Τα πολιτικά μνημόσυνα είναι άχαρες ιστορίες. Ξέρεις συνήθως τι θ’ ακούσεις. Καμιά φορά μυρίζουν μαυσωλείο. Αλλοτε, κάποιοι χρησιμοποιούν τους νεκρούς απλά για να μιλήσουν για τον εαυτό τους. Μέχρι και βιβλία έχουν βγει με τέτοιο περιεχόμενο, αναφερόμενα δήθεν σε μεγάλες μορφές του κινήματος, που χρησιμοποιούνται ως ντεκόρ για να μιλήσει ο συγγραφέας για τον εαυτό του.
Γι’ αυτό και όταν συζητήσαμε να οργανώσουμε μια εκδήλωση μνήμης για τους νεκρούς συντρόφους Κωστή Νικηφοράκη και Γιώργο Γκουντούνα, συμφωνήσαμε να αποφύγουμε τις λέξεις πολιτικό μνημόσυνο. Θελήσαμε μια εκδήλωση που δεν θα θυμηθούμε απλά, αλλά θα συζητήσουμε. Θα προσπαθήσουμε να ανιχνεύσουμε τη σημασία που έχουν για το σήμερα κάποιες συμπεριφορές, κάποιες στάσεις ζωής.
Ο Νικηφοράκης και ο Γκουντούνας ήταν δυο άνθρωποι πολύ διαφορετικοί. Και σαν χαρακτήρες και σε σχέση με τη δημόσια παρουσία τους. Πληθωρικός και ασυγκράτητος ο πρώτος, διακριτικός ο δεύτερος. Διαφορετικοί στην ιδεολογική και πολιτική τους συγκρότηση. Είχαν όμως και πολλά κοινά. Την αφοσίωσή τους στο κίνημα αλληλεγγύης στους πολιτικούς κρατούμενους. Την αρνητική σχέση τους με ό,τι ορίζεται ως καριέρα, καλό εισόδημα, καλή ζωή. Ηταν δυο διαφορετικά παραδείγματα σ’ αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε στράτευση στον αγώνα για την αλλαγή του κόσμου. Η στράτευση, όμως, δεν ορίζεται από τις διαφορές στη συγκρότηση των υποκειμένων, αλλά αποτελεί –καταρχάς– αυταξία. Στρατεύομαι σημαίνει κόβω ένα κομμάτι από τον εαυτό μου και το διαθέτω για τον κοινό σκοπό. Αυτό είναι τελικά το μείζον.