♦ «Ποτέ».…
«Δεν υπάρχει “μακεδονική” μειονότητα στην Ελλάδα. Ποτέ δεν υπήρξε. Κάθε αντίθετος ισχυρισμός είναι απόλυτα αθεμελίωτος και πολιτικά υποκινούμενος, χωρίς σεβασμό στην ιστορική πραγματικότητα της περιοχής».
Κώστας Καραμανλής
(επιστολή προς Ν. Γκρούεφσκι)
«Αυτοί εδώ οι χωριάτες, που τη γλώσσα τους την καταλαβαίνουν περίφημα κι οι Βού-λγαροι κι οι Σέρβοι, αντιπαθούν τους πρώτους γιατί τους πήρανε τα παιδιά τους στο στρατό. Μισούν τους δεύτερους που τους κακομεταχειρίζονται για Βούλγαρους. Και κοιτάνε με αρκετά συμπαθητική περιέργεια εμάς τους περαστικούς Ρωμιούς επειδή είμαστε οι γνήσιοι πνευματικοί υπήκοοι του Πατρίκ, δηλαδή του “Ορθόδοξου Πατριάρχη της Πόλης” (…) Ωστόσο, δεν θέλουν να ΄ναι μήτε “Μπουλγκάρ” (Βούλγαροι), μήτε “Σρρπ” (Σέρβοι), μήτε “Γκρρτς” (Ελληνες). Μονάχα “Μακεντόν ορτοντόξ”».
Στρατής Μυριβήλης
«Η ζωή εν τάφω»
Αφιερώνουμε εξαιρετικά στον Καραμανλή και την παρέα του (παρέα του Καραμανλή εν προκειμένω είναι όλο το κοινοβουλευτικό πολιτικό φάσμα) αυτή τη μικρή αναφορά από το διάσημο μυθιστόρημα ενός κατεστημένου συγγραφέα. Βέβαια, αυτά τα έγραφε ο Μυριβήλης στην πρώτη έκδοση, τότε που ήταν ένας συντηρητικός πασιφιστής. Στις μεταπολεμικές εκδόσεις του μυθιστορήματος το απόσπασμα αυτό κόπηκε. Ο Μυριβήλης είχε στο μεταξύ εξελιχτεί σ’ ένα φλογερό μοναρχοφασίστα, που εκθείαζε τη Μακρόνησο και το «εθνικό αναμορφωτικό έργο». Πάντως, στην έκδοση του 1991 της «Ζωής εν τάφω» επανήλθε το λογοκριμένο απόσπασμα.
♦ Και έμμεση δήλωση
Είπε η Α. Παπαρήγα, συνεντευξιαζόμενη στην «Πρώτη Γραμμή» της ΝΕΤ (16.7.08)
«Το μέλος του Κόμματος μαζεύει κουπόνια κανονικά, δεν κρύβεται, τα μέλη του Κόμματος είναι επώνυμα, δε φοράνε μάσκες, ούτε θέλουμε το μέλος του Κόμματος να αισθάνεται ότι είναι σε παρανομία. Πρέπει να λέει “εγώ είμαι μέλος του Κόμματος και είμαι περήφανος και στέλεχος”. Είναι άλλο πράγμα αυτό και άλλο το Κόμμα να παραδίδει σε μια εξουσία τα ονόματα, όπου αύριο δεν ξέρω τι μπορεί να γίνει. Τίποτα εμένα δε μου λέει ότι αύριο – και υπάρχει όλη η νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία κυνηγάει και τη ριζοσπαστικοποίηση της σκέψης – δεν ξέρω εγώ τι μπορεί να γίνει αύριο. Αύριο, μπορεί να γίνουν πολύ χειρότερα και να έχουμε Γκουαντάναμο στην Ελλάδα. Θυμάστε, το 1967 που έγινε η δικτατορία και δεν υπήρχε προετοιμασία που πήγαν και πήραν τα αρχεία της ΕΔΑ και κυνηγούσαν τον άλλον που έδινε κουπόνι και ο κόσμος τότε μας έβριζε».
Οπως βλέπουμε, ο Περισσός δεν έχει καμιά πρόθεση να οδεύσει προς επαναστατική κατάληψη της εξουσίας. Ο μόνος φόβος του είναι πως η αστική εξουσία μπορεί να σφίξει τα πράγματα. Γι’ αυτό και λέει τόσες φορές τη λέξη «μπορεί» η Παπαρήγα. Δική τους επιδίωξη, πάντως, είναι να πολιτεύονται πάντοτε νόμιμα, εντός του κοινοβουλευτικού πλαισίου. Είναι κι αυτό μια έμμεση δήλωση νομιμοφροσύνης (και μετάνοιας, φυσικά, για την παλιά επαναστατική δράση του κόμματος του οποίου έχουν σφετεριστεί τον τίτλο).
♦ Συγχωροχάρτι
Από την ίδια συνέντευξη της Παπαρήγα αντλήσαμε την εξής ενδιαφέρουσα άποψη:
«Εμείς κρίνουμε την πολιτική των κομμάτων από το τι αποφάσεις παίρνουν στη Βουλή. Σε καμία περίπτωση δε θεωρούμε ότι όταν ένα κόμμα παίρνει μια απόφαση, ιδιωτικοποιεί επιχείρηση, τα έχει πιάσει. Αυτό είναι το πρόγραμμά του και η ιδεολογική του επιλογή. Να το ξεκαθαρίσουμε. Και γι’ αυτό κρίνουμε έτσι τα κόμματα. Τώρα, μέσα σε αυτό το έδαφος μπορεί κάποια πρόσωπα πολιτικά, που χειρίζονται τέτοια ζητήματα, να τα πιάνουν. Εμείς δε λέμε ούτε ότι το ΠΑΣΟΚ κάνει ιδιωτικοποιήσεις για να βγάλει χρήματα, όταν ήταν στην κυβέρνηση, ούτε η ΝΔ. Είναι πολιτική τους επιλογή».
Γίνεται μπίζνα (προμήθεια, εργολαβία, ιδιωτικοποίηση) στο Δημόσιο χωρίς μίζα; Ακόμα και οι πέτρες ξέρουν ότι δε γίνεται. Η αντιλαϊκή πολιτική πάει χέρι-χέρι με τη διαφθορά των αστικών κομμάτων και των αστών πολιτικών. Ο Περισσός, όμως, έχει άλλη άποψη: Απλά, συμβαίνει καμιά φορά κάποιος να τα πάρει! Αν αυτό δεν είναι συγχωροχάρτι στη διαφθορά της αστικής πολιτικής, τι είναι;
♦ Μας δουλεύουν; Μας δουλεύουν!
Ολοι εκείνοι που κόπτονται για την «καταπολέμηση της διαφθοράς» και του «μαύρου πολιτικού χρήματος» προτείνουν ως βασικό «εργαλείο» την καθιέρωση ονομαστικών εισφορών στα κόμματα. Μας δουλεύουν; Μας δουλεύουν, βέβαια. Διότι οι μίζες δεν είναι ποτέ φανερές, οπότε δεν έχουν ανάγκη να είναι ονομαστικές. Οσο για τις «χορηγίες», εύκολα σπάζονται σε κομμάτια και ονομαστικοποιούνται μια χαρά.
♦ Αλήθειες και ψέματα
«Κανείς δεν μπορεί να διορθώσει αδικίες τεσσάρων αιώνων σε δεκαπέντε χρόνια. Τέσσερα εκατομμύρια περισσότεροι πολίτες λαμβάνουν εκπαίδευση σε σύγκριση με το 1994, δώδεκα εκατομμύρια λαμβάνουν επίδομα φτώχειας, το οποίο δεν είναι σημαντικό, αλλά τουλάχιστον οι Νοτιοαφρικανοί δεν πεινούν όπως άλλοι λαοί. Και είμαστε η πλουσιότερη χώρα στην Αφρική, με το χάσμα βεβαίως μεταξύ πλουσίων και φτωχών να είναι μεγάλο. Η πλειοψηφία του κόσμου είναι δυσαρεστημένη, αλλά γνωρίζει ότι το μέλλον θα είναι καλύτερο για τις επόμενες γενιές. Και ο Μαντέλα πιστεύει ότι η Ν. Αφρική είναι στον σωστό δρόμο. Παρά τον χρόνο που παίρνει το ταξίδι προς την ελευθερία».
Ο Γιώργος Μπίζος, ο έλληνας συνήγορος και στενός φίλος του Νέλσον Μαντέλα, δίνει με ενάργεια το στίγμα της μετα-απαρτχάιντ εποχή της Νότιας Αφρικής, όπου κυβερνά το ιστορικό Εθνικό Αφρικανικό Κογκρέσο – ANC (συνέντευξη στην «Ελευθεροτυπία», 18.7.08).
Είμαστε η πιο πλούσια χώρα, αλλά με μεγάλο χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών. Μ’ άλλα λόγια, είμαστε μια καπιταλιστική χώρα, όπως όλες οι άλλες. Χωρίς το απαρτχάιντ που θεωρούσε τη μαύρη πλειοψηφία «πράγματα». Με μια οριακή κοινωνική πολιτική (σχολεία και προνοιακά επιδόματα), σε βαθμό χαμηλότερο πάντως από τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες. Είμαστε μια καπιταλιστική χώρα, με μια κυβέρνηση που ασκεί διαχείριση, χωρίς καν ρεφορμιστική πολιτική.
Είτε αφελής είτε πολιτικά κουτοπόνηρη η αρχική φράση («κανείς δεν μπορεί να διορθώσει αδικίες τεσσάρων αιώνων σε δεκαπέντε χρόνια») αποτελεί σε κάθε περίπτωση μνημείο πολιτικής ψευτιάς (καθόλου πρωτότυπο). Σε πολύ λιγότερα χρόνια θα μπορούσαν να διορθωθούν οι «αδικίες τεσσάρων αιώνων», αν η αλλαγή ήταν επαναστατική-σοσιαλιστική. Αν εξαφάνιζε το «χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών», απαγορεύοντας στους πρώτους να είναι πλούσιοι, δηλαδή απαλλοτριώνοντάς τους. Ομως, το ANC ήταν ένα αντιρατσιστικό και όχι ένα επαναστατικό-αντικαπιταλιστικό κίνημα