίων. Για χρόνια. Χωρίς προοπτική επιτυχίας, βέβαια, γιατί στο μεταξύ οι νέες ρυθμίσεις θα εφαρμόζονται, μια καινούργια πραγματικότητα θα έχει διαμορφωθεί, νέα αντιασφαλιστική επίθεση θα έχει ωριμάσει ή και ξεκινήσει. Και βέβαια, στις συνειδήσεις των τραπεζοϋπαλλήλων (και όχι μόνο) θα έχει φωλιάσει η απογοήτευση, το αίσθημα της ματαιότητας κάθε αγώνα, η ηττοπάθεια.
Δεν θα κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε. Το μέγα πρόβλημα για την εργατική τάξη, για όλους τους εργαζόμενους μισθωτούς, δεν είναι η επίθεση του κεφάλαιου. Αυτό το μέτωπο είναι ορατό, σαφές, «μετρήσιμο». Το μέγα πρόβλημα είναι ο δούρειος ίππος της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, που υπονομεύει, σαμποτάρει, διαλύει κάθε προοπτική, κάθε δυνατότητα αντίστασης και αντεπίθεσης.