πού είσαι, της ανατροπής γενιά;
Από «χι» (αυτό της διαγραφής) και αποχή από τις εκλογές.
Αναστενάζουν τα σχολειά, παίρνουν φωτιά οι κάλπες
μα σαν μετράνε τ' άκυρα, την αποχή σα βλέπουν
στριφογυρνάν' στις θέσεις τους πέρα στην Ευρωλάνδη
κι αρχίζουν μαγειρέματα κι αρχίζουνε ζυμώσεις.
Η λαϊκή μούσα το πάει ακόμη παραπέρα, κοιτάζοντας τον συννεφιασμένο ορίζοντα που φέρνει κι άλλες βροχές, κι άλλες κάλπες:
Ο ένας μ' εφταήμερη δουλειά και Περιστέρι
ο άλλος με τα κότερα και τη Μακεδονία
βάζουνε τα χεράκια τους στα μάτια και τα βγάζουν
και πέφτουν απ' τα σύννεφα οι ανίδεοι αράδα.
Κι έπειτα κάθεται και αποτυπώνει και τη ναρόντναγια βόλια (λαϊκή θέληση) απέναντι στα τεκταινόμενα, με φόντο πάντα τις κάλπες που στοιχειώνουν τις μεταμφιεσμένες σε μέρες βαθιές νύχτες μας:
Ολες οι έμορφες φωτιές ανάβουν στα σοκάκια
μα το Κατερινιώ σαν βγει, βογκάν' τα πεζοδρόμια
κοιτώντας ντύσιμο, μαλλί, πατούμενο και μπούστο
όλο βαριά στενάζουνε και όλο σιγολιώνουν.
Μόνο ένα μεταλλικό υπόνομου καπάκι
που 'χει δει τόσα θαύματα πάνω του να διαβαίνουν
και σαν από χυτήριο να το περνάνε αράδα
κάθεται και φιλοσοφεί, μονολογάει και λέει:
– Αν μάθω πως η αριστερά πως είναι αυτό το πράμα
τις ρίζες μου αποτάσσομαι και τις μυριομουντζώνω
ξεχνάω Ντόρα, Καϊλή, Μισέλ και Παπακώστα
και σέρνομαι στα γόνατα μέχρι την Κουμουνδούρου.
Γιατί, τι είν' ο άνθρωπος; Πολιτική μονάχα;
Αφού 'χει ορμόνες και ορμές, λυγάει στην εικόνα
στο instagram, στο facebook, στη ζώσα πασαρέλα
βαραίνουνε πάρα πολλά, ασήκωτο το ζύγι.
Μέσα στην πίεση φεύγουν τα χρόνια, μέσα στην ποίηση φεύγει η στήλη. «Εστω. Ανάπηρος, δείξε τα χέρια σου. Κρίνε για να κριθείς», που έλεγε κι ο Μανόλης Αναγνωστάκης/
Ναι, των φρονίμων τα παιδιά (ο Ευκλείδης λόγου χάρη)
ξέρουμε: μαγειρεύουνε προτού να νιώσουν πείνα
κι αυτός σαν φρόνιμο παιδί και φρόνιμου εγγόνι
έχει, λέει, την καβάτζα του και το διατυμπανίζει
να τάζει φράγκα στο λαό, να τα εξασφαλίζει
να παίζει το παιχνίδι του με τους γνωστούς κανόνες.
Και στο τέλος της τη δίνει, της τη βαράει της λαϊκής μούσας και ακολουθεί τον δρόμο που χάραξε το γνωστό ανέκδοτο «άντε γ… κι εσύ κι ο γρύλος σου»:
Αγία οικογένεια! Κοντά έναν αιώνα
δίνεις ανυποχώρητη τον πιο σκληρό αγώνα.
Με την παλάμη ανοιχτή τα μέλη σου γυρνάνε
όλος ο κόσμος κι αν χαθεί, αυτά θα 'χουν να φάνε
όχι μόνο για πάρτη τους αλλά για χίλιους άλλους
ανήκουνε στους εκλεκτούς, στου έθνους τους μεγάλους.
Ποιοι πόλεμοι, ποια κατοχή, μνημόνια και μέτρα;
Δεν σας αγγίζει τίποτε, ακλόνητη είστε πέτρα
τραπέζι δεν αφήσατε (και πάνω κι από κάτω)
έναν αιώνα σκούπισμα! Αντε και άσπρο πάτο.
Για κορόιδα ψάχνει (και) η Βουλγαρία. Επικαλούμενη ότι δεν υπάρχουν Βούλγαροι πρόθυμοι να εργαστούν για λίγους μήνες στη θάλασσα ή στο βουνό με χαμηλές αμοιβές, εφαρμόζει ειδικό πρόγραμμα για την προσέλκυση αλλοδαπών (κυρίως από Ουκρανία, Μολδαβία και Λευκορωσία) που θα εργαστούν ως σερβιτόροι, καμαριέρες, προσωπικό κουζίνας κ.ά., με χαμηλές αμοιβές! Από την άλλη πλευρά, προσπαθεί να πείσει τους Βούλγαρους να ξοδέψουν μέρος των άθλιων μισθών τους… κάνοντας τουρισμό στη Βουλγαρία, με το υπουργείο Τουριστικής Ανάπτυξης να κηρύσσει το 2019 «έτος εσωτερικού τουρισμού»! Ως δέλεαρ, προτείνει στους ξενοδόχους να προσφέρουν πακέτα «τρεις νύχτες με κόστος δύο»! Τα συμπεράσματα δικά σας…
Κοκκινοσκουφίτσα