Δύο χιλιάδες έντεκα και τζάμπα φασαρία
Αναζητείται έξοδος απ’ την προϊστορία…
Ο αγώνας των κατοίκων της Κερατέας εξακολουθεί να δείχνει τον δρόμο, ο δρόμος που έχουμε πάρει οι υπόλοιποι εξακολουθεί να δείχνει τον αγώνα, οι «εκλεκτοί του λαού» (μοιχέ Shaw) αποφεύγουν τους δρόμους παρόλο που ο μήνας έχει εννιά (γι’ αυ- τούς) και η χώρα εξακολουθεί να ζαλίζεται με νούμερα από νούμερα…
Ο πάλαι ποτέ άνθρωπος με τη φυσαρμόνικα, δίκην Κίρκης ξαναχτύπησε και με το μαγικό ραβδάκι της γεροντικής άνοιάς του (που σε τίποτε δεν τον κάνει να διαφέρει από το σύνολο του προτέρου βίου του), προσπάθησε να μας μαγειρέψει το γνωστό στις νοικοκυρές τουρλού. Μερικοί ασεβείς έσπευσαν να χλευάσουν την εμβληματική φυσιογνωμία, που έκανε περισσότερο κακό στην Αριστερά απ’ όσο ο παππούς του γιαουρτωμένου, ο γιαουρτωμένος και όλα τα γιαουρτάδικα (οι παλιότεροι γνωρίζουν τον συμβολισμό) μαζί. Μην προτρέχετε συντρόφια, λίγη υπομονή…
Ως «αιτία πολέμου» χαρακτηρίζονται από την ΑΔΕΔΥ οι νέες περικοπές στον δημόσιο τομέα και αλλόφρονες ψάχνουμε να βρού-με καινούργιο καλσόν για ν’ αντικαταστήσουμε το σκισμένο και καταφύγιο για να γλιτώσουμε από το μένος της Συνομοσπονδίας των Πυρήνων της Φωτιάς. Την ίδια ώρα, τον πανικό μας επιτείνει η επανεμφάνιση της Βάσως (μία είναι η Βάσω), παρότι για τη στήλη παραμένουν πάντα σεβαστές οι όποιες γυναικείες απόψεις για επιμήκυνση…
«Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς, η αστική τάξη διαμόρφωσε κοσμοπολίτικα την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών, αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας (…) Στη θέση της παλιάς τοπικής και εθνικής αυτάρκειας και αποκλειστικότητας, μπαίνει μια ολόπλευρη συναλλαγή, μια ολόπλευρη αλληλεξάρτηση των εθνών. Κι αυτό που γίνεται στην υλική παραγωγή γίνεται και στην πνευματική παραγωγή» (Karl Marx – Friedrich Engels – «Κομμουνιστικό μανιφέστο»).
Δικαιώθηκε για άλλη μια φορά η στήλη, που μάλλιασε η «Mont Blanc» πένα της να γράφει στο ιλουστρασιόν 250 γραμμαρίων αρωματικό χαρτί (τι υγείας ρε;) που χρησιμοποιεί για σημειωματάριο, για την έλλειψη πίστης στη δικαιοσύνη.
Μα είναι δυνατόν να χαρακτηρίζεται «ψευδές» το τροχαίο ατύχημα που είχαν τα δύο χρυσά παιδιά του ελληνικού αθλητισμού με το παπάκι τους λίγο πριν το ανυπέρβλητο «ιεφκαριστούμε Ελλάντα» του Ζακ Ρογκ; «Κανένα στοιχείο δεν υπήρξε ώστε να προκύπτει τροχαίο. Μοναδικό στοιχείο ήταν φθορές μικρής σημασίας πάνω στη μοτοσικλέτα. Στο οδόστρωμα δεν υπήρχαν ούτε θραύσματα ούτε άλλα υλικά που να μαρτυρούν κάποια σύγκρουση», είπε –σύμφωνα με δημοσιεύματα– ο εισαγγελέας. Μάλιστα, κόντεψε να τους βγάλει και ψυχικά εξαρτημένους με τον προπονητή τους, ενώ τελικά πρότεινε την ενοχή τους. Ε, πάει και τελείωσε, δεν βρίσκεις το δίκιο σου, δεν υπάρχει κράτος, θα αποθέσουμε πλέον τις ελπίδες μας στον ύψιστο (ποιον Κάρολο ρε;).
«Πολιτικοί, οικονομολόγοι, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι, σημειολόγοι, διανοούμενοι, ειδικοί της κοινής γνώμης κι όλοι οι άλλοι ηλίθιοι που χαϊδεύονται σαν πουτάνες με την εξουσία, αναφέρονται συνεχώς σ’ αυτά τα “σοβαρότατα προβλήματα”, προσέχοντας ωστόσο καλά να μην τα ονοματίσουν πραγματικά: αυτοί που τους τρέχουν τα σάλια και κουνάνε την ουρά από χαρά κάθε φορά πού τ’ αφεντικό τούς ζητάει να μυρίσουν ένα καινούργιο φαινόμενο που διαμέσου του εκδηλώνεται η ίδια κρίση, αυτοί που αγαπούν τόσο πολύ τους ορισμούς και τις ετικέτες, νάτοι τώρα που βρίσκουν χίλιες προφάσεις για να μην ονομάσουν ποτέ αυτό που η επιστήμη τους δεν μπορεί να λύσει, αλλά που δεν θα ‘θελαν να λυθεί από άλλους. Στην πραγματικότητα, το επάγγελμά τους έγκειται πια κατ’ ουσία στο να φανούν απαραίτητοι σ’ αυτούς που τους δίνουν δουλειά και αυτή ακριβώς είναι η κύρια απασχόλησή τους, σε μιαν εποχή που το προλεταριάτο σκέφτεται πως ούτε αυτοί ούτε τα αφεντικά είναι απαραίτητοι. Παρ’ όλο που ένα τέτοιο φαινόμενο μπορεί να φαίνεται περίεργο, δεν μπορούμε βέβαια να πούμε πως αυτό είναι που καθορίζει το καινοφανές της εποχής μας, μια και αποτελεί απλώς μια συνέπειά της και όχι την πιο ενδιαφέρουσα. Κι αν υπάρχει κάτι που να ξαφνιάζει σ’ αυτό το φαινόμενο τής γενικής κατατρόπωσης, είναι μονάχα η εξοργιστική υπόληψη που συνεχίζουν ν’ απολαμβάνουν παρόμοιοι, ειδικοί στα μάτια εκείνων που τους χρησιμοποιούν ακόμα, περιμένοντας ποιος ξέρει τι. Σε τούτο, όπως και σ’ όλα τ’ άλλα, αυτοί επιβεβαιώνουν το παλιό ρητό: κατά κύρη, κατά δούλο (tale il padrone, tale il servitore)» (Gianfranco Sanguinetti – «Del terrorismo e dello stato»).
Κοκκινοσκουφίτσα