♦ Εμετός! Αυτό ήταν το μοναδικό σχόλιο συντρόφου που μας έστειλε το εξώφυλλο του λάιφ στάιλ περιοδικού, με διάφορες τηλεπερσόνες να φωτογραφίζονται –με ή χωρίς σωσίβια- παριστάνοντας τους πρόσφυγες. Η πρώτη σκέψη που κάναμε, όταν καταφέραμε να συγκρατήσουμε το αίσθημα του εμετού, ήταν: «Τι γυρεύει η Τσανακλίδου σε φωτογράφιση με τον Μουτσινά, την Κοσιώνη και κάτι άλλους τύπους και τύπισσες των οποίων δε γνωρίζουμε ούτε τα ονόματα;». Από τα χρόνια μετά την πτώση της χούντας, που τη θυμόμαστε στο χώρο του τραγουδιού και λιγότερο του θεάτρου, τη βλέπαμε πάντοτε να έχει μια αξιοπρεπή προσωπική παρουσία, να μην παίζει στο παιχνίδι του λάιφ στάιλ, πράγμα που ίσως της κόστισε και από άποψη καριέρας (γιατί είναι πραγματικά σπουδαία φωνή και ερμηνεύτρια). Η ίδια, όταν ξέσπασε θόρυβος στο διαδίκτυο, έκανε δημόσια αυτοκριτική (μέσω facebook): «Ντρέπομαι που υπάρχω σ’ αυτό το εμμετικό εξώφυλλο κι ας μην φωτογραφήθηκα. Τους επέτρεψα να χρησιμοποιήσουν τη φωτο του θεάτρου κι αυτό είναι το ίδιο χυδαίο. Βλακεία μου και λάθος!». Ενδεχομένως η αυτοκριτική να είναι ειλικρινής. Ποιος είναι, όμως, ο πυρήνας, τα αίτια της «βλακείας» και του «λάθους», που επικαλείται η Τσανακλίδου; Δεν αναφέρει τίποτα (έτσι η αυτοκριτική μένει μετέωρη, ανοιχτή σε κάθε ερμηνεία). Είναι η προβολή της θεατρικής παράστασης στην οποία συμμετέχει. Δυστυχώς για την καλλιτέχνιδα, αυτή η προσπάθεια επέφερε το αντίθετο αποτέλεσμα, όπως έδειξε ο ορυμαγδός των αρνητικών σχολίων. Η στήλη δεν προσφέρεται για ευρύτερες αναλύσεις γύρω από τη σχέση τέχνη-λαϊκό κοινό-αστικά μίντια. Θα περιοριστεί, λοιπόν, στη μεταφορά ενός αποσπάσματος από το «credo» της «ανοικείωσης», το οποίο δανειζόμαστε από την ιστοσελίδα της καλλιτεχνικής κολλεκτίβας (https://anoikeiosi.gr/poioi-eimaste.html): «Κατά συνέπεια, στόχος μας είναι να υπηρετήσουμε, στον τομέα του πολιτισμού, το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης. Να συνδράμουμε –στο μέτρο των δυνατοτήτων μας και εντός του πεδίου της τέχνης- στην ανάπτυξη της επαναστατικής-ανατρεπτικής συνείδησης. Δημιουργηθήκαμε ως ομάδα τέχνης “επαναστατικώ δικαίω’’ και θέλουμε να υπάρξουμε και να δράσουμε ως μια καλλιτεχνική συνιστώσα του επαναστατικού-ανατρεπτικού κινήματος. Κατόπιν τούτου, ευνόητο είναι ότι επιζητούμε την κριτική από εκείνους στους οποίους απευθυνόμαστε και τους οποίους θέλουμε να υπηρετήσουμε. Οχι από τους καπιταλιστές-μαικήνες, όχι από τους χρυσοκάνθαρους των μίντια, όχι από τα κάθε είδους τσιράκια της αστικής εξουσίας. Αυτή η καταρχήν τοποθέτησή μας προσδιορίζει και τη θέση μας μέσα στο τεράστιο μωσαϊκό της τέχνης. Επειδή επιδιώκουμε να συμβάλλουμε στην τόσο αναγκαία συγκέντρωση των δυνάμεων της επαναστατικής ανατροπής, αυτός ο σκοπός μάς τοποθετεί έξω από τα ρεύματα της κυρίαρχης τέχνης. Ανοίγουμε μέτωπο με όλα “τα εμπορεία της βραδινής ψυχαγωγίας’’ (για να θυμηθούμε τον Μπρεχτ), είτε αυτά υπηρετούν ανοιχτά το ευτελές, είτε διατείνονται ότι υπηρετούν το υψηλό, προσφέροντας ψεύτικες απεικονίσεις της πραγματικής ζωής, μπετονάροντας την κυρίαρχη ιδεολογία, καλλιεργώντας την ατομικιστική χαύνωση, συμβάλλοντας στην παθητικότητα και την κοινωνική παράλυση. Δεν μας ενδιαφέρει να απευθυνθούμε στο αστικό κοινό. Ούτε σ’ εκείνο το κομμάτι της διανόησης που ανταλλάσσει την καλοπέρασή του με την παραγωγή οπίου για το λαό. Μας ενδιαφέρει ν’ απευθυνθούμε στους παραγωγούς του κοινωνικού πλούτου. Σ’ αυτούς που δημιουργούν τα πάντα και δεν απολαμβάνουν τίποτα. Σ’ αυτούς που τρέφονται με υλικά και καλλιτεχνικά σκουπίδια. Αυτοί είναι το κοινό μας, στη δική τους κριτική εκτιθέμεθα, απ’ αυτούς περιμένουμε συμπαράσταση και αλληλεγγύη. Δε φοβόμαστε τα κυρίαρχα κυκλώματα, γιατί απλούστατα η δική μας καλλιτεχνική παρέμβαση δεν τέμνεται πουθενά με τη δική τους. Από την άλλη, χωρίς ίχνος αλαζονείας, επιδιώκουμε τη σύγκριση μαζί τους στο καλλιτεχνικό επίπεδο. Γι’ αυτό και δε θέλουμε να μας αντιμετωπίσει κανείς με συμπάθεια και συγκατάβαση, αλλά με τη μέγιστη αυστηρότητα».
Προηγούμενο ΆρθροΣτη μάχη και οι εφεδρείες
Επόμενο άρθρο Κοντονή, σε γυρεύει ο Ινφαντίνο