Οι μάσκες έπεσαν. Την ώρα που η καπιταλιστική κρίση σφίγγει σαν μέγκενη τους εργαζόμενους, την ώρα που οι γραμμές της στρατιάς των ανέργων πληθαίνουν με καθημερινά απολυόμενους, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία της ΓΣΕΕ έσπευσε να κλείσει συμφωνία με τις καπιταλιστικές οργανώσεις, στέλνοντας το μήνυμα, ότι θα βάλει πλάτη για να μη διασαλευτεί η σταθερότητα του συστήματος, ότι θα βοηθήσει την κεφαλαιοκρατία να διαχειριστεί την κρίση της, φορτώνοντας τα βάρη στις πλάτες των εργαζόμενων.
Οι κραυγούλες και τα μεγάλα λόγια που βγαίνουν από το στόμα των ξεπουλημένων γραφειοκρατών συνδικαλιστών είναι το τυρί για να τσιμπήσουν οι πλατιές μάζες των εργαζόμενων. Και συλλαλητήρια θα δούμε, μπορεί και καμιά εθιμοτυπική 24ωρη σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως η ΓΣΕΕ αποφάσισε να βαδίσει χέρι-χέρι με τον ΣΕΒ και τις άλλες καπιταλιστικές οργανώσεις. Εκείνο που έχει σημασία είναι πως βρίσκουν εντάξει το καθεστώς που ισχύει σήμερα και απλά ζητούν να μη γίνει χειρότερο! Ενα καθεστώς που επιτρέπει στους καπιταλιστές να απολύουν ελεύθερα, που μεταφέρει τους πόρους του ΟΑΕΔ στις τσέπες των καπιταλιστών, που προβλέπει όχι μόνο την «ελαστική» αλλά ακόμη και την ανασφάλιστη εργασία (Stage), την οποία χρησιμοποιεί ως εργοδότης και η ίδια η ΓΣΕΕ!
Οι μάσκες έπεσαν. Ομως η διαπίστωση δεν έχει καμιά σημασία αν μείνει απλά ως διαπίστωση. Κάθε εργαζόμενος οφείλει να θέσει στον εαυτό του το ερώτημα πώς θα σταθεί απέναντι στην κρίση. Από πού περιμένει βοήθεια, από ποιους περιμένει εκπροσώπηση. Η απάντηση είναι προφανής: οι εκπρόσωποι των δύο μεγάλων κομμάτων στη ΓΣΕΕ στηρίζουν το σύστημα, στηρίζουν την πλουτοκρατία. Η μειοψηφία που πρόσκειται στην κοινοβουλευτική-καθεστωτική αριστερά απέχει μεν απ’ αυτή την προκλητική συμφωνία, όμως ούτε θέλει ούτε μπορεί να αναπτύξει τον ταξικό αγώνα. Το μόνο για το οποίο ενδιαφέρεται είναι τα κοινοβουλευτικά της ποσοστά, στα οποία προσπαθεί να υποτάξει κάθε αγώνα.
Η απάντηση στα ερωτήματα που τέθηκαν παραπάνω είναι προφανέστατη και μπορεί να δοθεί μέσα από ένα παλιό σύνθημα: Αν όχι τώρα, πότε; Αν όχι εμείς, ποιος;
Η εξέγερση της νεολαίας τον περασμένο Δεκέμβρη έδειξε ένα δρόμο: το δρόμο της πλήρους ρήξης με το σύστημα και τους θεσμούς του, το δρόμο μιας νέας συλλογικότητας που χτίζεται μέσα στον αγώνα, στους δρόμους και τα χαρακώματα, το δρόμο της ανάπτυξης της λαϊκής αντιβίας ενάντια στη βία του συστήματος.
Το ξέρουμε πως δεν είναι εύκολο να γίνει το ίδιο στους χώρους δουλειάς, όπου βασιλεύει η τρομοκρατία των καπιταλιστών. Ομως, τα περιθώρια στενεύουν και το δίλημμα τίθεται ολοένα και πιο έντονα: υποταγμένοι άνεργοι ή όρθιοι και αντιστεκόμενοι με όλα τα μέσα; Περιθώρια δεν υπάρχουν πια.