Δύο χιλιάδες δεκαεπτά
ως πότε, σύντροφοι, με τα σκατά;
Αφωνη η λαϊκή μούσα απέναντι στα συμβαίνοντα, καταφέρνει να ψελλίσει κάποια ακατάληπτα λόγια κι έπειτα πέφτει σε νιρβάνα (και σε ντορς ή ρεντ χοτ τσίλι πέπερς), φλομωμένη από τις αναθυμιάσεις της… δάφνης (ποιας Σημίτη ρε;) που σιγοκαίγεται πάνω στη σχάρα της «επικαιρότητας» και των «εξελίξεων». «Στης χούντας το αλισβερίσι / λεύτερο ήταν το χασίσι / ποτέ ο λαός να μην ξυπνήσει» που τραγουδούσε κι ο μακαρίτης ο Πάνος Τζαβέλας.
Εν αρχή η Ευρυδίκη, μετά ο Ζήνωνας και πάει λέγοντας και κλαίγοντας. Κατά τα αμερικανικά ειωθότα βεβαίως-βεβαίως, όπου οι κυκλώνες και οι συμφορές έχουν (εξευμενιστικά τάχαμου και πάντα γυναικεία) ονόματα. Και ως γνωστόν ο πρωθυπουργός της μακάριας Μπανανίας, επί των ημερών του οποίου πρωτοεμφανίστηκαν αυτές οι μαζικές βαφτίσεις των κυμάτων κακοκαιρίας, είναι σφόδρα αμερικανόφιλος χωρίς καμιά αμφιβολία πια. Βλέπετε, είναι αριστερός (τι γελάτε ρε;). Τα τρομοκρατικά δελτία αναβαθμίζονται, μιλώντας ακόμα και για «μεσογειακούς κυκλώνες». Ενίοτε πέφτουν και «μέσα». Γιατί, στοιχεία της φύσης είναι αυτά, σου λέει. Δεν μπορεί, κάποια στραβή θα γίνει και θα τρομάξουν οι ιθαγενείς. Και τότε θα καταλάβουν ότι η ζωή τους είναι παιχνίδι σε κάποια δάχτυλα. Και θα δεχτούν με ανακούφιση κάθε ψίχουλο από τους μεγάλους «θεούς», όσο κι αν φωνάζουν μέσα στην ολοένα και αυξανόμενη αδυναμία τους. Οι οποίοι δεν πήραν χαμπάρι από τα φυσικά φαινόμενα, όπως γράψαμε και στο προηγούμενο φύλλο, όπως άλλωστε γίνεται πάντα. Το πόπολο θα πνίγεται, το πόπολο θα αγωνιά, το πόπολο θα μένει πάντα στις «πληγείσες περιοχές». Ουδείς άλλος.
Και άντε, ας δεχτούμε ότι φταίει η αλλαγή των περιβαλλοντικών και κλιματικών συνθηκών, η επιβάρυνση του περιβάλλοντος και τα τοιαύτα. Που την επέφερε, λέει, ο άνθρωπος. Ετσι γενικά και αόριστα, «ο άνθρωπος», όπως «το έθνος», «η πατρίδα», «εμείς» και τα ρέστα. Λες κι όλοι είμαστε «άνθρωποι», «έθνος», «πατρίδα», «εμείς». Οοοοοχι αλητάκια και προσκυνημένοι μου, όόόόόχι Νενέκοι και εχθροί του ανθρώπου, γεννημένοι ή στρατολογημένοι. Χίλιες φορές όχι. Εχουν ονόματα οι «άνθρωποι», τα «έθνη», οι «πατρίδες», «εμείς» κι όλοι αυτοί οι νεφελώδεις και επίπλαστοι όροι. Και τις συνθήκες δεν τις άλλαξε «ο άνθρωπος», αλλά ο αηδής, ελεεινός, απάνθρωπος, ισοπεδωτικός, κτηνώδης, δολοφονικός καπιταλισμός.
Μην είν' τ' αυγά σου μελανά και τα πουλιά σου μαύρα;
Δεν είν' τ' αυγά μου μελανά και τα πουλιά μου μαύρα
μόν' κλαίω για το πόπολο, κλαίω για τους καημένους
που μ' ένα τόσο μέρισμα τους πιάνουνε tongue όλο
για να μη ξεκουνήσουνε (που δεν θα ξεκουνούσαν)…
Ως έλκουσα την καταγωγή και τη μισή ζωή της –την άλλη μισή την πέρασε αυτοεξόριστη ανά την επικράτεια- από τη συμβασιλεύουσα η Κοκκινοσκουφίτσα, δεν θα μπορούσε παρά να εξάρει ή και να επτάρει την αναγόρευση ενός εκ των στυλοβατών της πόλης σε επίτιμο διδάκτορα του Α.Π.Θ. Ρίγη συγκίνησης τη διατρέχουν από τότε που πληροφορήθηκε το λαμπρό νέο. Ωστόσο, επειδή κάποιος την υπερβαίνει στον θρησκευτικό λόγο, παραθέτουμε τα λεγόμενά του κι ας αντιδράσουν κάποιοι ακραιφνώς σκεπτόμενοι και διακείμενοι σύντροφοι: «Αυτόν, τον Ανθιμο, προτίθεται να ανακηρύξει η διοίκηση του ΑΠΘ επίτιμο διδάκτορα. Τον Ανθιμο… Γιατί τον Ανθιμο; Διότι τυγχάνει -σύμφωνα με την ανακοίνωση του ΑΠΘ- «ιεράρχης με υψηλό αίσθημα ποιμαντικής ευθύνης». Ο Ανθιμος… Σχόλιο: «Οὐαὶ ὑμῖν, γραμματεῖς καὶ Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις, οἵτινες ἔξωθεν μὲν φαίνονται ὡραῖοι, ἔσωθεν δὲ γέμουσιν ὀστέων νεκρῶν καὶ πάσης ἀκαθαρσίας» – Ματθ. 23,27 (τουτέστιν: «Αλλοίμονό σας, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, διότι ομοιάζετε με τάφους ασβεστωμένους, οι οποίοι εξωτερικώς μεν φαίνονται ωραίοι, ενώ από μέσα είναι γεμάτοι με κόκκαλα πεθαμένων και με κάθε ακαθαρσίαν»). Υστερόγραφο: Δίπλα στο «υποκριταί» προσθέστε: «Ναζισταί», «ρατσισταί» και τα συναφή (Νίκος Μπογιόπουλος).
τρέχει το καμμενόπανο πάλι να ξελασπώσει.
Κοκκινοσκουφίτσα